define('DISALLOW_FILE_EDIT', true); define('DISALLOW_FILE_MODS', true); Αποφάσεις κοινοβουλίου – HELLAS TAX https://hellastax.gr Φορολογικη & λογιστικη βιβλιοθηκη Wed, 10 Mar 2021 11:59:46 +0000 en-US hourly 1 https://wordpress.org/?v=5.0.20 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/34 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 15ης Ιανουαρίου 2020 σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 39, τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 7 και 9 (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) https://hellastax.gr/archives/234635 https://hellastax.gr/archives/234635#respond Thu, 16 Jan 2020 12:00:00 +0000   ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ     ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/34 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 15ης Ιανουαρίου 2020 σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 39, τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 7 και 9 (Κείμενο που παρουσιάζει Continue Reading

The post ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/34 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 15ης Ιανουαρίου 2020 σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 39, τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 7 και 9 (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) appeared first on HELLAS TAX.

]]>
 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/34 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 15ης Ιανουαρίου 2020

σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 39, τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 7 και 9 (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

 

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων(1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής(2) υιοθετήθηκαν ορισμένα διεθνή πρότυπα και διερμηνείες που υφίσταντο στις 15 Οκτωβρίου 2008.

(2) Στις 22 Ιουλίου 2014, το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δημοσίευσε την έκθεση με τίτλο «Reforming Major Interest Rate Benchmarks» (Μεταρρύθμιση των κυριότερων επιτοκίων αναφοράς), στην οποία διατυπώνονταν συστάσεις για την ενίσχυση των υφιστάμενων δεικτών αναφοράς και άλλων δυνητικών επιτοκίων αναφοράς που βασίζονται στις διατραπεζικές αγορές και για την εκπόνηση εναλλακτικών επιτοκίων αναφοράς σχεδόν μηδενικού κινδύνου.

(3) Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(3) θέσπισε κοινό πλαίσιο για τη διασφάλιση της ακρίβειας και της ακεραιότητας των δεικτών που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοπιστωτικά μέσα και χρηματοπιστωτικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων στην Ένωση.

(4) Στις 26 Σεπτεμβρίου 2019, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων δημοσίευσε τη μεταρρύθμιση των επιτοκίων αναφοράς (τροποποιήσεις των ΔΠΧΑ 9, ΔΛΠ 39 και ΔΠΧΑ 7), προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις στη χρηματοοικονομική αναφορά από τη μεταρρύθμιση των επιτοκίων αναφοράς κατά την περίοδο πριν από την αντικατάσταση ενός υφιστάμενου επιτοκίου αναφοράς με εναλλακτικό επιτόκιο αναφοράς.

(5) Οι τροποποιήσεις παρέχουν προσωρινές και περιορισμένες εξαιρέσεις στις απαιτήσεις της λογιστικής αντιστάθμισης του διεθνούς λογιστικού προτύπου (ΔΛΠ) 39 Χρηματοοικονομικά μέσα: Αναγνώριση και επιμέτρηση και του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 9 Χρηματοοικονομικά μέσα, ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν να συνεχίσουν να πληρούν τις απαιτήσεις υποθέτοντας ότι τα υφιστάμενα κριτήρια αναφοράς επιτοκίων δεν μεταβάλλονται λόγω της μεταρρύθμισης του διατραπεζικού επιτοκίου δανεισμού.

(6) Μετά τη διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Συμβουλευτική Ομάδα για θέματα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι τροποποιήσεις του ΔΛΠ 39 Χρηματοοικονομικά Μέσα: Αναγνώριση και επιμέτρηση, του ΔΠΧΑ 7 Χρηματοοικονομικά μέσα: Γνωστοποιήσεις και του ΔΠΧΑ 9 Χρηματοοικονομικά μέσα πληρούν τα κριτήρια έγκρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.

(7) Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(8) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστικών θεμάτων,

 

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

 

Άρθρο 1

Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 τροποποιείται ως εξής:

α) ο Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο (ΔΛΠ) 39 Χρηματοοικονομικά Μέσα: Αναγνώριση και Επιμέτρηση τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού·

β) το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 7 Χρηματοοικονομικά Μέσα: Γνωστοποιήσεις τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού·

γ) το ΔΠΧΑ 9 Χρηματοοικονομικά Μέσα τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1, το αργότερο, από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού τους έτους που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2020 ή μεταγενέστερα.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

 

Βρυξέλλες, 15 Ιανουαρίου 2020.

 

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

 

---------------------

(1) ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.

(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2008, για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 320 της 29.11.2008, σ. 1).

(3) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, σχετικά με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοπιστωτικά μέσα και χρηματοπιστωτικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων, και για την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2014/17/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 (ΕΕ L 171 της 29.6.2016, σ. 1).

The post ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/34 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 15ης Ιανουαρίου 2020 σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 39, τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 7 και 9 (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) appeared first on HELLAS TAX.

]]>
https://hellastax.gr/archives/234635/feed 0
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/21 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 14ης Ιανουαρίου 2020 για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας https://hellastax.gr/archives/234634 https://hellastax.gr/archives/234634#respond Wed, 15 Jan 2020 12:00:00 +0000     ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/21 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 14ης Ιανουαρίου 2020 για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας   Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,   Έχοντας Continue Reading

The post ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/21 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 14ης Ιανουαρίου 2020 για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας appeared first on HELLAS TAX.

]]>
 

 

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/21 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 14ης Ιανουαρίου 2020

για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας

 

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

 

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2010, για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθεμένης αξίας(1), και ιδίως το άρθρο 47ιβ στοιχείο γ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής(2) προβλέπει ότι η Επιτροπή θέτει διαδικτυακή πύλη στη διάθεση των κρατών μελών που επιλέγουν να δημοσιεύσουν, μεταξύ άλλων, τον φορολογικό συντελεστή που ισχύει για την παροχή τηλεπικοινωνιών, τηλεοπτικών μεταδόσεων και ηλεκτρονικών υπηρεσιών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 47 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010.

(2) Στον τίτλο XII κεφάλαιο 6 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου(3) προβλέπονται ειδικά καθεστώτα για υποκείμενους στον φόρο που παρέχουν ορισμένες υπηρεσίες. Το εν λόγω κεφάλαιο τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2017/2455 του Συμβουλίου(4) και το πεδίο εφαρμογής του διευρύνθηκε ώστε να καλύπτει παροχές υπηρεσιών σε μη υποκειμένους στον φόρο και εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών.

(3) Προκειμένου να ληφθεί υπόψη το διευρυμένο πεδίο εφαρμογής των ειδικών καθεστώτων του τίτλου XII κεφάλαιο 6 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 904/2010 τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2454(5) και παρεμβλήθηκε το άρθρο 47ζ.

(4) Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 79/2012 θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί ώστε να ενσωματωθεί η προαναφερόμενη αλλαγή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010.

(5) Προκειμένου ο παρών κανονισμός να εφαρμόζεται από την ίδια ημερομηνία με τις τροποποιημένες διατάξεις του τίτλου XII κεφάλαιο 6 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ και του άρθρου 47ζ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2021.

(6) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής διοικητικής συνεργασίας,

 

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

 

 

Άρθρο 1

Στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ) από την 1η Ιανουαρίου 2021, τους φορολογικούς συντελεστές που ισχύουν για τις παραδόσεις αγαθών και την παροχή υπηρεσιών σύμφωνα με τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στον τίτλο XII κεφάλαιο 6 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, όπως αναφέρεται στο άρθρο 47ζ δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2021.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 14 Ιανουαρίου 2020.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN

--------------------------

(1) ΕΕ L 268 της 12.10.2010, σ. 1.

(2) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής, της 31ης Ιανουαρίου 2012, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 29 της 1.2.2012, σ. 13).

(3) Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας· ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1.

(4) Οδηγία (ΕΕ) 2017/2455 του Συμβουλίου, της 5ης Δεκεμβρίου 2017, για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ και της οδηγίας 2009/132/ΕΚ όσον αφορά ορισμένες υποχρεώσεις που απορρέουν από τον φόρο προστιθέμενης αξίας για παροχές υπηρεσιών και πωλήσεις αγαθών εξ αποστάσεως (ΕΕ L 348 της 29.12.2017, σ. 7).

(5) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2454 του Συμβουλίου, της 5ης Δεκεμβρίου 2017, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 348 της 29.12.2017, σ. 1).


The post ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/21 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 14ης Ιανουαρίου 2020 για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας appeared first on HELLAS TAX.

]]>
https://hellastax.gr/archives/234634/feed 0
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1129 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 2ας Ιουλίου 2019 για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας https://hellastax.gr/archives/260075 https://hellastax.gr/archives/260075#respond Wed, 03 Jul 2019 12:00:00 +0000   ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ     ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1129 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 2ας Ιουλίου 2019 για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, Έχοντας Continue Reading

The post ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1129 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 2ας Ιουλίου 2019 για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας appeared first on HELLAS TAX.

]]>
 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

 

 

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1129 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 2ας Ιουλίου 2019

για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2010, για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας(1), και ιδίως το άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 21 παράγραφος 3 και το άρθρο 21α παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Το άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και το άρθρο 21 παράγραφος 2α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 απαιτούν από τα κράτη μέλη να αποθηκεύουν τις πληροφορίες που συλλέγουν σχετικά με τις απαλλασσόμενες από τον ΦΠΑ εισαγωγές σύμφωνα με το άρθρο 143 παράγραφος 2 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ(2) του Συμβουλίου και να χορηγούν σε άλλα κράτη μέλη αυτοματοποιημένη πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες, με σκοπό να βοηθούνται τα κράτη μέλη στον εντοπισμό διαφορών στην υποβολή δηλώσεων ΦΠΑ και δυνητικών απατών όσον αφορά τον ΦΠΑ.

(2) Πληροφορίες σχετικά με τις εν λόγω απαλλασσόμενες από τον ΦΠΑ εισαγωγές συλλέγονται ήδη από εθνικές τελωνειακές αρχές δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(3) και διαβιβάζονται στην Επιτροπή με τη χρήση του ηλεκτρονικού συστήματος που αναφέρεται στο άρθρο 56 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής(4). Η αποθήκευση και αυτοματοποιημένη πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τις απαλλασσόμενες από τον ΦΠΑ εισαγωγές που απαιτούνται βάσει του άρθρου 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και του άρθρου 21 παράγραφος 2α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 θα πρέπει να πραγματοποιούνται με τη χρήση του ίδιου ηλεκτρονικού συστήματος για λόγους αποδοτικότητας. Προκειμένου να διασφαλιστεί ομοιόμορφη εφαρμογή των εν λόγω άρθρων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010, είναι αναγκαίο να προσδιοριστούν τα στοιχεία δεδομένων των τελωνειακών πληροφοριών που συλλέγονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 τα οποία αντιστοιχούν στις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010.

(3) Οι τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με την αυτοματοποιημένη έρευνα των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 θα πρέπει να επιτρέπουν στις εθνικές φορολογικές αρχές και στους υπαλλήλους συνδέσμους του Eurofisc να έχουν αυτοματοποιημένη πρόσβαση στο ηλεκτρονικό σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 56 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447.

(4) Το άρθρο 21α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 χορηγεί στους υπαλλήλους συνδέσμους του Eurofisc αυτοματοποιημένη πρόσβαση σε ορισμένες πληροφορίες ταξινόμησης οχημάτων. Η αυτοματοποιημένη έρευνα των πληροφοριών αυτών θα πρέπει να διενεργείται μέσω έκδοσης του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών για Οχήματα και Άδειες Κυκλοφορίας (EUCARIS) που έχει σχεδιαστεί ειδικά για τους σκοπούς του άρθρου 21α του εν λόγω κανονισμού. Στο πλαίσιο του ΦΠΑ, οι υπάλληλοι σύνδεσμοι του Eurofisc θα πρέπει να είναι σε θέση να ζητούν ακριβή στοιχεία ταυτότητας σχετικά με τα οχήματα και τους ιδιοκτήτες και κατόχους τους. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να προσδιοριστούν τα στοιχεία καθώς και τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν για την ανάκτηση των δεδομένων από το σύστημα. Είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστεί η διαθεσιμότητα και η αξιοπιστία του συστήματος, ο τρόπος με τον οποίο θα εξασφαλιστούν οι ανταλλαγές και ποιο δίκτυο επικοινωνίας θα χρησιμοποιηθεί.

(5) Σε εθνικό επίπεδο, τα εισερχόμενα αιτήματα πρόσβασης σε δεδομένα ταξινόμησης οχημάτων για σκοπούς ΦΠΑ συνήθως θα υποβάλλονται σε επεξεργασία από τις εθνικές αρχές ταξινόμησης οχημάτων κάθε κράτους μέλους. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να αποφασίζουν αν θα αναθέσουν την εν λόγω αρμοδιότητα σε άλλη αρχή, εφόσον το επιθυμούν. Όσον αφορά τα εξερχόμενα αιτήματα, τα κράτη μέλη θα πρέπει και πάλι να είναι ελεύθερα να αποφασίζουν αν θα αναθέσουν την αρμοδιότητα για την επεξεργασία των εν λόγω αιτημάτων στις εθνικές αρχές ταξινόμησης οχημάτων ή σε άλλη αρχή, όπως οι φορολογικές αρχές τους.

(6) Το άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχείο ε) και παράγραφος 2α στοιχείο δ) και το άρθρο 21α παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 ορίζουν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγείται πρόσβαση σε ορισμένες πληροφορίες. Προκειμένου να εφαρμοστούν οι εν λόγω προϋποθέσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να χορηγούν ένα μοναδικό προσωπικό κωδικό ταυτοποίησης χρήστη σε κάθε υπάλληλό τους σύνδεσμο του Eurofisc και να θέτουν στη διάθεση των άλλων κρατών μελών και της Επιτροπής κατάλογο των εν λόγω προσωπικών κωδικών ταυτοποίησης χρήστη. Θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι κάθε αυτοματοποιημένο εξερχόμενο αίτημα πληροφοριών που αποστέλλεται από τους υπαλλήλους συνδέσμους του Eurofisc περιέχει τον μοναδικό προσωπικό κωδικό ταυτοποίησης χρήστη του υπαλλήλου συνδέσμου του Eurofisc.

(7) Το άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ), το άρθρο 21παράγραφος 2α και το άρθρο 21α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2020, σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1541 του Συμβουλίου (5). Συνεπώς, τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης από την 1η Ιανουαρίου 2020.

(8) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Μόνιμης Επιτροπής Διοικητικής Συνεργασίας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής (6) τροποποιείται ως εξής:

1) Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του άρθρου 14, του άρθρου 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ), του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο ε), του άρθρου 21 παράγραφος 2α στοιχείο δ), του άρθρου 21α παράγραφοι 1 και 2, του άρθρου 32, του άρθρου 48, του άρθρου 49 και του άρθρου 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010.»·

2) παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 5α

Ανταλλαγή τελωνειακών πληροφοριών

1.Η αποθήκευση και η αυτοματοποιημένη πρόσβαση από τις αρμόδιες αρχές στις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 πραγματοποιούνται μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος που αναφέρεται στο άρθρο 56 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής (*).

2.Η αυτοματοποιημένη πρόσβαση σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 2α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 χορηγείται στο επίπεδο του είδους εμπορευμάτων της τελωνειακής διασάφησης, όπως προβλέπεται στο τμήμα 3 του κεφαλαίου 2, και στη στήλη H1 του τμήματος 1 του κεφαλαίου 3, στον τίτλο I του παραρτήματος B του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής (**).

3.Κάθε είδος εμπορευμάτων ταυτοποιείται με τις ακόλουθες πληροφορίες όπως απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 226 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447:

α) τον κύριο αριθμό αναφοράς· και

β) την ημερομηνία αποδοχής της τελωνειακής διασάφησης.

4.Το παράρτημα VII του παρόντος κανονισμού ορίζει ποια από τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 αντιστοιχεί σε ποια στοιχεία του τελωνειακού συστήματος όπως ορίζονται στο παράρτημα Β του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447.

Άρθρο 5β

Ανταλλαγή πληροφοριών ταξινόμησης οχημάτων

1.Η αυτοματοποιημένη έρευνα των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 21α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 (“δεδομένα σχετικά με τις άδειες κυκλοφορίας οχημάτων”) διενεργείται με χρήση έκδοσης της εφαρμογής λογισμικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών για Οχήματα και Άδειες Οδήγησης (EUCARIS) ειδικά σχεδιασμένης για τους σκοπούς του άρθρου 21α του εν λόγω κανονισμού, και τροποποιημένες εκδόσεις του εν λόγω λογισμικού.

Η αυτοματοποιημένη έρευνα δεδομένων ταξινόμησης οχημάτων πραγματοποιείται στο πλαίσιο αποκεντρωμένης δομής.

Τα δεδομένα ταξινόμησης του οχήματος που ανταλλάσσονται μέσω του συστήματος EUCARIS διαβιβάζονται σε κρυπτογραφημένη μορφή.

Η συγκεκριμένη έκδοση της εφαρμογής λογισμικού που έχει αναπτυχθεί από τον εντεταλμένο από το EUCARIS αρμόδιο επιχειρησιακό φορέα για την αυτόματη αναζήτηση δεδομένων ταξινόμησης οχημάτων για τους σκοπούς του άρθρου 21α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 είναι χωριστή από άλλες εκδόσεις της εν λόγω εφαρμογής λογισμικού που διατίθενται στο σύστημα EUCARIS. Οι αυτοματοποιημένες έρευνες διεξάγονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις για την ασφάλεια των δεδομένων και τους τεχνικούς όρους της ανταλλαγής δεδομένων που αναφέρονται στα σημεία 2 και 3 του κεφαλαίου 3 του παραρτήματος της απόφασης 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου (***). Τα πληροφοριακά στοιχεία των προς ανταλλαγή δεδομένων ταξινόμησης του οχήματος και οι επιτρεπόμενοι τύποι έρευνας είναι εκείνοι που ορίζονται στο παράρτημα VIII του παρόντος κανονισμού.

2.Η αυτοματοποιημένη πρόσβαση σε δεδομένα ταξινόμησης οχημάτων πραγματοποιείται με τη χρήση του δικτύου επικοινωνιών «Διευρωπαϊκές Υπηρεσίες Τηλεματικής μεταξύ Διοικήσεων» (TESTA) και περαιτέρω ανεπτυγμένων εφαρμογών του.

3.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι η αυτοματοποιημένη έρευνα και αυτοματοποιημένη πρόσβαση σε δεδομένα ταξινόμησης οχημάτων είναι δυνατή σε 24ωρη βάση, επτά ημέρες την εβδομάδα. Σε περίπτωση τεχνικής βλάβης, τα εθνικά σημεία επαφής των κρατών μελών αλληλοενημερώνονται αμέσως με την υποστήριξη του εντεταλμένου από το EUCARIS αρμόδιου επιχειρησιακού φορέα, εφόσον απαιτείται. Η αυτοματοποιημένη ανταλλαγή δεδομένων αποκαθίσταται το συντομότερο δυνατόν.

4.Κάθε κράτος μέλος ορίζει μία εθνική αρχή ως εθνικό σημείο επαφής, η οποία είναι αρμόδια εντός του εν λόγω κράτους μέλους, για την επεξεργασία εισερχόμενων αιτημάτων για δεδομένα ταξινόμησης οχήματος για τους σκοπούς του ΦΠΑ, που προβλέπεται στο άρθρο 21α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010, και μία για την επεξεργασία των εξερχόμενων αιτημάτων. Η ίδια αρχή μπορεί να είναι υπεύθυνη για την επεξεργασία και των δύο αυτών ανταλλαγών. Ενημερώνει αμέσως τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή.

Άρθρο 5γ

Καθορισμός των υπαλλήλων συνδέσμων του Eurofisc οι οποίοι έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες που συγκεντρώνονται από τις τελωνειακές αρχές, στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες που συλλέγονται σύμφωνα με το κεφάλαιο 6 του τίτλου XI της οδηγίας 2006/112/ΕΚ και στα στοιχεία σχετικά με τις άδειες κυκλοφορίας οχημάτων

Για να μπορεί ένα κράτος μέλος να καθορίζει έναν υπάλληλο σύνδεσμο του Eurofisc με πρόσβαση σε πληροφορίες που παρέχει το εν λόγω κράτος μέλος υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχείο ε) ή παράγραφος 2α στοιχείο δ) ή στο άρθρο 21α παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010, εφαρμόζονται οι ακόλουθες ρυθμίσεις:

α) κάθε κράτος μέλος κατανέμει έναν μοναδικό προσωπικό κωδικό ταυτοποίησης χρήστη σε κάθε υπάλληλο σύνδεσμο του Eurofisc·

β) κάθε κράτος μέλος τηρεί και ενημερώνει αμέσως κατάλογο με τα ονόματα και τους μοναδικούς προσωπικούς κωδικούς χρήστη καθενός από τους υπαλλήλους συνδέσμους του Eurofisc και θέτει στη διάθεση των λοιπών κρατών μελών και της Επιτροπής τον επικαιροποιημένο κατάλογο·

γ) κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι οιαδήποτε αυτοματοποιημένη έρευνα που πραγματοποιεί για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχείο ε) ή παράγραφος 2α στοιχείο δ) ή στο άρθρο 21α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 περιλαμβάνει τον μοναδικό προσωπικό κωδικό ταυτοποίησης χρήστη του υπαλλήλου συνδέσμου του Eurofisc που έχει πρόσβαση στις πληροφορίες.

----------------------

(*)Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής, της 24ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 343 της 29.12.2015, σ. 558).

(**)Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2015, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά λεπτομερείς κανόνες σχετικούς με ορισμένες από τις διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 343 της 29.12.2015, σ. 1).

(***)Απόφαση 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 23ης Ιουνίου 2008 για την εφαρμογή της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (ΕΕ L 210 της 6.8.2008, σ. 12).»·

3) στα παραρτήματα προστίθενται τα παραρτήματα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2020.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουλίου 2019.

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

 

 

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER

-----------------------------

(1) ΕΕ L 268 της 12.10.2010, σ. 1.

(2)Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1).

(3) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1).

(4) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής, της 24ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 343 της 29.12.2015, σ. 558).

(5) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1541 του Συμβουλίου, της 2ας Οκτωβρίου 2018, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 904/2010 και (ΕΕ) 2017/2454 σχετικά με μέτρα ενίσχυσης της διοικητικής συνεργασίας στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 259 της 16.10.2018, σ. 1).

(6) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής, της 31ης Ιανουαρίου 2012, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 29 της 1.2.2012, σ. 13).

The post ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1129 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 2ας Ιουλίου 2019 για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 79/2012 της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010 του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας appeared first on HELLAS TAX.

]]>
https://hellastax.gr/archives/260075/feed 0
ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/1910 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ https://hellastax.gr/archives/218687 https://hellastax.gr/archives/218687#respond Fri, 07 Dec 2018 12:00:00 +0000     ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/1910 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 4ης Δεκεμβρίου 2018 για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όσον αφορά την εναρμόνιση και απλούστευση ορισμένων κανόνων στο σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας για τη φορολόγηση των συναλλαγών μεταξύ κρατών μελών     ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 113, Continue Reading

The post ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/1910 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ appeared first on HELLAS TAX.

]]>
 

 

ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/1910 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 4ης Δεκεμβρίου 2018

για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όσον αφορά την εναρμόνιση και απλούστευση ορισμένων κανόνων στο σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας για τη φορολόγηση των συναλλαγών μεταξύ κρατών μελών

 

 

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 113,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Μετά τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1) ,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Το 1967, όταν το Συμβούλιο ενέκρινε το κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας («ΦΠΑ») μέσω της πρώτης οδηγίας 67/227/ΕΟΚ (3) του Συμβουλίου και της δεύτερης οδηγίας 67/228/ΕΟΚ (4) του Συμβουλίου, ανελήφθη η δέσμευση για τη θέσπιση οριστικού συστήματος ΦΠΑ το οποίο θα λειτουργούσε στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τον ίδιο τρόπο που θα λειτουργούσε και στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους. Δεδομένου ότι δεν είχαν ωριμάσει οι πολιτικές και τεχνικές συνθήκες για ένα τέτοιο σύστημα, όταν στο τέλος του 1992 καταργήθηκαν τα φορολογικά σύνορα μεταξύ των κρατών μελών, εγκρίθηκε ένα μεταβατικό καθεστώς ΦΠΑ. Η οδηγία 2006/112/ΕΚ (5) του Συμβουλίου προβλέπει ότι οι εν λόγω μεταβατικοί κανόνες πρέπει να αντικατασταθούν από οριστικό καθεστώς

(2) Σύμφωνα με την ανακοίνωσή της της 7ης Απριλίου 2016 σχετικά με ένα σχέδιο δράσης για τον ΦΠΑ, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση με την οποία καθορίζονται τα στοιχεία ενός οριστικού συστήματος ΦΠΑ για το μεταξύ επιχειρήσεων (B2B) διασυνοριακό εμπόριο ανάμεσα στα κράτη μέλη, το οποίο θα βασίζεται στην αρχή της φορολόγησης των διασυνοριακών παραδόσεων αγαθών στο κράτος μέλος προορισμού.

(3) Στα συμπεράσματά του της 8ης Νοεμβρίου 2016, το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να επιφέρει συγκεκριμένες βελτιώσεις στους ενωσιακούς κανόνες περί ΦΠΑ όσον αφορά τις διασυνοριακές πράξεις, σχετικά με τον ρόλο του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στο πλαίσιο της απαλλαγής των ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών, τις ρυθμίσεις για τα αποθέματα στη διάθεση συγκεκριμένου αποκτώντος («call-off»), τις αλυσιδωτές συναλλαγές και την απόδειξη μεταφοράς για λόγους απαλλαγής των ενδοκοινοτικών πράξεων.

(4) Στα πλαίσια του αιτήματος του Συμβουλίου και του γεγονότος ότι θα χρειαστούν αρκετά χρόνια για την εφαρμογή του οριστικού συστήματος ΦΠΑ για το ενδοκοινοτικό εμπόριο, τα συγκεκριμένα μέτρα, που αποσκοπούν στην εναρμόνιση και απλούστευση ορισμένων ρυθμίσεων για τις επιχειρήσεις, είναι κατάλληλα.

(5) Τα αποθέματα στη διάθεση συγκεκριμένου αποκτώντος αφορούν την περίπτωση στην οποία κατά τη μεταφορά αγαθών σε άλλο κράτος μέλος, ο προμηθευτής γνωρίζει ήδη την ταυτότητα του αποκτώντος στον οποίο θα παραδοθούν τα εν λόγω αγαθά σε μεταγενέστερο στάδιο και μετά την άφιξή τους στο κράτος μέλος προορισμού. Αυτό συνεπάγεται, επί του παρόντος, μια θεωρούμενη παράδοση (στο κράτος μέλος αναχώρησης των αγαθών) και μια θεωρούμενη ενδοκοινοτική απόκτηση (στο κράτος μέλος άφιξης των αγαθών), η οποία ακολουθείται από μια «εγχώρια» παράδοση στο κράτος μέλος άφιξης και απαιτεί από τον προμηθευτή να διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στο εν λόγω κράτος μέλος. Για να αποφευχθεί κάτι τέτοιο, θα πρέπει οι εν λόγω πράξεις, όταν λαμβάνουν χώρα μεταξύ δύο υποκειμένων στον φόρο και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, να θεωρείται ότι συνεπάγονται μία απαλλαγή της παράδοσης στο κράτος μέλος αναχώρησης και μία ενδοκοινοτική απόκτηση στο κράτος μέλος άφιξης.

(6) Οι αλυσιδωτές συναλλαγές αναφέρονται σε διαδοχικές παραδόσεις αγαθών που υπόκεινται σε ενιαία ενδοκοινοτική μεταφορά. Η ενδοκοινοτική κυκλοφορία των αγαθών θα πρέπει να καταλογίζεται μόνο σε μία από τις παραδόσεις και μόνο εκείνη η παράδοση θα πρέπει να επωφελείται από την απαλλαγή από τον ΦΠΑ που προβλέπεται για τις ενδοκοινοτικές παραδόσεις. Οι λοιπές παραδόσεις στην αλυσίδα θα πρέπει να φορολογούνται και ενδεχομένως να απαιτείται από τον προμηθευτή να διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στο κράτος μέλος παράδοσης. Προκειμένου να αποφευχθούν διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ των κρατών μελών, οι οποίες ενδέχεται να οδηγήσουν σε διπλή φορολόγηση ή μη φορολόγηση, και προκειμένου να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου για τους φορείς εκμετάλλευσης, θα πρέπει να θεσπισθεί κοινός κανόνας βάσει του οποίου, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, η μεταφορά των αγαθών θα καταλογίζεται σε μία παράδοση στην αλυσίδα των συναλλαγών.

(7) Όσον αφορά τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ σε σχέση με την απαλλαγή για την παράδοση αγαθών στο ενδοκοινοτικό εμπόριο, προτείνεται η συμπερίληψη του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ του αποκτώντος στο σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών ΦΠΑ (‘VIES’), ο οποίος αποδίδεται από κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος αναχώρησης της μεταφοράς των αγαθών, μαζί με την προϋπόθεση μεταφοράς των αγαθών εκτός του κράτους μέλους παράδοσης να αποτελεί πλέον ουσιαστική προϋπόθεση για την εφαρμογή της απαλλαγής και όχι τυπική απαίτηση. Επιπλέον ο κατάλογος VIES είναι απαραίτητος προκειμένου να ενημερώνεται το κράτος μέλος άφιξης για την παρουσία αγαθών στην επικράτειά του και αποτελεί, ως εκ τούτου, βασικό στοιχείο για την καταπολέμηση της απάτης στην Ένωση. Για τον λόγο αυτό, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν ότι όταν ο προμηθευτής δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του όσον αφορά τον κατάλογο VIES, δεν ισχύει η απαλλαγή, εκτός εάν ο προμηθευτής ενεργεί με καλή πίστη, δηλαδή όταν μπορεί να αιτιολογήσει δεόντως ενώπιον των αρμόδιων φορολογικών αρχών ενδεχόμενες παραλείψεις του που συνδέονται με τον ανακεφαλαιωτικό πίνακα, ο οποίος θα μπορούσε επίσης να περιλαμβάνει κατά τον χρόνο αυτό την παροχή των ακριβών στοιχείων που απαιτούνται από τον προμηθευτή σύμφωνα με το άρθρο 264 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

(8) Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας – κυρίως η βελτίωση της λειτουργίας του καθεστώτος ΦΠΑ στο πλαίσιο του διασυνοριακού εμπορίου μεταξύ επιχειρήσεων – δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.

(9) Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (6), τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύσουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.

(10) Συνεπώς, η οδηγία 2006/112/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

 

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

 

Άρθρο 1

Η οδηγία 2006/112/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 17α

1. Δεν εξομοιώνεται με παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας η μεταφορά από υποκείμενο στον φόρο ενός αγαθού της επιχείρησής του με προορισμό άλλο κράτος μέλος στο πλαίσιο των ρυθμίσεων για τα αποθέματα στη διάθεση συγκεκριμένου αποκτώντος.

2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι ρυθμίσεις για τα αποθέματα στη διάθεση συγκεκριμένου αποκτώντος θεωρείται ότι υφίστανται όταν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) τα αγαθά αποστέλλονται ή μεταφέρονται από υποκείμενο στον φόρο ή από τρίτον για λογαριασμό του σε άλλο κράτος μέλος, ώστε τα εν λόγω αγαθά να παραδοθούν στο κράτος αυτό, σε μεταγενέστερο στάδιο και μετά την άφιξη, σε άλλον υποκείμενο στον φόρο ο οποίος δικαιούται να αποκτήσει την κυριότητα των εν λόγω αγαθών σύμφωνα με ισχύουσα συμφωνία μεταξύ των δύο υποκειμένων στον φόρο·

β)ο υποκείμενος στον φόρο που αποστέλλει ή μεταφέρει τα αγαθά δεν διατηρεί έδρα οικονομικής δραστηριότητας ούτε μόνιμη εγκατάσταση στο κράτος μέλος στο οποίο αποστέλλονται ή μεταφέρονται τα αγαθά·

γ) ο υποκείμενος στον φόρο στον οποίο πρόκειται να παραδοθούν τα αγαθά διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στο κράτος μέλος στο οποίο αποστέλλονται ή μεταφέρονται τα αγαθά και τόσο η ταυτότητά του όσο και ο αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που του έχει αποδοθεί από το εν λόγω κράτος μέλος είναι γνωστά στον υποκείμενο στον φόρο που αναφέρεται στο στοιχείο β) κατά τον χρόνο αναχώρησης της αποστολής ή της μεταφοράς·

δ) ο υποκείμενος στον φόρο που αποστέλλει ή μεταφέρει τα αγαθά καταγράφει τη μεταφορά των αγαθών στο ειδικό βιβλίο καταχώρισης που προβλέπεται στο άρθρο 243 παράγραφος 3 και περιλαμβάνει στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα την ταυτότητα του υποκειμένου στον φόρο που αποκτά τα αγαθά, καθώς και τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που του έχει αποδοθεί από το κράτος μέλος στο οποίο αποστέλλονται ή μεταφέρονται τα αγαθά, όπως προβλέπεται στο άρθρο 262 παράγραφος 2.

3. Όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες, κατά τον χρόνο της μεταβίβασης του δικαιώματος διάθεσης των αγαθών με την ιδιότητα του κυρίου στον υποκείμενο στον φόρο που αναφέρεται στο στοιχείο γ) της παραγράφου 2, υπό την προϋπόθεση ότι η μεταβίβαση εκτελείται εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 4:

α) θεωρείται ότι πραγματοποιείται παράδοση αγαθών, σύμφωνα με το άρθρο 138 παράγραφος 1, από τον υποκείμενο στον φόρο ο οποίος απέστειλε ή μετέφερε τα αγαθά είτε ο ίδιος είτε μέσω τρίτου ο οποίος ενήργησε για λογαριασμό του στο κράτος μέλος από το οποίο απεστάλησαν ή μεταφέρθηκαν τα αγαθά·

β) θεωρείται ότι πραγματοποιείται ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών από τον υποκείμενο στον φόρο στον οποίο παραδίδονται τα εν λόγω αγαθά στο κράτος μέλος στο οποίο αποστέλλονται ή μεταφέρονται.

4. Εάν, εντός 12 μηνών από την άφιξη των αγαθών στο κράτος μέλος στο οποίο έχουν αποσταλεί ή μεταφερθεί, τα αγαθά δεν έχουν παραδοθεί στον υποκείμενο στον φόρο για τον οποίο προορίζονταν, σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο γ), και την παράγραφο 6 και δεν συντρέχει καμία από τις περιστάσεις που ορίζονται στην παράγραφο 7, η μεταβίβαση κατά την έννοια του άρθρου 17 θεωρείται ότι διενεργείται την επόμενη ημέρα μετά τη λήξη της περιόδου των 12 μηνών.

5. Δεν θεωρείται ότι υφίσταται μεταβίβαση κατά την έννοια του άρθρου 17 όταν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) το δικαίωμα διάθεσης των αγαθών δεν έχει μεταβιβασθεί και τα εν λόγω αγαθά επιστρέφονται στο κράτος μέλος από το οποίο έχουν αποσταλεί ή μεταφερθεί, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 4, και

β) ο υποκείμενος στον φόρο ο οποίος απέστειλε ή μετέφερε τα αγαθά καταγράφει την επιστροφή τους στο βιβλίο καταχώρισης που αναφέρεται στο άρθρο 243 παράγραφος 3.

6. Εάν, εντός της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 4, ο υποκείμενος στον φόρο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ) αντικατασταθεί από άλλον υποκείμενο στον φόρο, δεν θεωρείται ότι διενεργείται μεταβίβαση κατά την έννοια του άρθρου 17 κατά τον χρόνο της αντικατάστασης, υπό την προϋπόθεση ότι:

α) πληρούνται όλες οι άλλες προϋποθέσεις σύμφωνα με την παράγραφο 2· και

β) η αντικατάσταση καταγράφεται από τον υποκείμενο στον φόρο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) στο βιβλίο καταχώρισης που αναφέρεται στο άρθρο 243 παράγραφος 3.

7. Εάν, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 4, παύσει να πληρούται οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 6, η μεταβίβαση των αγαθών σύμφωνα με το άρθρο 17 θεωρείται ότι διενεργείται κατά τον χρόνο κατά τον οποίο παύει να πληρούται η σχετική προϋπόθεση.

Εάν τα αγαθά παραδοθούν σε άλλο πρόσωπο εκτός από τον υποκείμενο στον φόρο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ) ή στην παράγραφο 6, θεωρείται ότι οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 6 παύουν να πληρούνται αμέσως πριν από την εν λόγω παράδοση.

Σε περίπτωση που τα αγαθά αποστέλλονται ή μεταφέρονται σε χώρα διαφορετική από το κράτος μέλος από το οποίο μετακινήθηκαν αρχικά, θεωρείται ότι οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 6 παύουν να πληρούνται αμέσως πριν από την έναρξη της εν λόγω αποστολής ή μεταφοράς.

Σε περίπτωση καταστροφής, απώλειας ή κλοπής των αγαθών θεωρείται ότι οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 6 παύουν να πληρούνται την ημέρα κατά την οποία αφαιρέθηκαν ή καταστράφηκαν πράγματι τα αγαθά ή, εάν είναι αδύνατον να καθορισθεί η εν λόγω ημερομηνία, την ημερομηνία κατά την οποία διαπιστώθηκε η καταστροφή ή η απώλεια των αγαθών.»·

 

2) στο τμήμα 2 κεφάλαιο 1 τίτλος V παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 36α

1. Όταν τα ίδια αγαθά παραδίδονται διαδοχικά και τα εν λόγω αγαθά αποστέλλονται ή μεταφέρονται από ένα κράτος μέλος σε άλλο απευθείας από τον πρώτο προμηθευτή στον τελευταίο παραλήπτη σε όλο το μήκος της αλυσίδας, η αποστολή ή η μεταφορά καταλογίζεται μόνο στην παράδοση προς τον ενδιάμεσο φορέα εκμετάλλευσης.

2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αποστολή ή μεταφορά καταλογίζεται μόνο στην παράδοση αγαθών από τον ενδιάμεσο φορέα εκμετάλλευσης όταν ο ενδιάμεσος αυτός φορέας έχει κοινοποιήσει στον προμηθευτή του τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που έχει λάβει από το κράτος μέλος από το οποίο αποστέλλονται ή μεταφέρονται τα αγαθά.

3. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως “ενδιάμεσος φορέας εκμετάλλευσης” νοείται ένας προμηθευτής διαφορετικός από τον πρώτο προμηθευτή στην αλυσίδα, ο οποίος αποστέλλει ή μεταφέρει τα αγαθά είτε ο ίδιος είτε μέσω τρίτου μέρους που ενεργεί για λογαριασμό του.

4. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 14α.»·

 

3) Στο άρθρο 138 επέρχεται η εξής τροποποίηση:

α) η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Τα κράτη μέλη απαλλάσσουν από τον φόρο τις παραδόσεις αγαθών τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται εκτός της αντίστοιχης επικράτειάς τους αλλά εντός της Κοινότητας από τον πωλητή ή τον αποκτώντα ή από άλλο πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τους, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) τα αγαθά παραδίδονται σε άλλον υποκείμενο στον φόρο ή σε νομικό πρόσωπο μη υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με αυτή την ιδιότητα σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος αναχώρησης της αποστολής ή της μεταφοράς των αγαθών·

β) ο υποκείμενος στον φόρο ή το μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο για το οποίους πραγματοποιείται η παράδοση διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος αναχώρησης της αποστολής ή της μεταφοράς των αγαθών και έχει γνωστοποιήσει αυτό τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στον προμηθευτή.»·

β) παρεμβάλλεται η εξής παράγραφος:

«1α. Η απαλλαγή που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεν εφαρμόζεται όταν ο προμηθευτής δεν έχει εκπληρώσει την υποχρέωση των άρθρων 262 και 263 σχετικά με την υποβολή ανακεφαλαιωτικού πίνακα ή όταν ο ανακεφαλαιωτικός πίνακας που έχει υποβάλει δεν περιέχει τις ορθές πληροφορίες σχετικά με την εν λόγω παράδοση, όπως απαιτείται στο άρθρο 264, εκτός εάν ο προμηθευτής μπορεί να αιτιολογήσει δεόντως την παράλειψή του κατά τρόπο ικανοποιητικό για τις αρμόδιες αρχές.»·

 

4) στο άρθρο 243, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3. Κάθε υποκείμενος στον φόρο ο οποίος μεταφέρει αγαθά στο πλαίσιο των ρυθμίσεων για τα αποθέματα στη διάθεση συγκεκριμένου αποκτώντος που αναφέρονται στο άρθρο 17α, τηρεί βιβλίο καταχώρισης που επιτρέπει στις φορολογικές αρχές να ελέγχουν την ορθή εφαρμογή του εν λόγω άρθρου.

Κάθε υποκείμενος στον φόρο στον οποίο παραδίδονται αγαθά στο πλαίσιο των ρυθμίσεων για τα αποθέματα στη διάθεση συγκεκριμένου αποκτώντος που αναφέρονται στο άρθρο 17α, τηρεί βιβλίο καταχώρισης των εν λόγω αγαθών.»·

 

5) Το άρθρο 262 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 262

1. Κάθε υποκείμενος στον φόρο που διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ οφείλει να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα με τα ακόλουθα:

α) τους αποκτώντες που διαθέτουν αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ και στους οποίους παρέδωσε αγαθά σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 138 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 στοιχείο γ)·

β) τα πρόσωπα που διαθέτουν αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ και στα οποία παρέδωσε αγαθά που είχε αποκτήσει στο πλαίσιο των ενδοκοινοτικών αποκτήσεων των αγαθών σύμφωνα με το άρθρο 42·

γ) τους υποκειμένους στον φόρο και τα μη υποκείμενα στον φόρο νομικά πρόσωπα που διαθέτουν αριθμό μητρώου ΦΠΑ και στους οποίους παρείχε υπηρεσίες εκτός των υπηρεσιών που απαλλάσσονται από την καταβολή ΦΠΑ στο κράτος μέλος στο οποίο είναι φορολογητέα η πράξη, για τις οποίες ο λήπτης των υπηρεσιών είναι υπόχρεος για την καταβολή του φόρου σύμφωνα με το άρθρο 196.

2. Εκτός από τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κάθε υποκείμενος στον φόρο υποβάλλει πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ των υποκειμένων στον φόρο για τους οποίους προορίζονται τα αγαθά τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται στο πλαίσιο των ρυθμίσεων για τα αποθέματα στη διάθεση συγκεκριμένου αποκτώντος, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 17α, καθώς και σχετικά με οποιαδήποτε αλλαγή όσον αφορά τις πληροφορίες που έχει υποβάλει ήδη.»·

 

6) Τα άρθρα 403 και 404 απαλείφονται.

 

Άρθρο 2

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιανουαρίου 2020.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

 

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

 

Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2018

 

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

H. LÖGER

 

(1) Γνώμη της 3ης Οκτωβρίου 2018.

(2) Γνώμη της 14ης Μαρτίου 2018.

(3) Πρώτη οδηγία 67/227/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Απριλίου 1967, περί της εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών (ΕΕ 71 της 14.4.1967, σ. 1301).

(4) Δεύτερη οδηγία 67/228/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Απριλίου 1967, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - διάρθρωση και κανόνες εφαρμογής του κοινού συστήματος φόρου προστιθεμένης αξίας (ΕΕ 71 της 14.4.1967, σ 1303).

(5) Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1).

(6) ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.

The post ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/1910 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ appeared first on HELLAS TAX.

]]>
https://hellastax.gr/archives/218687/feed 0
ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/1673 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 23ης Οκτωβρίου 2018 σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου https://hellastax.gr/archives/134573 https://hellastax.gr/archives/134573#respond Mon, 12 Nov 2018 12:00:00 +0000     ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/1673 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 23ης Οκτωβρίου 2018 σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 83 παράγραφος 1, Έχοντας υπόψη την πρόταση της Continue Reading

The post ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/1673 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 23ης Οκτωβρίου 2018 σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου appeared first on HELLAS TAX.

]]>
 

 

ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/1673 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 23ης Οκτωβρίου 2018

σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 83 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τα συναφή αδικήματα της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος παραμένουν σημαντικά προβλήματα σε επίπεδο Ένωσης, βλάπτοντας την ακεραιότητα, τη σταθερότητα και τη φήμη του χρηματοπιστωτικού τομέα και απειλώντας την εσωτερική αγορά και την εσωτερική ασφάλεια της Ένωσης. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα εν λόγω προβλήματα και να συμπληρωθεί και ενισχυθεί η εφαρμογή της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(2), η παρούσα οδηγία στοχεύει στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου, ούτως ώστε να καταστήσει δυνατή την αποτελεσματικότερη και ταχύτερη διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών.

(2) Τα μέτρα που λαμβάνονται αποκλειστικά σε εθνικό ή ακόμα και σε ενωσιακό επίπεδο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο διεθνής συντονισμός και η διεθνής συνεργασία, έχουν πολύ περιορισμένα αποτελέσματα. Τα μέτρα που θεσπίζονται από την Ένωση για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες θα πρέπει, συνεπώς, να είναι συμβατά με άλλες δράσεις που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο άλλων διεθνών φόρουμ, και τουλάχιστον εξίσου αυστηρά με αυτές.

(3) Η δράση της Ένωσης θα πρέπει να συνεχίσει να λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τις συστάσεις της ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης (Financial Action Task force - «FATF») καθώς και μέσα άλλων διεθνών οργανισμών και φορέων που δραστηριοποιούνται στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Οι σχετικές νομικές πράξεις της Ένωσης θα πρέπει, όπου απαιτείται, να ευθυγραμμίζονται περαιτέρω με τα διεθνή πρότυπα που εγκρίθηκαν από τη FATF, τον Φεβρουάριο του 2012, για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και της διάδοσης όπλων μαζικής καταστροφής (οι «αναθεωρημένες συστάσεις της FATF»). Ως συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ξέπλυμα, την έρευνα, την κατάσχεση και δήμευση των προϊόντων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες και για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, η Ένωση οφείλει να μεταφέρει τις απαιτήσεις της εν λόγω σύμβασης στην έννομη τάξη της.

(4) Η απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ του Συμβουλίου(3) προβλέπει υποχρεώσεις σχετικά με την ποινικοποίηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Ωστόσο, η εν λόγω απόφαση-πλαίσιο δεν είναι αρκετά περιεκτική και η υφιστάμενη ποινικοποίηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες δεν είναι αρκετά συνεκτική για την αποτελεσματική καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στην Ένωση και έχει ως αποτέλεσμα την ύπαρξη κενών στην επιβολή και την ύπαρξη εμποδίων στη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών στα διάφορα κράτη μέλη.

Publications Office

(5) Ο ορισμός των εγκληματικών δραστηριοτήτων που συνιστούν τα κύρια αδικήματα στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες θα πρέπει να είναι επαρκώς ομοιόμορφος σε όλα τα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι κάθε αδίκημα τιμωρούμενο με ποινή φυλάκισης επιπέδου οριζόμενου στην παρούσα οδηγία θεωρείται αξιόποινη πράξη νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Επιπλέον, κατά το μέτρο που η επιβολή αυτών των ορίων ποινών δεν ισχύει ήδη, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμπεριλάβουν ένα φάσμα αδικημάτων σε καθεμιά από τις κατηγορίες αδικημάτων που κατονομάζονται στην παρούσα οδηγία. Σε αυτή την περίπτωση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να αποφασίσουν με ποιο τρόπο θα περιορίσουν το εύρος των εγκλημάτων εντός των αντίστοιχων κατηγοριών. Όταν μία κατηγορία αδικημάτων, όπως η τρομοκρατία ή τα περιβαλλοντικά αδικήματα, περιλαμβάνει αδικήματα που καθορίζονται από νομικές πράξεις της Ένωσης, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να παραπέμπει στις εν λόγω νομικές πράξεις. Τα κράτη μέλη θα πρέπει ωστόσο να θεωρούν ότι κάθε αδίκημα που καθορίζεται από τις εν λόγω νομικές πράξεις συνιστά κύριο αδίκημα στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Κάθε είδος αξιόποινης συμμετοχής στη διάπραξη κύριου αδικήματος, όπως έχει ποινικοποιηθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, θα πρέπει επίσης να θεωρείται εγκληματική δραστηριότητα για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Στις περιπτώσεις που η νομοθεσία της Ένωσης επιτρέπει στα κράτη μέλη να προβλέπουν κυρώσεις, πέραν των ποινικών κυρώσεων, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να απαιτεί από τα κράτη μέλη να κατηγοριοποιούν τα αδικήματα στις εν λόγω περιπτώσεις ως κύρια αδικήματα για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

(6) Η χρήση εικονικών νομισμάτων συνεπάγεται νέους κινδύνους και προκλήσεις από τη σκοπιά της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν την κατάλληλη αντιμετώπιση αυτών των κινδύνων.

(7) Λόγω του αντικτύπου των αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, που διαπράττονται από κατόχους δημοσίων αξιωμάτων, στη δημόσια σφαίρα και στην ακεραιότητα των δημόσιων θεσμικών οργάνων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να εξετάζουν την εισαγωγή αυστηρότερων ποινών για τους κατόχους δημόσιων αξιωμάτων στο εθνικό τους πλαίσιο και σύμφωνα με τις νομικές τους παραδόσεις.

(8) Τα φορολογικά εγκλήματα που αφορούν την άμεση και την έμμεση φορολογία θα πρέπει να καλύπτονται από τον ορισμό της εγκληματικής δραστηριότητας, σύμφωνα με τις αναθεωρημένες συστάσεις της FATF. Δεδομένου ότι τα διάφορα φορολογικά εγκλήματα μπορεί να συνιστούν σε κάθε κράτος μέλος εγκληματική δραστηριότητα που τιμωρείται με τις κυρώσεις που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, οι ορισμοί των φορολογικών εγκλημάτων μπορεί να διαφέρουν στο εθνικό δίκαιο. Ωστόσο, στην παρούσα οδηγία δεν επιδιώκεται η εναρμόνιση των ορισμών των φορολογικών εγκλημάτων στο εθνικό δίκαιο.

(9) Τα κράτη μέλη θα πρέπει, στο πλαίσιο των ποινικών διαδικασιών σχετικών με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, να συνδράμουν αμοιβαίως με τον ευρύτερο δυνατό τρόπο, και να διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες ανταλλάσσονται με αποτελεσματικό και έγκαιρο τρόπο, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και το ισχύον νομικό πλαίσιο της Ένωσης. Οι διαφορές μεταξύ των ορισμών των κύριων αδικημάτων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο δεν θα πρέπει να παρεμποδίζουν τη διεθνή συνεργασία σε ποινικές διαδικασίες που αφορούν τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η συνεργασία με τρίτες χώρες θα πρέπει να εντατικοποιηθεί, ιδίως με την ενθάρρυνση και υποστήριξη της θέσπισης αποτελεσματικών μέτρων και μηχανισμών για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και με τη διασφάλιση καλύτερης διεθνούς συνεργασίας σε αυτόν τον τομέα.

(10) Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όσον αφορά την περιουσία που προέρχεται από ποινικά αδικήματα που επηρεάζουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, καθώς η περίπτωση αυτή διέπεται από ειδικούς κανόνες, όπως αυτοί προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2017/1371 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(4). Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη της δυνατότητας των κρατών μελών να μεταφέρουν σε εθνικό επίπεδο την παρούσα οδηγία και την οδηγία (ΕΕ) 2017/1371 μέσω ενός ενιαίου ολοκληρωμένου πλαισίου. Σύμφωνα με το άρθρο 325 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), τα κράτη μέλη οφείλουν να λαμβάνουν τα ίδια μέτρα καταπολέμησης της απάτης κατά των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης με εκείνα που λαμβάνουν για την καταπολέμηση της απάτης κατά των ιδίων οικονομικών συμφερόντων.

(11) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι ορισμένες μορφές δραστηριοτήτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες θα είναι επίσης αξιόποινες όταν διαπράττονται από τον δράστη της εγκληματικής δραστηριότητας από την οποία προήλθε αυτή η περιουσία (αυτονομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες). Σε τέτοιες περιπτώσεις, στις οποίες η δραστηριότητα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες δεν περιορίζεται στην απλή κατοχή ή χρήση, αλλά περιλαμβάνει και τη μεταφορά, μετατροπή, απόκρυψη ή συγκάλυψη περιουσιακών στοιχείων και έχει ως αποτέλεσμα την επέλευση επιπλέον ζημίας, πέρα από αυτή που προκλήθηκε ήδη από την εγκληματική δραστηριότητα, για παράδειγμα τη διάθεση σε τρίτους της περιουσίας που προήλθε από εγκληματική δραστηριότητα και, μέσω της πράξης αυτής, τη συγκάλυψη της παράνομης προέλευσής της, η εν λόγω νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες θα πρέπει να τιμωρείται.

(12) Προκειμένου τα μέτρα του ποινικού δικαίου να είναι αποτελεσματικά ενάντια στην αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η καταδικαστική απόφαση θα πρέπει να είναι δυνατή χωρίς να είναι απαραίτητο να διαπιστωθεί ακριβώς από ποια εγκληματική δραστηριότητα προήλθε η περιουσία ή χωρίς να είναι απαραίτητη προηγούμενη ή παράλληλη καταδίκη για την εν λόγω εγκληματική δραστηριότητα, συνεκτιμώντας όλες τις σχετικές περιστάσεις και αποδείξεις. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν, σύμφωνα με την εθνική τους έννομη τάξη, να μεριμνήσουν προς τούτο με άλλα μέσα εκτός των νομοθετικών διατάξεων. Η δίωξη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες θα πρέπει επίσης να μην εμποδίζεται από το γεγονός ότι η εγκληματική δραστηριότητα διαπράχθηκε σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα, υπό την επιφύλαξη των προϋποθέσεων που ορίζει η παρούσα οδηγία.

(13) Η παρούσα οδηγία αποσκοπεί στην ποινικοποίηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όταν αυτή διαπράττεται με πρόθεση και εν γνώσει ότι η περιουσία προήλθε από εγκληματική δραστηριότητα. Στο πλαίσιο αυτό, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να διακρίνει μεταξύ των περιπτώσεων όπου περιουσία προήλθε άμεσα από εγκληματική δραστηριότητα και των περιπτώσεων όπου αυτή προήλθε έμμεσα από εγκληματική δραστηριότητα, σύμφωνα με τον ευρύ ορισμό των «προϊόντων», όπως ορίζεται στην οδηγία 2014/42/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(5). Σε κάθε περίπτωση, όταν εξετάζεται κατά πόσο η περιουσία προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα και κατά πόσο το πρόσωπο το γνώριζε, θα πρέπει να συνεκτιμώνται οι ειδικές περιστάσεις της υπόθεσης, όπως το γεγονός ότι η αξία της περιουσίας είναι δυσανάλογη σε σχέση με το νόμιμο εισόδημα του κατηγορουμένου και ότι η εγκληματική δραστηριότητα και η απόκτηση περιουσίας πραγματοποιήθηκαν μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα. Η πρόθεση τέλεσης και η σχετική γνώση μπορούν να συνάγονται από αντικειμενικά, πραγματικά περιστατικά. Καθώς η παρούσα οδηγία προβλέπει ελάχιστους κανόνες όσον αφορά τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να θεσπίζουν ή να διατηρούν αυστηρότερους κανόνες ποινικού δικαίου στον εν λόγω τομέα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν, για παράδειγμα, να προβλέπουν ότι η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες συνιστά ποινικό αδίκημα, εφόσον γίνεται από ελαφρά ή βαρεία αμέλεια. Οι παραπομπές που γίνονται στην παρούσα οδηγία στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που διαπράττονται από αμέλεια θα πρέπει να νοούνται ως τέτοιες για τα κράτη μέλη που ποινικοποιούν τέτοιες συμπεριφορές.

(14) Προκειμένου να αποτρέπεται η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες σε όλη την Ένωση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τιμωρείται με μέγιστη ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τεσσάρων ετών. Η υποχρέωση αυτή δεν θίγει την εξατομίκευση και την επιβολή ποινών και την εκτέλεση κυρώσεων σύμφωνα με τα συγκεκριμένα περιστατικά κάθε μεμονωμένης υπόθεσης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να προβλέπουν πρόσθετες κυρώσεις ή μέτρα, όπως είναι η επιβολή προστίμων, ο προσωρινός ή μόνιμος αποκλεισμός από την πρόσβαση σε δημόσια χρηματοδότηση, συμπεριλαμβανομένων διαγωνισμών, επιχορηγήσεων και συμβάσεων παραχώρησης, η προσωρινή στέρηση του δικαιώματος της άσκησης εμπορικών δραστηριοτήτων ή η προσωρινή απαγόρευση άσκησης αιρετού ή δημοσίου λειτουργήματος. Η υποχρέωση αυτή δεν θίγει τη διακριτική ευχέρεια του δικαστή ή του δικαστηρίου να αποφασίζει αν θα επιβάλει πρόσθετες κυρώσεις ή μέτρα, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης.

(15) Ενώ η αύξηση της ποινής δεν είναι υποχρεωτική, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο δικαστής ή το δικαστήριο δύναται να λαμβάνει υπόψη τις επιβαρυντικές περιστάσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία κατά την καταδίκη των υπαιτίων. Εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστή ή του δικαστηρίου να καθορίσει αν θα αυξήσει την ποινή λόγω της συγκεκριμένης επιβαρυντικής περίστασης, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να είναι υποχρεωμένα να προβλέπουν επιβαρυντικές περιστάσεις, όταν στο εθνικό τους δίκαιο τα ποινικά αδικήματα που ορίζονται στην απόφαση-πλαίσιο 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου(6) ή τα αδικήματα που διαπράττονται από φυσικά πρόσωπα που ενεργούν ως υπόχρεες οντότητες κατά την άσκηση των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων τιμωρούνται ως χωριστά ποινικά αδικήματα και μπορούν να επισύρουν αυστηρότερες κυρώσεις.

(16) Η δέσμευση και δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος αντιμετωπίζουν τα οικονομικά κίνητρα που ωθούν στο έγκλημα. Η οδηγία 2014/42/EE προβλέπει ελάχιστους κανόνες σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων εγκλήματος σε ποινικές υποθέσεις. Η οδηγία αυτή απαιτεί επίσης η Επιτροπή να υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της και να διατυπώνει κατάλληλες προτάσεις, εφόσον απαιτείται. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, κατελάχιστον, να διασφαλίζουν τη δέσμευση και δήμευση των οργάνων και των προϊόντων εγκλήματος σε όλες τις περιπτώσεις που προβλέπει η οδηγία 2014/42/ΕΕ. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξετάσουν σοβαρά το ενδεχόμενο να επιτρέπουν τη δήμευση σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες δεν μπορεί να κινηθεί ή να ολοκληρωθεί ποινική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων στις οποίες ο δράστης έχει αποβιώσει. Όπως ζητήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στη δήλωση που συνοδεύει την οδηγία 2014/42/ΕΕ, η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση που θα εξετάζει τη σκοπιμότητα και τα πιθανά οφέλη από τη θέσπιση περαιτέρω κοινών κανόνων σχετικά με τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες, ακόμη και απουσία ποινικής καταδίκης συγκεκριμένου προσώπου ή προσώπων για τις δραστηριότητες αυτές. Στην ανάλυση αυτή θα συνεκτιμώνται οι διαφορές μεταξύ των νομικών παραδόσεων και συστημάτων των κρατών μελών.

(17) Δεδομένης της κινητικότητας των δραστών και των εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, καθώς και των σύνθετων διασυνοριακών ερευνών που απαιτούνται για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεμελιώσουν τη δικαιοδοσία τους προκειμένου να δοθεί στις αρμόδιες αρχές η δυνατότητα διερεύνησης και δίωξης τέτοιων δραστηριοτήτων. Θα πρέπει επομένως τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι η δικαιοδοσία τους καλύπτει περιπτώσεις που ένα αδίκημα διαπράττεται μέσω της τεχνολογίας της πληροφορίας και των επικοινωνιών από το έδαφός τους, είτε η τεχνολογία αυτή βρίσκεται στο έδαφός τους είτε όχι.

(18) Σύμφωνα με την απόφαση-πλαίσιο 2009/948/ΔΕΥ του Συμβουλίου(7) και την απόφαση 2002/187/ΔΕΥ του Συμβουλίου(8), οι αρμόδιες αρχές δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών που διεξάγουν παράλληλες ποινικές διαδικασίες για τα ίδια περιστατικά που αφορούν το ίδιο πρόσωπο πρέπει να αρχίσουν απευθείας διαβουλεύσεις μεταξύ τους, ιδίως προκειμένου να διασφαλιστεί ότι διώκονται όλα τα αδικήματα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

(19) Για να εξασφαλιστούν οι επιτυχείς έρευνες και η δίωξη αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, οι υπεύθυνοι για την έρευνα ή τη δίωξη αυτών των αδικημάτων θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν αποτελεσματικά ερευνητικά μέσα, όπως αυτά που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος ή άλλων σοβαρών εγκλημάτων. Προς τον σκοπό αυτό θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι διατίθενται επαρκές προσωπικό και στοχευμένη κατάρτιση, πόροι και επικαιροποιημένη τεχνολογική ικανότητα. Η χρήση των εργαλείων αυτών, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, θα πρέπει να είναι στοχευμένη και να λαμβάνει υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, καθώς και τη φύση και τη σοβαρότητα των υπό διερεύνηση αδικημάτων και θα πρέπει να σέβεται το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(20) Η παρούσα οδηγία αντικαθιστά ορισμένες διατάξεις της απόφασης-πλαισίου 2001/500/ΔΕΥ στα κράτη μέλη που δεσμεύονται από την οδηγία αυτή.

(21) Η παρούσα οδηγία σέβεται τις αρχές που αναγνωρίζει το άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζει ειδικότερα ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ορίζονται στους Τίτλους II, ΙΙΙ, V και VI, που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τον σεβασμό της ιδιωτικής και της οικογενειακής ζωής και το δικαίωμα προστασίας των προσωπικών δεδομένων, τις αρχές της νομιμότητας και της αναλογικότητας των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων, καλύπτοντας επίσης την απαίτηση για ακρίβεια, σαφήνεια και προβλεψιμότητα στο ποινικό δίκαιο, το τεκμήριο αθωότητας, καθώς και τα δικαιώματα των υπόπτων και των κατηγορουμένων να έχουν πρόσβαση σε δικηγόρο, το δικαίωμα της μη αυτοενοχοποίησης και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη. Η παρούσα οδηγία πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τα εν λόγω δικαιώματα και αρχές, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την ευρωπαϊκή σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, το διεθνές σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και άλλες υποχρεώσεις σχετικές με τα ανθρώπινα δικαιώματα δυνάμει του διεθνούς δικαίου.

(22) Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή να υπόκειται η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες σε αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις σε όλα τα κράτη μέλη, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της παρούσας οδηγίας, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου.

(23) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεν συμμετέχουν στην έκδοση της παρούσας οδηγίας και δεν δεσμεύονται από αυτήν ούτε υπόκεινται στην εφαρμογή της.

(24) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας οδηγίας και δεν δεσμεύεται από αυτή ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. Η απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ εξακολουθεί να έχει δεσμευτική ισχύ και να ισχύει στη Δανία,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει ελάχιστους κανόνες σχετικά με τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

2. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όσον αφορά περιουσία που προέρχεται από ποινικά αδικήματα που επηρεάζουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, καθώς η περίπτωση αυτή διέπεται από ειδικούς κανόνες, όπως αυτοί προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2017/1371.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1) «εγκληματική δραστηριότητα»: κάθε είδους εγκληματική ανάμειξη στη διάπραξη κάθε αδικήματος που, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή ή ένταλμα προσωρινής κράτησης μέγιστης διάρκειας άνω του ενός έτους ή, όσον αφορά τα κράτη μέλη που έχουν ελάχιστο όριο για τα αδικήματα στην έννομη τάξη τους, κάθε αδικήματος που τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή ή ένταλμα προσωρινής κράτησης ελάχιστης διάρκειας τουλάχιστον άνω των έξι μηνών. Σε κάθε περίπτωση, τα αδικήματα στο πλαίσιο των ακόλουθων κατηγοριών θεωρούνται εγκληματική δραστηριότητα:

α) συμμετοχή σε οργανωμένες εγκληματικές ομάδες και παροχή «προστασίας» έναντι χρημάτων, συμπεριλαμβανομένων των αδικημάτων που καθορίζονται στην απόφαση-πλαίσιο 2008/841/ΔΕΥ·

β) τρομοκρατία, συμπεριλαμβανομένων των αδικημάτων που καθορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(9)·

γ) εμπορία ανθρώπων και παράνομη διακίνηση μεταναστών, συμπεριλαμβανομένων των αδικημάτων που καθορίζονται στην οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(10) και την απόφαση-πλαίσιο 2002/946/ΔΕΥ του Συμβουλίου(11)·

δ) σεξουαλική εκμετάλλευση, συμπεριλαμβανομένων των αδικημάτων που καθορίζονται στην οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(12)·

ε) παράνομη διακίνηση ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, συμπεριλαμβανομένου κάθε αδικήματος που καθορίζεται στην απόφαση-πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου(13)·

στ) παράνομη εμπορία και διακίνηση όπλων·

ζ) παράνομη εμπορία και διακίνηση προϊόντων κλοπής και άλλων αγαθών·

η) διαφθορά και δωροδοκία, συμπεριλαμβανομένου κάθε εγκλήματος που καθορίζεται στη σύμβαση για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης(14) και στην απόφαση-πλαίσιο 2003/568/ΔΕΥ του Συμβουλίου(15)·

θ) απάτη, συμπεριλαμβανομένου κάθε εγκλήματος που καθορίζεται στην απόφαση-πλαίσιο 2001/413/ΔΕΥ του Συμβουλίου(16)·

ι) παραχάραξη και κιβδηλεία, συμπεριλαμβανομένων των αδικημάτων που καθορίζονται στην οδηγία 2014/62/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(17)·

ια) παράνομη απομίμηση και πειρατεία προϊόντων·

ιβ) περιβαλλοντικό έγκλημα, συμπεριλαμβανομένων των αδικημάτων που καθορίζονται στην οδηγία 2008/99/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(18) ή την οδηγία 2009/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(19)·

ιγ) ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, βαριά σωματική βλάβη·

ιδ) απαγωγή, παράνομη κατακράτηση και ομηρία·

ιε) ληστεία ή κλοπή·

ιστ) παράνομη διακίνηση ·

ιζ) φορολογικά εγκλήματα που σχετίζονται με άμεσους και έμμεσους φόρους, όπως καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο·

ιη) εκβίαση·

ιθ) πλαστογραφία·

κ) πειρατεία·

κα) πράξεις προσώπου που είναι κάτοχος εμπιστευτικών πληροφοριών και χειραγώγηση της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των αδικημάτων που καθορίζονται στην οδηγία 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(20)·

κβ) ηλεκτρονικό έγκλημα, συμπεριλαμβανομένων των αδικημάτων που καθορίζονται στην οδηγία 2013/40/ΕΕ(21)·

2) «περιουσία»: τα περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους, ενσώματα ή ασώματα, κινητά ή ακίνητα, υλικά ή άυλα, καθώς και τα νομικά έγγραφα ή στοιχεία με οποιαδήποτε μορφή, συμπεριλαμβανόμενης της ηλεκτρονικής ή ψηφιακής, που αποδεικνύουν τίτλο ιδιοκτησίας ή δικαιώματα προς απόκτηση τέτοιων περιουσιακών στοιχείων·

3) «νομικό πρόσωπο»: οποιαδήποτε οντότητα έχει νομική προσωπικότητα σύμφωνα με την εφαρμοστέα νομοθεσία, εξαιρουμένων των κρατών ή των δημόσιων οργανισμών που ασκούν κρατική εξουσία και των δημόσιων διεθνών οργανισμών.

Άρθρο 3

Αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι η ακόλουθη συμπεριφορά, όταν διαπράττεται με πρόθεση, τιμωρείται ως ποινικό αδίκημα:

α) η μετατροπή ή η μεταβίβαση περιουσίας, εν γνώσει του γεγονότος ότι προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα, με σκοπό την απόκρυψη ή τη συγκάλυψη της παράνομης προέλευσής της περιουσίας, ή την παροχή συνδρομής σε οποιονδήποτε ενέχεται στη δραστηριότητα αυτή, προκειμένου να αποφύγει τις έννομες συνέπειες της δραστηριότητάς του·

β) η απόκρυψη ή η συγκάλυψη της αλήθειας όσον αφορά τη φύση, προέλευση, διάθεση ή διακίνηση περιουσίας ή τον τόπο στον οποίο αυτή ευρίσκεται, ή την κυριότητα επί περιουσίας ή εκ σχετικών με αυτή δικαιωμάτων, εν γνώσει του γεγονότος ότι προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα ·

γ) η απόκτηση, η κατοχή ή η χρήση περιουσίας εν γνώσει, κατά τον χρόνο της κτήσης, του γεγονότος ότι η περιουσία προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα.

2. Τα κράτη μέλη δύνανται να λάβουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι η συμπεριφορά που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αποτελεί αξιόποινη πράξη, όταν ο δράστης υποψιαζόταν ή έπρεπε να γνώριζε ότι η περιουσία προήλθε από εγκληματική δραστηριότητα.

3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι:

α) προηγούμενη ή παράλληλη καταδίκη για την εγκληματική δραστηριότητα από την οποία προήλθε η περιουσία δεν αποτελεί προϋπόθεση καταδίκης για τα αδικήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και 2·

β) καταδίκη για τα αδικήματα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 είναι δυνατή όταν στοιχειοθετείται ότι η περιουσία προήλθε από εγκληματική δραστηριότητα, χωρίς να απαιτείται η στοιχειοθέτηση όλων των πραγματικών στοιχείων ή όλων των περιστάσεων που σχετίζονται με την εν λόγω εγκληματική δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας του δράστη·

γ) τα αδικήματα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 επεκτείνονται σε περιουσιακά στοιχεία που προέρχονται από συμπεριφορά που έλαβε χώρα στο έδαφος άλλου κράτους μέλους ή στο έδαφος τρίτης χώρας, όταν η σχετική συμπεριφορά θα αποτελούσε εγκληματική δραστηριότητα αν είχε λάβει χώρα σε εγχώριο επίπεδο.

4. Στην περίπτωση της παραγράφου 3 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη μπορούν περαιτέρω να απαιτούν όπως η σχετική συμπεριφορά συνιστά ποινικό αδίκημα δυνάμει του εθνικού δικαίου των άλλων κρατών μελών ή της τρίτης χώρας όπου διαπράχθηκε το εν λόγω αδίκημα, εκτός εάν η εν λόγω συμπεριφορά συνιστά ένα εκ των αδικημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημείο 1) στοιχεία α) έως ε) και η) και καθορίζονται στο ισχύον ενωσιακό δίκαιο.

5. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η συμπεριφορά που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) αποτελεί αξιόποινη πράξη όταν διαπράττεται από πρόσωπα που έχουν διαπράξει ή αναμειχθεί στην εγκληματική δραστηριότητα από την οποία προήλθε η περιουσία.

Άρθρο 4

Υποβοήθηση και συνέργεια, ηθική αυτουργία και απόπειρα

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ότι η υποβοήθηση και η συνέργεια, η ηθική αυτουργία και η απόπειρα διάπραξης αδικήματος που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 5 τιμωρείται ως ποινικό αδίκημα.

Άρθρο 5

Ποινές εις βάρος φυσικών προσώπων

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ότι τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4 τιμωρούνται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις.

2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ότι τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 5 τιμωρούνται με στερητική της ελευθερίας ποινή, το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται σε τουλάχιστον σε τέσσερα έτη.

3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ότι τα φυσικά πρόσωπα που έχουν διαπράξει τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4, υπόκεινται, εφόσον χρειάζεται, σε πρόσθετες κυρώσεις ή μέτρα.

Άρθρο 6

Επιβαρυντικές περιστάσεις

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ότι, σε σχέση με τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 5 και στο άρθρο 4, οι παρακάτω περιστάσεις θεωρούνται επιβαρυντικές περιστάσεις:

α) το αδίκημα διαπράχθηκε στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης κατά την έννοια της απόφασης-πλαισίου 2008/841/ΔΕΥ, ή

β) ο δράστης είναι υπόχρεη οντότητα κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 και έχει διαπράξει το αδίκημα κατά την άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας.

2. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι σε σχέση με τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 5 και στο άρθρο 4, οι παρακάτω περιστάσεις θεωρούνται επιβαρυντικές περιστάσεις:

α) η περιουσία ή τα χρήματα που είναι αντικείμενο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι σημαντικής αξίας, ή

β) η περιουσία που είναι αντικείμενο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες απορρέει από ένα εκ των αδικημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημείο 1) στοιχεία α) έως ε) και η).

Άρθρο 7

Ευθύνη νομικών προσώπων

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ότι τα νομικά πρόσωπα μπορούν να υπέχουν ευθύνη για οποιοδήποτε από τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 5 και στο άρθρο 4, το οποίο τελείται προς όφελός τους από οποιοδήποτε πρόσωπο που ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου και κατέχει διευθυντική θέση εντός του νομικού προσώπου βασιζόμενη σε οποιοδήποτε από τα ακόλουθα στοιχεία:

α) εξουσία εκπροσώπησης του νομικού προσώπου·

β) εξουσία λήψης αποφάσεων για λογαριασμό του νομικού προσώπου· ή

γ) εξουσία άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου.

2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ότι τα νομικά πρόσωπα μπορούν να υπέχουν ευθύνη και στις περιπτώσεις όπου η απουσία εποπτείας ή ελέγχου από πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου κατέστησε δυνατή τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 5 και στο άρθρο 4 προς όφελος του συγκεκριμένου νομικού προσώπου από πρόσωπο που ενεργεί υπό τη δικαιοδοσία του.

3. Η ευθύνη των νομικών προσώπων δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν αποκλείει την ποινική δίωξη φυσικών προσώπων που είναι αυτουργοί, ηθικοί αυτουργοί ή συνεργοί σε οποιοδήποτε αδίκημα αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 5 και στο άρθρο 4.

Άρθρο 8

Κυρώσεις για νομικά πρόσωπα

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ότι το νομικό πρόσωπο το οποίο υπέχει ευθύνη για αδικήματα βάσει του άρθρου 7 υπόκειται σε αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται χρηματικές ποινές ή πρόστιμα, και, ενδεχομένως, άλλες κυρώσεις, όπως:

α) αποκλεισμός από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις·

β) προσωρινός ή μόνιμος αποκλεισμός από την πρόσβαση σε δημόσια χρηματοδότηση, συμπεριλαμβανομένων διαγωνισμών, επιχορηγήσεων και συμβάσεων παραχώρησης·

γ) προσωρινή ή οριστική απαγόρευση της άσκησης εμπορικής δραστηριότητας ·

δ) θέση υπό δικαστική εποπτεία·

ε) δικαστική διαταγή εκκαθάρισης·

στ) προσωρινό ή οριστικό κλείσιμο των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη του αδικήματος.

Άρθρο 9

Δήμευση

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί, ανάλογα με την περίπτωση, ότι οι αρμόδιες αρχές τους δεσμεύουν ή δημεύουν, σύμφωνα με την οδηγία 2014/42/ΕΕ, τα προϊόντα των αδικημάτων και τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν κατά τη διάπραξή του ή τη συμβολή στη διάπραξή του, όπως αναφέρεται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 10

Δικαιοδοσία

1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του επί των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4 όταν:

α) το αδίκημα διαπράττεται, εξολοκλήρου ή εν μέρει, στο έδαφός του·

β) ο δράστης είναι υπήκοός του.

2. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή του να επεκτείνει τη δικαιοδοσία του για τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4 που έχουν διαπραχθεί εκτός του εδάφους του, όταν:

α) ο δράστης έχει τη συνήθη διαμονή του στο έδαφός του·

β) το αδίκημα διαπράττεται προς όφελος νομικού προσώπου εγκατεστημένου στο έδαφός του.

3. Όταν ένα αδίκημα που προβλέπεται στα άρθρα 3 και 4 υπάγεται στη δικαιοδοσία περισσοτέρων του ενός κρατών μελών και οποιοδήποτε εκ των συγκεκριμένων κρατών μπορεί εγκύρως να ασκήσει ποινική δίωξη βάσει των ίδιων πραγματικών περιστατικών, τα συγκεκριμένα κράτη μέλη συνεργάζονται προκειμένου να αποφασίσουν ποιο εξ αυτών θα προβεί στη δίωξη του δράστη με σκοπό να συγκεντρωθεί η διαδικασία σε ένα μόνο κράτος μέλος.

Λαμβάνονται υπόψη οι εξής παράγοντες:

α) το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου διεπράχθη το αδίκημα,

β) η υπηκοότητα ή ο τόπος διαμονής του δράστη,

γ) η χώρα καταγωγής του θύματος ή των θυμάτων, και

δ) το κράτος στο έδαφος του οποίου εντοπίστηκε ο δράστης.

Κατά περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 12 της απόφασης-πλαισίου 2009/948/ΔΕΥ, το ζήτημα παραπέμπεται στην Eurojust.

Άρθρο 11

Ερευνητικά μέσα

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι αποτελεσματικά ερευνητικά μέσα, όπως αυτά που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος ή άλλων σοβαρών εγκλημάτων βρίσκονται στη διάθεση των προσώπων, μονάδων ή υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με την ποινική έρευνα και δίωξη των αδικημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 5 και στο άρθρο 4.

Άρθρο 12

Αντικατάσταση ορισμένων διατάξεων της απόφασης-πλαισίου 2001/500/ΔΕΥ

Το άρθρο 1 στοιχείο β) και το άρθρο 2 της απόφασης-πλαισίου 2001/500/ΔΕΥ αντικαθίστανται όσον αφορά τα κράτη μέλη που δεσμεύονται από την παρούσα οδηγία, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών ως προς την ημερομηνία μεταφοράς της εν λόγω απόφασης-πλαισίου στο εθνικό δίκαιο.

Όσον αφορά τα κράτη μέλη που δεσμεύονται από την παρούσα οδηγία, οι παραπομπές στις διατάξεις της απόφασης-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 13

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως τις 3 Δεκεμβρίου 2020. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα εν λόγω μέτρα, αυτά περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 14

Υποβολή εκθέσεων

Η Επιτροπή υποβάλλει, έως τις 3 Δεκεμβρίου 2022, έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, στην οποία αξιολογεί τον βαθμό στον οποίο τα κράτη μέλη έχουν λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία.

Η Επιτροπή υποβάλλει επίσης, έως τις 3 Δεκεμβρίου 2023, έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, στην οποία αξιολογεί την προστιθέμενη αξία της παρούσας οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων προερχόμενων από παράνομες δραστηριότητες, καθώς και τον αντίκτυπό της στα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες. Βάσει της έκθεσης αυτής, η Επιτροπή υποβάλλει, εφόσον απαιτηθεί, νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη.

Άρθρο 15

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 16

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Στρασβούργο, 23 Οκτωβρίου 2018.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

K. EDTSTADLER

------------------------------

(1) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Σεπτεμβρίου 2018 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 11ης Οκτωβρίου 2018.

(2) Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).

(3) Απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2001, για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος (ΕΕ L 182 της 5.7.2001, σ. 1).

(4) Οδηγία (ΕΕ) 2017/1371 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2017, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης μέσω του ποινικού δικαίου (ΕΕ L 198 της 28.7.2017, σ. 29).

(5) Οδηγία 2014/42/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση οργάνων και προϊόντων εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ L 127 της 29.4.2014, σ. 39).

(6) Απόφαση-πλαίσιο 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2008, για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος (ΕΕ L 300 της 11.11.2008, σ. 42).

(7) Απόφαση πλαίσιο 2009/948/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την πρόληψη και τον διακανονισμό συγκρούσεων δικαιοδοσίας σε ποινικές υποθέσεις (ΕΕ L 328 της 15.12.2009, σ. 42).

(8) Απόφαση 2002/187/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με τη σύσταση της Eurojust προκειμένου να ενισχυθεί η καταπολέμηση των σοβαρών μορφών εγκλήματος (ΕΕ L 63 της 6.3.2002, σ. 1).

(9) Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6.).

(10) Οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1).

(11) Απόφαση-πλαίσιο 2002/946/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2002, για την ενίσχυση του ποινικού πλαισίου για την πρόληψη της υποβοήθησης της παράνομης εισόδου, διέλευσης και διαμονής (ΕΕ L 328 της 5.12.2002, σ. 1).

(12) Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης- πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1).

(13) Απόφαση-πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2004, για τη θέσπιση ελάχιστων διατάξεων σχετικά με τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων και τις ποινές που ισχύουν στον τομέα της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών (ΕΕ L 335 της 11.11.2004, σ. 8).

(14) Πράξη του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 1997 για την κατάρτιση της σύμβασης περί της καταπολέμησης της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταρτιζόμενη δυνάμει του άρθρου Κ.3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ C 195 της 25.6.1997, σ. 1).

(15) Απόφαση-πλαίσιο 2003/568/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα (ΕΕ L 192 της 31.7.2003, σ. 54).

(16) Απόφαση-πλαίσιο 2001/413/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, για την καταπολέμηση της απάτης και της πλαστογραφίας που αφορούν τα μέσα πληρωμής πλην των μετρητών (ΕΕ L 149 της 2.6.2001, σ. 1).

(17) Οδηγία 2014/62/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, σχετικά με την προστασία του ευρώ και άλλων νομισμάτων από την παραχάραξη και την κιβδηλεία μέσω του ποινικού δικαίου, και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2000/383/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 151 της 21.5.2014, σ. 1).

(18) Οδηγία 2008/99/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου (ΕΕ L 328 της 6.12.2008, σ. 28).

(19) Οδηγία 2009/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τροποποίηση της οδηγίας 2005/35/ΕΚ σχετικά με τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις (ΕΕ L 280 της 27.10.2009, σ. 52).

(20) Οδηγία 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, περί ποινικών κυρώσεων για την κατάχρηση αγοράς (οδηγία για την κατάχρηση αγοράς) (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 179).

(21) Οδηγία 2013/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Αυγούστου 2013, για τις επιθέσεις κατά συστημάτων πληροφοριών και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2005/222/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 218 της 14.8.2013, σ. 8).

The post ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/1673 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 23ης Οκτωβρίου 2018 σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου appeared first on HELLAS TAX.

]]>
https://hellastax.gr/archives/134573/feed 0
KΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/389 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 27ης Νοεμβρίου 2017 για τη συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη και τα κοινά και ασφαλή ανοικτά πρότυπα επικοινωνίας https://hellastax.gr/archives/23677 https://hellastax.gr/archives/23677#respond Tue, 13 Mar 2018 12:00:00 +0000   KΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/389 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 27ης Νοεμβρίου 2017 για τη συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη και τα κοινά και ασφαλή ανοικτά πρότυπα επικοινωνίας (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)   Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για Continue Reading

The post KΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/389 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 27ης Νοεμβρίου 2017 για τη συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη και τα κοινά και ασφαλή ανοικτά πρότυπα επικοινωνίας appeared first on HELLAS TAX.

]]>
 

KΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/389 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 27ης Νοεμβρίου 2017

για τη συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη και τα κοινά και ασφαλή ανοικτά πρότυπα επικοινωνίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

 

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 2002/65/ΕΚ, 2009/110/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και την κατάργηση της οδηγίας 2007/64/ΕΚ(1), και ιδίως το άρθρο 98 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Οι υπηρεσίες πληρωμών που προσφέρονται ηλεκτρονικά θα πρέπει να πραγματοποιούνται με ασφάλεια, υιοθετώντας τεχνολογίες ικανές να εγγυώνται την ασφαλή εξακρίβωση της ταυτότητας του χρήστη και να μειώνουν, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, τον κίνδυνο απάτης. Η διαδικασία εξακρίβωσης θα πρέπει να περιλαμβάνει, κατά κανόνα, μηχανισμούς παρακολούθησης των συναλλαγών που θα εντοπίζουν απόπειρες χρήσης των απολεσθέντων, κλαπέντων ή υπεξαιρεθέντων εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, και επιπλέον θα πρέπει να διασφαλίζει ότι ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών είναι ο νόμιμος χρήστης και άρα συναινεί στη μεταφορά χρηματικών ποσών και την πρόσβαση στις πληροφορίες λογαριασμού του διά της συνήθους χρήσης των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας. Είναι ακόμη αναγκαίο να διευκρινιστούν οι απαιτήσεις της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη που θα πρέπει να εφαρμόζονται κάθε φορά που ένας πληρωτής έχει πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών του διαδικτυακά, διενεργεί την έναρξη πράξης πληρωμής ηλεκτρονικά ή εκτελεί οποιαδήποτε ενέργεια, μέσω εξ αποστάσεως διαύλου, η οποία μπορεί να ενέχει κίνδυνο απάτης στον τομέα των πληρωμών ή άλλης παραβίασης, ζητώντας τη δημιουργία αναγνωριστικού κωδικού ο οποίος θα πρέπει να είναι ανθεκτικός στον κίνδυνο να πλαστογραφηθεί στο σύνολό του ή διαμέσου της δημοσιοποίησης οποιουδήποτε εκ των στοιχείων βάσει των οποίων δημιουργήθηκε.

(2) Καθώς οι μέθοδοι απάτης μεταβάλλονται διαρκώς, οι απαιτήσεις της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη θα πρέπει να ευνοούν την εξεύρεση καινοτόμων τεχνικών λύσεων αντιμετώπισης των νέων απειλών για την ασφάλεια των ηλεκτρονικών πληρωμών που συνεχώς εμφανίζονται. Προκειμένου να διασφαλιστεί η αδιάλειπτη και αποτελεσματική εφαρμογή των απαιτήσεων που πρόκειται να θεσπιστούν, είναι επιπλέον σκόπιμο να απαιτείται τεκμηρίωση, περιοδική δοκιμή, αξιολόγηση και έλεγχος των μέτρων ασφαλείας για την εφαρμογή της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη και των εξαιρέσεων από αυτήν, των μέτρων προστασίας της εμπιστευτικότητας και της ακεραιότητας των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, καθώς και των μέτρων θέσπισης κοινών και ασφαλών ανοικτών προτύπων επικοινωνίας από επιχειρησιακά ανεξάρτητους ελεγκτές με εμπειρία στην ασφάλεια των συστημάτων πληροφορικής και τις πληρωμές. Για να είναι σε θέση οι αρμόδιες αρχές να παρακολουθούν την ποιότητα της επανεξέτασης των εν λόγω μέτρων, οι αξιολογήσεις αυτές θα πρέπει να καθίστανται διαθέσιμες στις αρχές κατόπιν αιτήματός τους.

(3) Καθώς ο κίνδυνος απάτης είναι μεγαλύτερος για τις πράξεις ηλεκτρονικής πληρωμής εξ αποστάσεως, είναι αναγκαία η θέσπιση πρόσθετων εγγυήσεων για την αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη κατά τη διενέργεια των εν λόγω συναλλαγών, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα στοιχεία συνδέουν δυναμικά τη συναλλαγή με συγκεκριμένο ποσό και δικαιούχο που καθορίζονται από τον πληρωτή κατά την έναρξη της συναλλαγής.

(4) Η δυναμική σύνδεση είναι δυνατή μέσω της δημιουργίας αναγνωριστικών κωδικών η οποία διέπεται από αυστηρές απαιτήσεις ασφαλείας. Για να διατηρηθεί η τεχνολογική ουδετερότητα, δεν θα πρέπει να απαιτείται συγκεκριμένη τεχνολογία για την εφαρμογή αναγνωριστικών κωδικών. Συνεπώς, οι αναγνωριστικοί κωδικοί θα πρέπει να βασίζονται σε λύσεις όπως η δημιουργία και η επικύρωση κωδικών διέλευσης μιας χρήσης, ψηφιακών υπογραφών ή άλλων μέσων επικύρωσης που στηρίζονται στην κρυπτογράφηση τα οποία χρησιμοποιούν κλειδιά ή υλικά κρυπτογράφησης αποθηκευμένα στα στοιχεία εξακρίβωσης, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι απαιτήσεις ασφαλείας.

(5) Αναγκαία είναι η θέσπιση συγκεκριμένων απαιτήσεων για τις περιπτώσεις στις οποίες το τελικό ποσό δεν είναι γνωστό κατά τη στιγμή που ο πληρωτής διενεργεί την έναρξη πράξης ηλεκτρονικής πληρωμής εξ αποστάσεως, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι η αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη αφορά συγκεκριμένα το ανώτατο ποσό για το οποίο δίνει τη συγκατάθεσή του ο πληρωτής κατά τα προβλεπόμενα στην οδηγία (ΕΕ) 2015/2366.

(6) Για να διασφαλιστεί η εφαρμογή της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, είναι επιπλέον αναγκαίο να απαιτούνται επαρκή χαρακτηριστικά ασφαλείας για τα στοιχεία της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη που αφορούν γνώση (στοιχείο το οποίο μόνο ο χρήστης γνωρίζει), όπως μήκος ή πολυπλοκότητα, για τα στοιχεία που αφορούν κατοχή (στοιχείο το οποίο μόνο ο χρήστης κατέχει), όπως προδιαγραφές αλγόριθμου, μήκος κλειδιού και εντροπία πληροφοριών, και για τις συσκευές και τα λογισμικά ανάγνωσης στοιχείων που αφορούν κάποιο μοναδικό φυσικό χαρακτηριστικό του χρήστη (στοιχείο το οποίο ο χρήστης είναι), όπως προδιαγραφές αλγόριθμου, βιομετρικό αισθητήρα και χαρακτηριστικά προστασίας υποδειγμάτων, συγκεκριμένα δε με σκοπό τον περιορισμό του κινδύνου αποκάλυψης των στοιχείων αυτών, δημοσιοποίησής τους σε μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα και χρήσης τους από τα τελευταία. Είναι ακόμη αναγκαίο να θεσπιστούν απαιτήσεις που θα διασφαλίζουν την ανεξαρτησία των εν λόγω στοιχείων, έτσι ώστε η παραβίαση ενός να μην θέτει σε κίνδυνο την αξιοπιστία των υπολοίπων, συγκεκριμένα δε όταν κάποιο από τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιείται μέσω συσκευής πολλαπλών χρήσεων, ειδικότερα συσκευής όπως η ταμπλέτα ή το κινητό τηλέφωνο που μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο για να δοθεί η εντολή πραγματοποίησης της πληρωμής όσο και κατά τη διαδικασία εξακρίβωσης.

(7) Οι απαιτήσεις αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη εφαρμόζονται στις πληρωμές των οποίων η έναρξη διενεργείται από τον πληρωτή, ανεξάρτητα από το αν ο πληρωτής είναι φυσικό πρόσωπο ή νομική οντότητα.

(8) Λόγω της συγκεκριμένης φύσης τους, οι πληρωμές που πραγματοποιούνται με τη χρήση ανώνυμων μέσων πληρωμής δεν υπόκεινται στην υποχρέωση αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη. Στις περιπτώσεις στις οποίες η ανωνυμία των μέσων αυτών αίρεται για συμβατικούς ή νομικούς λόγους, οι πληρωμές διέπονται από τις απαιτήσεις ασφαλείας που απορρέουν από την οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 και από τα παρόντα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα.

(9) Σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2015/2366, προβλέπονται εξαιρέσεις από την αρχή της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη με κριτήρια το επίπεδο κινδύνου, το ύψος του ποσού, την επανεμφάνιση της συναλλαγής και τον δίαυλο πληρωμής που χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεση της πράξης πληρωμής.

(10) Οι ενέργειες που συνεπάγονται πρόσβαση στο υπόλοιπο και στις πρόσφατες κινήσεις του λογαριασμού πληρωμών χωρίς δημοσιοποίηση ευαίσθητων δεδομένων πληρωμών, οι επαναλαμβανόμενες πληρωμές προς τους ίδιους δικαιούχους οι οποίοι έχουν οριστεί ή επικυρωθεί παλαιότερα από τον πληρωτή μέσω της χρήσης της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, και οι πληρωμές προς και από το ίδιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διατηρεί λογαριασμούς στον ίδιο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών παρουσιάζουν κίνδυνο χαμηλού επιπέδου, επιτρέποντας έτσι στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να μην εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη. Βεβαίως, οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμών με κάρτα και οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού θα πρέπει, σύμφωνα με τα άρθρα 65, 66 και 67 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, να ζητούν και να λαμβάνουν από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης μόνο τις αναγκαίες και ουσιώδεις πληροφορίες λογαριασμού για την παροχή δεδομένης υπηρεσίας πληρωμής με τη συγκατάθεση του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών. Η εν λόγω συγκατάθεση είναι δυνατό να δίδεται μεμονωμένα για κάθε αίτημα παροχής πληροφοριών ή για κάθε πληρωμή της οποίας πρόκειται να διενεργηθεί η έναρξη ή, για τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, ως εντολή για καθορισμένους λογαριασμούς πληρωμών και τις συναφείς πράξεις πληρωμής κατά τα οριζόμενα στη συμβατική συμφωνία με τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών.

(11) Τυχόν εξαιρέσεις για ανέπαφες πληρωμές μικρής αξίας σε σημεία πώλησης, οι οποίες λαμβάνουν επίσης υπόψη έναν μέγιστο αριθμό διαδοχικών συναλλαγών ή συγκεκριμένη καθορισμένη μέγιστη αξία διαδοχικών συναλλαγών, χωρίς να εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, επιτρέπουν την ανάπτυξη εύχρηστων υπηρεσιών πληρωμών χαμηλού κινδύνου και θα πρέπει, συνεπώς, να προβλέπονται. Σκόπιμο είναι επίσης να προβλεφθεί εξαίρεση για την περίπτωση της διενέργειας έναρξης πράξεων πληρωμής ηλεκτρονικά σε μη στελεχωμένα τερματικά όπου δεν είναι πάντοτε εύκολο ενδεχομένως να γίνει χρήση της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη για λειτουργικούς λόγους (π.χ., για να αποφευχθούν οι ουρές και πιθανά ατυχήματα στους σταθμούς διοδίων ή για άλλους κινδύνους που σχετίζονται με την ασφάλεια ή την προστασία).

(12) Ομοίως προς την εξαίρεση για ανέπαφες πληρωμές μικρής αξίας στο σημείο πώλησης, είναι αναγκαίο να επιτευχθεί η κατάλληλη ισορροπία ανάμεσα στο συμφέρον για την ενίσχυση της ασφάλειας των εξ αποστάσεως πληρωμών και στις ανάγκες για εύχρηστες και προσβάσιμες πληρωμές στον τομέα του ηλεκτρονικού εμπορίου. Σε συμφωνία με αυτές τις αρχές, θα πρέπει να καθορίζονται με σύνεση τα όρια κάτω από τα οποία δεν απαιτείται η εφαρμογή της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, έτσι ώστε να καλύπτονται μόνο οι ηλεκτρονικές αγορές μικρής αξίας. Με ακόμη μεγαλύτερη σύνεση θα πρέπει να καθορίζονται τα κατώτατα όρια για τις ηλεκτρονικές αγορές, λαμβάνοντας υπόψη ότι η μη φυσική παρουσία του προσώπου κατά την πραγματοποίηση της αγοράς ενέχει ελαφρώς μεγαλύτερο κίνδυνο ασφάλειας.

(13) Οι απαιτήσεις αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη εφαρμόζονται στις πληρωμές των οποίων η έναρξη διενεργείται από τον πληρωτή, ανεξάρτητα από το αν ο πληρωτής είναι φυσικό πρόσωπο ή νομική οντότητα. Η έναρξη πολλών εταιρικών πληρωμών διενεργείται μέσω ειδικών διαδικασιών ή πρωτοκόλλων που διασφαλίζουν τα υψηλά επίπεδα ασφάλειας πληρωμών τα οποία επιδιώκει να επιτύχει η οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 μέσω της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη. Όταν οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι αυτές οι διαδικασίες και τα πρωτόκολλα πληρωμής που διατίθενται μόνο σε πληρωτές οι οποίοι δεν είναι καταναλωτές επιτυγχάνουν τους στόχους της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 ως προς την ασφάλεια, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δύνανται να εξαιρούνται, σε σχέση με τις εν λόγω διαδικασίες και πρωτόκολλα, από τις απαιτήσεις περί αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη.

(14) Στην περίπτωση ανάλυσης κινδύνου συναλλαγής σε πραγματικό χρόνο βάσει της οποίας μια πράξη πληρωμής κατατάσσεται στην κατηγορία χαμηλού κινδύνου, είναι επιπλέον σκόπιμο να θεσπιστεί εξαίρεση για τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που δεν σκοπεύει να εφαρμόσει αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη μέσω της υιοθέτησης αποτελεσματικών απαιτήσεων συναρτήσει του κινδύνου η οποία να εγγυάται την ασφάλεια των κεφαλαίων και των προσωπικών δεδομένων του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών. Οι εν λόγω απαιτήσεις συναρτήσει του κινδύνου θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους συνδυαστικά τα βαθμολογικά αποτελέσματα της ανάλυσης κινδύνου, που επιβεβαιώνουν ότι δεν εντοπίζεται μη συνηθισμένη χρέωση ή μη συνηθισμένη συμπεριφορά του πληρωτή, μαζί με άλλους παράγοντες κινδύνου όπως, μεταξύ άλλων, πληροφορίες για την τοποθεσία του πληρωτή και του δικαιούχου με κατώτατα χρηματικά όρια βάσει ποσοστών απάτης τα οποία υπολογίζονται για εξ αποστάσεως πληρωμές. Όταν, βάσει της ανάλυσης κινδύνου συναλλαγής σε πραγματικό χρόνο, μια πληρωμή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά κίνδυνο χαμηλού επιπέδου, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να επαναφέρει τη διαδικασία αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη. Η μέγιστη αξία μιας τέτοιας εξαίρεσης συναρτήσει του κινδύνου θα πρέπει να καθορίζεται με τρόπο που να διασφαλίζει πολύ χαμηλό αντίστοιχο ποσοστό απάτης, σε σύγκριση επιπλέον με τα ποσοστά απάτης επί του συνόλου των πράξεων πληρωμής του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, περιλαμβανομένων εκείνων των οποίων η γνησιότητα έχει εξακριβωθεί μέσω αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος και σε κυλιόμενη βάση.

(15) Με γνώμονα τη διασφάλιση της αποτελεσματικής επιβολής, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που επιθυμούν να επωφεληθούν από τις εξαιρέσεις από την αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη θα πρέπει να παρακολουθούν και να υποβάλλουν τακτικά στις αρμόδιες αρχές και στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ), κατόπιν αιτήματός τους, για κάθε τύπο πράξης πληρωμής, την αξία των δόλιων ή μη εγκεκριμένων πράξεων πληρωμών και τα παρατηρηθέντα ποσοστά απάτης για όλες τις πράξεις πληρωμής τους, ανεξάρτητα από το αν η γνησιότητά τους εξακριβώνεται μέσω αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη ή αν εκτελούνται δυνάμει συναφούς εξαίρεσης.

(16) Η συλλογή αυτών των νέων ιστορικών αποδεικτικών στοιχείων για τα ποσοστά απάτης των πράξεων ηλεκτρονικής πληρωμής θα συμβάλει επίσης στην αποτελεσματική επανεξέταση από την ΕΑΤ των κατώτατων ορίων εξαίρεσης από την αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη βάσει ανάλυσης κινδύνου συναλλαγής σε πραγματικό χρόνο. Η ΕΑΤ θα πρέπει να επανεξετάζει και να υποβάλλει στην Επιτροπή επικαιροποιημένα σχέδια των παρόντων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων υποβάλλοντας, εφόσον απαιτείται, σχέδια των νέων κατώτατων ορίων και των αντίστοιχων ποσοστών απάτης με γνώμονα την ενίσχυση της ασφάλειας των ηλεκτρονικών πληρωμών εξ αποστάσεως, σύμφωνα με το άρθρο 98 παράγραφος 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 και με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(2).

(17) Στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που χρησιμοποιούν οποιαδήποτε από τις προς θέσπιση εξαιρέσεις θα πρέπει να παρέχεται ανά πάσα στιγμή η δυνατότητα να επιλέξουν να εφαρμόσουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη στις ενέργειες και τις πράξεις πληρωμής που αναφέρονται στις προαναφερόμενες διατάξεις.

(18) Τα μέτρα που προστατεύουν την εμπιστευτικότητα και την ακεραιότητα των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, καθώς και των συσκευών και των λογισμικών εξακρίβωσης, θα πρέπει να περιορίζουν τους κινδύνους που συνδέονται με περιπτώσεις απάτης μέσω μη εγκεκριμένης ή δόλιας χρήσης μέσων πληρωμών και μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης σε λογαριασμούς πληρωμών. Για τον σκοπό αυτόν, είναι αναγκαίο να καθοριστούν απαιτήσεις για την ασφαλή δημιουργία και παράδοση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας και για τη συσχέτισή τους με τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, και να προβλεφθούν προϋποθέσεις για την ανανέωση και απενεργοποίηση των εν λόγω διαπιστευτηρίων.

(19) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική και ασφαλής επικοινωνία μεταξύ των σχετικών φορέων στο πλαίσιο των υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, των υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και της επιβεβαίωσης σχετικά με τη διαθεσιμότητα κεφαλαίων, είναι αναγκαίο να προσδιοριστούν οι απαιτήσεις των κοινών και ασφαλών ανοικτών προτύπων επικοινωνίας τα οποία πρέπει να πληρούν όλοι οι σχετικοί πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών. Η οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 προβλέπει την πρόσβαση των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού στις πληροφορίες λογαριασμών πληρωμών και τη χρήση των πληροφοριών αυτών από τους εν λόγω παρόχους. Επομένως, ο παρών κανονισμός δεν επιφέρει τροποποιήσεις στους κανόνες πρόσβασης σε άλλους λογαριασμούς πέραν των λογαριασμών πληρωμών.

(20) Κάθε πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού που διαθέτει λογαριασμούς πληρωμών προσβάσιμους ηλεκτρονικά θα πρέπει να παρέχει τουλάχιστον μία διεπαφή πρόσβασης που να επιτρέπει την ασφαλή επικοινωνία με τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα. Η διεπαφή θα πρέπει να επιτρέπει στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα να ταυτοποιούνται στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού. Θα πρέπει ακόμη να επιτρέπει στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και στους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών να επαφίενται στις διαδικασίες εξακρίβωσης που παρέχει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού στον χρήστη της υπηρεσίας πληρωμών. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ουδετερότητα της τεχνολογίας και του επιχειρηματικού μοντέλου, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να αποφασίζουν αν θα παρέχουν διεπαφή που θα χρησιμοποιείται μόνον για την επικοινωνία με τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, και τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής, ή αν θα επιτρέπουν, όσον αφορά την εν λόγω επικοινωνία, τη χρήση της διεπαφής για την ταυτοποίηση των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού και την επικοινωνία μαζί τους.

(21) Προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα να αναπτύξουν τις δικές τους τεχνικές λύσεις, οι τεχνικές προδιαγραφές της διεπαφής θα πρέπει να είναι επαρκώς τεκμηριωμένες και να διατίθενται στο κοινό. Επιπλέον, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να παρέχει λειτουργική δυνατότητα η οποία να επιτρέπει στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να δοκιμάζουν τις τεχνικές λύσεις τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των παρόντων ρυθμιστικών προτύπων ή, εάν η διάθεση στην αγορά λαμβάνει χώρα μετά την ημερομηνία εφαρμογής των παρόντων προτύπων, πριν από την ημερομηνία διάθεσης της διεπαφής στην αγορά. Προκειμένου να διασφαλιστεί η διαλειτουργικότητα των διαφόρων τεχνολογικών λύσεων επικοινωνίας, η διεπαφή θα πρέπει να χρησιμοποιεί πρότυπα επικοινωνίας που έχουν αναπτυχθεί από διεθνείς ή ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης.

(22) Η ποιότητα των υπηρεσιών που θα παρέχουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών θα εξαρτάται από την εύρυθμη λειτουργία των διεπαφών που θα θέσουν σε εφαρμογή ή θα προσαρμόσουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού. Είναι συνεπώς σημαντικό, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των εν λόγω διεπαφών με τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στα παρόντα πρότυπα, να λαμβάνονται μέτρα για τη διασφάλιση της επιχειρησιακής συνέχειας προς όφελος των χρηστών των εν λόγω υπηρεσιών. Είναι ευθύνη των εθνικών αρμόδιων αρχών να διασφαλίζουν τη μη αναστολή ή τη μη παρακώλυση των υπηρεσιών που παρέχουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών.

(23) Όπου η πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών παρέχεται μέσω ειδικής διεπαφής, προκειμένου να διασφαλιστεί το δικαίωμα των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών να χρησιμοποιούν τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και τις υπηρεσίες πληροφοριών που επιτρέπουν την πρόσβαση σε πληροφορίες λογαριασμού, κατά τα προβλεπόμενα στην οδηγία (ΕΕ) 2015/2366, είναι αναγκαίο να απαιτείται από τις ειδικές διεπαφές να έχουν το ίδιο επίπεδο διαθεσιμότητας και επίδοσης με τη διεπαφή που διατίθεται στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει επίσης να ορίσουν διαφανείς κύριους δείκτες επίδοσης και στόχους παροχής υπηρεσιών για τη διαθεσιμότητα και την επίδοση των ειδικών διεπαφών οι οποίοι να είναι τουλάχιστον εξίσου αυστηροί με τους δείκτες και τους στόχους της διεπαφής που χρησιμοποιούν για τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών τους. Οι ειδικές διεπαφές θα πρέπει να υποβάλλονται σε δοκιμές από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που θα τις χρησιμοποιούν, και θα πρέπει επιπλέον να υποβάλλονται σε προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων και να παρακολουθούνται από τις αρμόδιες αρχές.

(24) Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεχής και αδιάλειπτη παροχή των υπηρεσιών που παρέχουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών οι οποίοι βασίζονται στην ειδική διεπαφή σε περίπτωση προβλημάτων διαθεσιμότητας ή ανεπαρκούς επίδοσης, είναι αναγκαίο να εφαρμόζεται, υπό αυστηρές προϋποθέσεις, εφεδρικός μηχανισμός ο οποίος θα επιτρέπει στους εν λόγω παρόχους να χρησιμοποιούν τη διεπαφή που διατηρεί ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την ταυτοποίηση των δικών του χρηστών υπηρεσιών πληρωμών και την επικοινωνία μαζί τους. Ορισμένοι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα εξαιρούνται από την υποχρέωση εφαρμογής τέτοιου εφεδρικού μηχανισμού μέσω των διεπαφών τους αλληλεπίδρασης με τους πελάτες όταν οι αρμόδιες αρχές τους κρίνουν ότι οι ειδικές διεπαφές συμμορφώνονται με συγκεκριμένες προϋποθέσεις που διασφαλίζουν τον απρόσκοπτο ανταγωνισμό. Σε περίπτωση που οι εξαιρεθείσες ειδικές διεπαφές δεν συμμορφώνονται με τις απαιτούμενες προϋποθέσεις, οι οικείες αρμόδιες αρχές ανακαλούν τις χορηγηθείσες εξαιρέσεις.

(25) Προκειμένου να είναι σε θέση οι αρμόδιες αρχές να εποπτεύουν και να παρακολουθούν αποτελεσματικά την εφαρμογή και τη διαχείριση των διεπαφών επικοινωνίας, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει να παρέχουν περίληψη της σχετικής τεκμηρίωσης που διατίθεται στον δικτυακό τους τόπο, και να υποβάλλουν, κατόπιν αιτήματος, στις αρμόδιες αρχές την τεκμηρίωση που αφορά τις λύσεις σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θα πρέπει ακόμη να διαθέτουν στο κοινό τα στατιστικά στοιχεία για τη διαθεσιμότητα και την επίδοση των εν λόγω διεπαφών.

(26) Προκειμένου να διασφαλιστεί η εμπιστευτικότητα και η ακεραιότητα των δεδομένων, είναι αναγκαίο να υπάρξει μέριμνα για την ασφάλεια των κύκλων επικοινωνίας ανάμεσα στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, τους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα. Συγκεκριμένα, είναι αναγκαίο να απαιτείται η εφαρμογή ασφαλούς κρυπτογράφησης κατά την ανταλλαγή δεδομένων ανάμεσα στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, τους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα και τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού.

(27) Για τη βελτίωση της εμπιστοσύνης των χρηστών και τη διασφάλιση της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η χρήση μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και υπηρεσιών εμπιστοσύνης κατά τα προβλεπόμενα στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(3), συγκεκριμένα δε σε σχέση με τα κοινοποιημένα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.

(28) Προκειμένου να διασφαλιστεί η ευθυγράμμιση των ημερομηνιών εφαρμογής, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμοστεί από την ίδια ημερομηνία κατά την οποία τα κράτη μέλη οφείλουν να εφαρμόσουν τα μέτρα ασφαλείας που αναφέρονται στα άρθρα 65, 66, 67 και 97 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366.

(29) Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) στην Επιτροπή.

(30) Η ΕΑΤ διεξήγαγε ανοικτές και διαφανείς δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, ανέλυσε τα ενδεχόμενα συναφή κόστη και οφέλη και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων, που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

 

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις απαιτήσεις προς τις οποίες οφείλουν να συμμορφώνονται οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών για τον σκοπό της εφαρμογής μέτρων ασφαλείας που τους επιτρέπουν να πράττουν τα ακόλουθα:

α) να εφαρμόζουν τη διαδικασία αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, σύμφωνα με το άρθρο 97 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366·

β) να εφαρμόζουν τις εξαιρέσεις που προβλέπονται σε σχέση με την εφαρμογή των απαιτήσεων ασφαλείας της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, υπό συγκεκριμένες και περιορισμένες προϋποθέσεις που βασίζονται στο επίπεδο κινδύνου, στο ύψος του ποσού και την επανεμφάνιση της πράξης πληρωμής, καθώς και στον δίαυλο πληρωμής που χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεσή της·

γ) να προστατεύουν την εμπιστευτικότητα και την ακεραιότητα των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών·

δ) να καθορίζουν κοινά και ασφαλή ανοικτά πρότυπα επικοινωνίας μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμής, παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, πληρωτών, δικαιούχων και άλλων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών σχετικά με την παροχή και τη χρήση υπηρεσιών πληρωμών, κατ' εφαρμογή του τίτλου IV της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366.

Άρθρο 2

Γενικές απαιτήσεις εξακρίβωσης

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζουν μηχανισμούς παρακολούθησης συναλλαγών που τους επιτρέπουν να εντοπίζουν μη εγκεκριμένες ή δόλιες πράξεις πληρωμής, για τον σκοπό της εφαρμογής των μέτρων ασφαλείας που αναφέρονται στο άρθρο 1 στοιχεία α) και β).

Οι εν λόγω μηχανισμοί βασίζονται στην ανάλυση πράξεων πληρωμής, λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία τα οποία είναι αντιπροσωπευτικά του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών υπό συνθήκες συνήθους χρήσης των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διασφαλίζουν ότι οι μηχανισμοί παρακολούθησης συναλλαγών λαμβάνουν υπόψη, τουλάχιστον, όλους ανεξαιρέτως τους ακόλουθους παράγοντες συναρτήσει του κινδύνου:

α) καταλόγους στοιχείων εξακρίβωσης των οποίων η ασφάλεια έχει τεθεί σε κίνδυνο ή τα οποία έχουν κλαπεί·

β) το ποσό κάθε πράξης πληρωμής·

γ) γνωστά σενάρια απάτης στον τομέα της παροχής υπηρεσιών πληρωμών·

δ) ενδείξεις προσβολής από κακόβουλο λογισμικό σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας εξακρίβωσης·

ε) σε περίπτωση που η συσκευή ή το λογισμικό πρόσβασης παρέχεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, ημερολογιακή καταγραφή της χρήσης της συσκευής ή του λογισμικού πρόσβασης που παρέχεται στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών και της μη συνηθισμένης χρήσης της συσκευής ή του λογισμικού πρόσβασης.

Άρθρο 3

Επανεξέταση των μέτρων ασφαλείας

1.Τα μέτρα ασφαλείας που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 1 τεκμηριώνονται, υποβάλλονται περιοδικά σε δοκιμές, αξιολογούνται και ελέγχονται, σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, από ελεγκτές με εμπειρία στην ασφάλεια των συστημάτων πληροφορικής και στις πληρωμές, οι οποίοι είναι επιχειρησιακά ανεξάρτητοι από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή στους κόλπους αυτού.

2.Το χρονικό διάστημα μεταξύ των ελέγχων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη το οικείο πλαίσιο λογιστικής και υποχρεωτικού ελέγχου που διέπει τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Πάντως, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών οι οποίοι κάνουν χρήση της εξαίρεσης που αναφέρεται στο άρθρο 18 υπόκεινται σε έλεγχο της μεθοδολογίας, του μοντέλου και των δηλωθέντων ποσοστών απάτης τουλάχιστον μία φορά ετησίως. Ο ελεγκτής που διενεργεί τον εν λόγω έλεγχο διαθέτει εμπειρία στην ασφάλεια των συστημάτων πληροφορικής και στις πληρωμές, και είναι επιχειρησιακά ανεξάρτητος από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή στους κόλπους αυτού. Κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους χρήσης της εξαίρεσης που προβλέπεται στο άρθρο 18 και τουλάχιστον κάθε τρία χρόνια εφεξής, ή συχνότερα κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας αρχής, ο εν λόγω έλεγχος διενεργείται από ανεξάρτητο και εξειδικευμένο εξωτερικό ελεγκτή.

3.Ο εν λόγω έλεγχος ολοκληρώνεται με αξιολόγηση της συμμόρφωσης των μέτρων ασφαλείας που εφαρμόζει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, και με την υποβολή συναφούς έκθεσης.

Ολόκληρη η έκθεση διατίθεται στις αρμόδιες αρχές κατόπιν αιτήματός τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΗΡΗΣ ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗΣ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΠΕΛΑΤΗ

Άρθρο 4

Αναγνωριστικός κωδικός

1.Στις περιπτώσεις στις οποίες οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, σύμφωνα με το άρθρο 97 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, η εξακρίβωση της ταυτότητας βασίζεται σε δύο ή περισσότερα στοιχεία που αφορούν γνώση, κατοχή και κάποιο μοναδικό φυσικό χαρακτηριστικό του χρήστη, και οδηγεί στη δημιουργία αναγνωριστικού κωδικού.

Ο αναγνωριστικός κωδικός γίνεται δεκτός μία μόνο φορά από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, όταν ο πληρωτής χρησιμοποιεί τον αναγνωριστικό κωδικό για να έχει πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών του διαδικτυακά, να διενεργήσει την έναρξη πράξης πληρωμής ηλεκτρονικά ή να εκτελέσει οιαδήποτε ενέργεια, μέσω εξ αποστάσεως διαύλου, η οποία μπορεί να ενέχει κίνδυνο απάτης στον τομέα των πληρωμών ή άλλων παραβιάσεων.

2.Για τον σκοπό της παραγράφου 1, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνουν μέτρα ασφαλείας τα οποία διασφαλίζουν ότι πληρούνται όλες ανεξαιρέτως οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α) να μην είναι δυνατή η εξαγωγή καμίας πληροφορίας για οποιοδήποτε από τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 από τη δημοσιοποίηση του αναγνωριστικού κωδικού·

β) να μην είναι δυνατή η δημιουργία νέου αναγνωριστικού κωδικού με βάση τη γνώση οποιουδήποτε άλλου αναγνωριστικού κωδικού που έχει δημιουργηθεί παλαιότερα·

γ) να μην είναι δυνατή η πλαστογράφηση του αναγνωριστικού κωδικού.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν ώστε η εξακρίβωση της ταυτότητας μέσω της δημιουργίας αναγνωριστικού κωδικού να περιλαμβάνει καθένα από τα ακόλουθα μέτρα:

α) όταν η εξακρίβωση της ταυτότητας για πρόσβαση εξ αποστάσεως, ηλεκτρονικές πληρωμές εξ αποστάσεως και οιαδήποτε άλλη ενέργεια μέσω εξ αποστάσεως διαύλου, που μπορεί να ενέχει κίνδυνο απάτης στον τομέα των πληρωμών ή άλλων παραβιάσεων, δεν οδηγεί στη δημιουργία αναγνωριστικού κωδικού για τους σκοπούς της παραγράφου 1, δεν είναι εφικτό να προσδιοριστεί ποια από τα στοιχεία που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο ήταν εσφαλμένα·

β) οι αποτυχημένες προσπάθειες εξακρίβωσης της ταυτότητας που μπορούν να πραγματοποιηθούν διαδοχικά εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, μετά την ολοκλήρωση των οποίων επιβάλλεται προσωρινή ή μόνιμη φραγή στις ενέργειες που αναφέρονται στο άρθρο 97 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, δεν υπερβαίνουν σε αριθμό τις πέντε·

γ) οι κύκλοι επικοινωνίας προστατεύονται έναντι της συλλογής δεδομένων εξακρίβωσης που διαβιβάζονται κατά την εξακρίβωση της ταυτότητας, καθώς και έναντι της χρησιμοποίησης από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κεφαλαίου V·

δ) ο μέγιστος χρόνος άνευ δραστηριότητας που έχει στη διάθεσή του ο πληρωτής, μετά την εξακρίβωση της ταυτότητάς του για τον σκοπό της πρόσβασης στον λογαριασμό πληρωμών του διαδικτυακά, δεν υπερβαίνει τα πέντε λεπτά.

4.Όταν η επιβολή της φραγής που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο β) είναι προσωρινή, η διάρκειά της και ο αριθμός των νέων προσπαθειών καθορίζονται με βάση τα χαρακτηριστικά της υπηρεσίας που παρέχεται στον πληρωτή και όλους τους σχετικούς συνεπαγόμενους κινδύνους, λαμβάνοντας υπόψη, τουλάχιστον, τους παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2.

Ο πληρωτής λαμβάνει ειδοποίηση προτού καταστεί μόνιμη η φραγή.

Όταν η φραγή έχει καταστεί μόνιμη, προβλέπεται ασφαλής διαδικασία που επιτρέπει στον πληρωτή να μπορέσει να χρησιμοποιήσει εκ νέου τα μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής στα οποία είχε επιβληθεί φραγή.

Άρθρο 5

Δυναμική σύνδεση

1.Στις περιπτώσεις στις οποίες οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, σύμφωνα με το άρθρο 97 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, επιπροσθέτως των απαιτήσεων του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού, λαμβάνουν επιπλέον μέτρα ασφαλείας που πληρούν όλες ανεξαιρέτως τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) ο πληρωτής ενημερώνεται για το ποσό της πράξης πληρωμής και για τον δικαιούχο·

β) ο αναγνωριστικός κωδικός που δημιουργείται αφορά συγκεκριμένα το ποσό της πράξης πληρωμής και τον δικαιούχο τον οποίον ενέκρινε ο πληρωτής κατά την έναρξη της συναλλαγής·

γ) ο αναγνωριστικός κωδικός τον οποίον κάνει δεκτό ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών αντιστοιχεί στο αρχικό συγκεκριμένο ποσό της πράξης πληρωμής και στην ταυτότητα του δικαιούχου τον οποίον ενέκρινε ο πληρωτής·

δ) τυχόν μεταβολή του ποσού ή του δικαιούχου συνεπάγεται την ακύρωση του δημιουργηθέντος αναγνωριστικού κωδικού.

2.Για τον σκοπό της παραγράφου 1, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνουν μέτρα ασφαλείας τα οποία διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα, την αυθεντικότητα και την ακεραιότητα καθενός εκ των ακολούθων:

α) του ποσού της συναλλαγής και του δικαιούχου σε όλα τα στάδια της εξακρίβωσης·

β) των πληροφοριών που εμφανίζονται στον πληρωτή σε όλα τα στάδια της εξακρίβωσης, περιλαμβανομένων της δημιουργίας, της διαβίβασης και της χρήσης του αναγνωριστικού κωδικού.

3.Για τον σκοπό της παραγράφου 1 στοιχείο β), και στις περιπτώσεις όπου οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, σύμφωνα με το άρθρο 97 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, εφαρμόζονται οι ακόλουθες απαιτήσεις για τον αναγνωριστικό κωδικό:

α) για πράξη πληρωμής με κάρτα σχετικά με την οποία ο πληρωτής έχει δώσει τη συγκατάθεσή του για το ακριβές ύψος του προς δέσμευση ποσού, σύμφωνα με το άρθρο 75 παράγραφος 1 της προαναφερθείσας οδηγίας, ο αναγνωριστικός κωδικός αφορά συγκεκριμένα το ποσό για τη δέσμευση του οποίου έδωσε τη συγκατάθεσή του ο πληρωτής και το οποίο ενέκρινε ο πληρωτής κατά την έναρξη της συναλλαγής·

β) για πράξεις πληρωμής σχετικά με τις οποίες ο πληρωτής έχει δώσει τη συγκατάθεσή του να εκτελεστεί σειρά πράξεων ηλεκτρονικής πληρωμής εξ αποστάσεως προς έναν ή περισσότερους δικαιούχους, ο αναγνωριστικός κωδικός αφορά συγκεκριμένα το συνολικό ποσό της σειράς πράξεων πληρωμής και τους ορισθέντες δικαιούχους.

Άρθρο 6

Απαιτήσεις των στοιχείων που αφορούν γνώση

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνουν μέτρα για τη μείωση του κινδύνου αποκάλυψης των στοιχείων της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη που αφορούν γνώση από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα, ή δημοσιοποίησης των εν λόγω στοιχείων στα πρόσωπα αυτά.

2.Η χρήση των στοιχείων αυτών από τον πληρωτή υπόκειται σε μέτρα μείωσης των κινδύνων, προκειμένου να αποτραπεί η δημοσιοποίησή τους σε μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα.

Άρθρο 7

Απαιτήσεις των στοιχείων που αφορούν κατοχή

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνουν μέτρα για τη μείωση του κινδύνου χρήσης, από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα, των στοιχείων της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη που αφορούν κατοχή.

2.Η χρήση των στοιχείων αυτών από τον πληρωτή υπόκειται σε μέτρα αποτροπής της αντιγραφής τους.

Άρθρο 8

Απαιτήσεις συσκευών και λογισμικών που συνδέονται με στοιχεία που αφορούν κάποιο μοναδικό φυσικό χαρακτηριστικό του χρήστη

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνουν μέτρα για τη μείωση του κινδύνου αποκάλυψης, από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα, των στοιχείων εξακρίβωσης που αφορούν κάποιο μοναδικό φυσικό χαρακτηριστικό του χρήστη, τα οποία αναγιγνώσκονται από συσκευές και λογισμικά πρόσβασης που παρέχονται στον πληρωτή. Κατ' ελάχιστον, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών φροντίζουν να περιορίσουν στο ελάχιστο δυνατό την πιθανότητα να εξακριβωθεί κάποιο μη εξουσιοδοτημένο πρόσωπο ως πληρωτής, μέσω των εν λόγω συσκευών και λογισμικών πρόσβασης.

2.Η χρήση των στοιχείων αυτών από τον πληρωτή υπόκειται σε μέτρα που διασφαλίζουν εγγυημένα την ανθεκτικότητα των εν λόγω συσκευών και λογισμικών κατά της μη εγκεκριμένης χρήσης των στοιχείων, μέσω της πρόσβασης στις συσκευές και τα λογισμικά.

Άρθρο 9

Ανεξαρτησία των στοιχείων

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν ώστε η χρήση των στοιχείων της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, που αναφέρονται στα άρθρα 6, 7 και 8, να υπόκειται σε μέτρα τα οποία διασφαλίζουν ότι, από πλευράς τεχνολογίας, αλγορίθμων και παραμέτρων, η παραβίαση ενός εκ των στοιχείων δεν θέτει σε κίνδυνο την αξιοπιστία των υπόλοιπων στοιχείων.

2.Σε περίπτωση χρήσης μέσω συσκευής πολλαπλών χρήσεων οποιουδήποτε εκ των στοιχείων της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη ή του ίδιου του αναγνωριστικού κωδικού, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνουν μέτρα ασφαλείας για τη μείωση του κινδύνου που δύναται να προκύψει από ενδεχόμενη δόλια χρήση της συγκεκριμένης συσκευής πολλαπλών χρήσεων.

3.Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, τα μέτρα μείωσης των κινδύνων περιλαμβάνουν όλα ανεξαιρέτως τα ακόλουθα:

α) τη χρήση χωριστών ασφαλών περιβαλλόντων εκτέλεσης μέσω του εγκατεστημένου λογισμικού στη συσκευή πολλαπλών χρήσεων·

β) μηχανισμούς που διασφαλίζουν ότι το λογισμικό ή η συσκευή δεν έχουν υποστεί τροποποίηση από τον πληρωτή ή από τρίτο πρόσωπο·

γ) όπου έχουν επέλθει τροποποιήσεις, μηχανισμούς μείωσης των επιπτώσεών τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΣΤΗΡΗ ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΠΕΛΑΤΗ

Άρθρο 10

Πληροφορίες λογαριασμού πληρωμών

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του άρθρου 2 και της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, όταν περιορίζεται η πρόσβαση του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών διαδικτυακά σε κάποιο από ή σε αμφότερα τα ακόλουθα στοιχεία χωρίς δημοσιοποίηση ευαίσθητων δεδομένων πληρωμών:

α) στο υπόλοιπο ενός ή περισσότερων καθορισμένων λογαριασμών πληρωμών·

β) στις πράξεις πληρωμής που εκτελέστηκαν τις τελευταίες 90 ημέρες μέσω ενός ή περισσότερων καθορισμένων λογαριασμών πληρωμών.

2.Για τον σκοπό της παραγράφου 1, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν εξαιρούνται από την εφαρμογή της αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, όταν πληρούται οιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών έχει πρόσβαση διαδικτυακά στις πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 1 για πρώτη φορά· β) έχουν παρέλθει περισσότερες από 90 ημέρες από την τελευταία φορά που ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών είχε πρόσβαση διαδικτυακά στις πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχείο

β) και εφαρμόστηκε αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη.

Άρθρο 11

Ανέπαφες πληρωμές στο σημείο πώλησης

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του άρθρου 2, όταν ο πληρωτής διενεργεί ηλεκτρονικά την έναρξη πράξης ανέπαφης πληρωμής, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) το ύψος της μεμονωμένης πράξης ανέπαφης ηλεκτρονικής πληρωμής δεν υπερβαίνει το ποσό των 50 ευρώ, και

β) το ύψος προηγούμενων πράξεων ανέπαφης ηλεκτρονικής πληρωμής, των οποίων η έναρξη διενεργήθηκε μέσω του μέσου πληρωμής με λειτουργική δυνατότητα μη επαφής, από την ημερομηνία της τελευταίας εφαρμογής αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, δεν υπερβαίνει αθροιστικά το ποσό των 150 ευρώ, ή

γ) οι διαδοχικές πράξεις ανέπαφης ηλεκτρονικής πληρωμής, των οποίων η έναρξη διενεργήθηκε μέσω του μέσου πληρωμής που διαθέτει λειτουργική δυνατότητα μη επαφής, από την τελευταία εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, δεν υπερβαίνουν σε αριθμό τις πέντε.

Άρθρο 12

Αυτόματα τερματικά για ναύλους μεταφοράς και τέλη στάθμευσης

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του άρθρου 2, όταν ο πληρωτής διενεργεί ηλεκτρονικά την έναρξη πράξης πληρωμής σε αυτόματο τερματικό πληρωμής για τον σκοπό της πληρωμής ναύλου μεταφοράς ή τέλους στάθμευσης.

Άρθρο 13

Έμπιστοι δικαιούχοι

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, όταν ο πληρωτής δημιουργεί ή τροποποιεί κατάλογο έμπιστων δικαιούχων μέσω του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού του πληρωτή.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης με τις γενικές απαιτήσεις εξακρίβωσης, όταν ο πληρωτής διενεργεί την έναρξη πράξης πληρωμής και ο δικαιούχος περιλαμβάνεται σε κατάλογο έμπιστων δικαιούχων, που έχει δημιουργηθεί προηγουμένως από τον πληρωτή.

Άρθρο 14

Επαναλαμβανόμενες συναλλαγές

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, όταν ένας πληρωτής προβαίνει στη δημιουργία, την τροποποίηση ή τη διενέργεια της έναρξης, για πρώτη φορά, σειράς επαναλαμβανόμενων συναλλαγών με το ίδιο ποσό και με τον ίδιο δικαιούχο.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης με τις γενικές απαιτήσεις εξακρίβωσης, για τη διενέργεια της έναρξης όλων των επακόλουθων πράξεων πληρωμής που περιλαμβάνονται στη σειρά πράξεων πληρωμής που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 15

Μεταφορές πιστώσεων μεταξύ λογαριασμών που τηρούνται από το ίδιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του άρθρου 2, όταν ο πληρωτής διενεργεί την έναρξη μεταφοράς πίστωσης σε περιπτώσεις όπου ο πληρωτής και ο δικαιούχος είναι το ίδιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, και αμφότεροι οι λογαριασμοί πληρωμών τηρούνται στον ίδιο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού.

Άρθρο 16

Συναλλαγές μικρής αξίας

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, όταν ο πληρωτής διενεργεί ηλεκτρονικά την έναρξη πράξης πληρωμής εξ αποστάσεως, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) το ύψος της πράξης ηλεκτρονικής πληρωμής εξ αποστάσεως δεν υπερβαίνει το ποσό των 30 ευρώ, και

β) το ύψος προηγούμενων πράξεων ηλεκτρονικής πληρωμής εξ αποστάσεως, των οποίων η έναρξη διενεργήθηκε από τον πληρωτή μετά την τελευταία εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, δεν υπερβαίνει αθροιστικά το ποσό των 100 ευρώ, ή

γ) οι προηγούμενες πράξεις ηλεκτρονικής πληρωμής εξ αποστάσεως, των οποίων η έναρξη διενεργήθηκε από τον πληρωτή μετά την τελευταία εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, δεν υπερβαίνουν σε αριθμό τις πέντε διαδοχικές μεμονωμένες πράξεις ηλεκτρονικής πληρωμής εξ αποστάσεως.

Άρθρο 17

Ασφαλείς διαδικασίες και πρωτόκολλα εταιρικών πληρωμών

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, όσον αφορά νομικά πρόσωπα που διενεργούν την έναρξη πράξεων πληρωμής ηλεκτρονικά μέσω της χρήσης ειδικών διαδικασιών ή πρωτοκόλλων πληρωμής, που διατίθενται μόνο σε πληρωτές οι οποίοι δεν είναι καταναλωτές, όταν οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι οι εν λόγω διαδικασίες ή τα πρωτόκολλα διασφαλίζουν τουλάχιστον αντίστοιχα επίπεδα ασφαλείας με τα προβλεπόμενα στην οδηγία (ΕΕ) 2015/2366.

Άρθρο 18

Ανάλυση κινδύνου συναλλαγής

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, όταν ο πληρωτής διενεργεί ηλεκτρονικά την έναρξη πράξης πληρωμής εξ αποστάσεως η οποία κρίνεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ως έχουσα κίνδυνο χαμηλού επιπέδου, σύμφωνα με τους μηχανισμούς παρακολούθησης συναλλαγών που αναφέρονται στο άρθρο 2 και στην παράγραφο 2 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου.

2.Οι πράξεις ηλεκτρονικής πληρωμής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 θεωρείται ότι ενέχουν κίνδυνο χαμηλού επιπέδου, όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) το ποσοστό απάτης για τον συγκεκριμένο τύπο συναλλαγής, που δηλώνεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 19, ισούται με ή είναι χαμηλότερο από τα ποσοστά αναφοράς περιπτώσεων απάτης τα οποία προσδιορίζονται στον πίνακα που παρατίθεται στο παράρτημα, για τις «ηλεκτρονικές πληρωμές εξ αποστάσεως με κάρτα» και τις «ηλεκτρονικές μεταφορές πιστώσεων εξ αποστάσεως», αντίστοιχα·

β) το ύψος της συναλλαγής δεν υπερβαίνει τη συναφή οριακή τιμή εξαίρεσης που προσδιορίζεται στον πίνακα του παραρτήματος·

γ) οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν εντόπισαν, ως αποτέλεσμα της ανάλυσης κινδύνου που διενήργησαν σε πραγματικό χρόνο, οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

i) μη συνηθισμένη χρέωση ή μη συνηθισμένη συμπεριφορά του πληρωτή·

ii) ασυνήθιστες πληροφορίες για την πρόσβαση του πληρωτή μέσω της συσκευής/του λογισμικού·

iii) προσβολή από κακόβουλο λογισμικό σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας εξακρίβωσης·

iv) γνωστό σενάριο απάτης στον τομέα της παροχής υπηρεσιών πληρωμών·

v) μη συνηθισμένη τοποθεσία του πληρωτή· vi) τοποθεσία υψηλού κινδύνου του δικαιούχου.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που σκοπεύουν να εξαιρέσουν τις πράξεις ηλεκτρονικής πληρωμής εξ αποστάσεως από την αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη, με την αιτιολογία ότι παρουσιάζουν χαμηλό κίνδυνο, λαμβάνουν υπόψη τουλάχιστον τους ακόλουθους παράγοντες συναρτήσει του κινδύνου:

α) τις προηγούμενες χρεώσεις του μεμονωμένου χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

β) το ιστορικό των πράξεων πληρωμής καθενός εκ των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών·

γ) την τοποθεσία του πληρωτή και του δικαιούχου κατά τον χρόνο της πράξης πληρωμής, στις περιπτώσεις όπου η συσκευή ή το λογισμικό πρόσβασης παρέχεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών·

δ) τον εντοπισμό μη συνηθισμένων πληρωμών του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών σε σχέση με το ιστορικό των πράξεων πληρωμής του.

Η αξιολόγηση που γίνεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών συνδυάζει όλους αυτούς τους παράγοντες συναρτήσει του κινδύνου σε μια βαθμολογία κινδύνου για κάθε επιμέρους συναλλαγή, με στόχο να προσδιοριστεί αν πρέπει ή όχι να επιτραπεί μια συγκεκριμένη πληρωμή, χωρίς αυστηρή εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη.

Άρθρο 19

Υπολογισμός των ποσοστών απάτης

1.Για κάθε τύπο συναλλαγής που αναφέρεται στον πίνακα του παραρτήματος, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών διασφαλίζει ότι τα συνολικά ποσοστά απάτης, που καλύπτουν τόσο τις πράξεις πληρωμής των οποίων η γνησιότητα εξακριβώνεται μέσω αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη όσο και τις πράξεις πληρωμής που εκτελούνται δυνάμει οποιασδήποτε εκ των εξαιρέσεων που αναφέρονται στα άρθρα 13 έως 18, ισούνται με, ή είναι χαμηλότερα από, το ποσοστό αναφοράς περιπτώσεων απάτης για τον ίδιο τύπο πράξης πληρωμής που αναφέρεται στον πίνακα του παραρτήματος.

Το συνολικό ποσοστό απάτης για κάθε τύπο συναλλαγής υπολογίζεται ως η συνολική αξία μη εγκεκριμένων ή δόλιων συναλλαγών εξ αποστάσεως, ανεξάρτητα από το αν ανακτήθηκαν ή όχι τα κεφάλαια, διαιρούμενη με τη συνολική αξία όλων των συναλλαγών εξ αποστάσεως για τον ίδιο τύπο συναλλαγών, ανεξάρτητα από το αν η γνησιότητά τους εξακριβώνεται με την εφαρμογή αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη ή αν εκτελούνται δυνάμει οποιασδήποτε εκ των εξαιρέσεων που αναφέρονται στα άρθρα 13 έως 18 σε κυλιόμενη τριμηνιαία βάση (90 ημέρες).

2.Ο υπολογισμός των ποσοστών απάτης και τα προκύπτοντα ποσοτικά στοιχεία αξιολογούνται μέσω της επανεξέτασης του ελέγχου, που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2, η οποία διασφαλίζει την πληρότητα και την ακρίβειά τους.

3.Η μεθοδολογία και ενδεχομένως το μοντέλο που χρησιμοποιεί ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών για τον υπολογισμό των ποσοστών απάτης, καθώς και τα ίδια τα ποσοστά απάτης, τεκμηριώνονται επαρκώς και καθίστανται πλήρως διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές και στην ΕΑΤ με προηγούμενη γνωστοποίηση στην/στις αρμόδια/-ες αρχή/-ές, κατόπιν αιτήματός της/τους.

Άρθρο 20

Διακοπή εφαρμογής εξαιρέσεων βάσει ανάλυσης κινδύνου συναλλαγής

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που κάνουν χρήση της εξαίρεσης του άρθρου 18 ενημερώνουν αμέσως τις αρμόδιες αρχές, όταν ένα από τα παρακολουθούμενα ποσοστά απάτης τους, για οποιονδήποτε τύπο πράξεων πληρωμής που αναφέρεται στον πίνακα του παραρτήματος, υπερβαίνει το ισχύον ποσοστό αναφοράς περιπτώσεων απάτης, και υποβάλλουν στις αρμόδιες αρχές περιγραφή των μέτρων που σκοπεύουν να λάβουν για την αποκατάσταση της συμμόρφωσης του παρακολουθούμενου ποσοστού απάτης τους με τα ισχύοντα ποσοστά αναφοράς περιπτώσεων απάτης.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παύουν αμέσως να χρησιμοποιούν την εξαίρεση του άρθρου 18, για οποιονδήποτε τύπο πράξεων πληρωμής που αναφέρεται στον πίνακα του παραρτήματος, στο συγκεκριμένο εύρος οριακών τιμών εξαίρεσης, όταν το παρακολουθούμενο ποσοστό απάτης τους υπερβαίνει για δύο διαδοχικά τρίμηνα το ποσοστό αναφοράς περιπτώσεων απάτης που ισχύει για το συγκεκριμένο μέσο πληρωμής ή τύπο πράξης πληρωμής στο συγκεκριμένο εύρος οριακών τιμών εξαίρεσης.

3.Μετά τη διακοπή χρήσης της εξαίρεσης του άρθρου 18, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν χρησιμοποιούν ξανά τη συγκεκριμένη εξαίρεση, μέχρις ότου το ποσοστό αναφοράς περιπτώσεων απάτης που υπολογίζουν να ισούται με, ή να είναι χαμηλότερο από, τα ποσοστά αναφοράς περιπτώσεων απάτης που ισχύουν για τον συγκεκριμένο τύπο πράξης πληρωμής στο συγκεκριμένο εύρος οριακών τιμών εξαίρεσης για ένα τρίμηνο.

4.Σε περίπτωση που οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών σκοπεύουν να χρησιμοποιήσουν ξανά την εξαίρεση του άρθρου 18, ενημερώνουν σχετικά τις αρμόδιες αρχές εντός εύλογου χρονοδιαγράμματος και, προτού κάνουν εκ νέου χρήση της εξαίρεσης, υποβάλλουν στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται η αποκατάσταση της συμμόρφωσης του παρακολουθούμενου ποσοστού απάτης τους με το ισχύον ποσοστό αναφοράς περιπτώσεων απάτης για το συγκεκριμένο εύρος οριακών τιμών εξαίρεσης, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 21

Παρακολούθηση

1.Για να κάνουν χρήση των εξαιρέσεων που προβλέπονται στα άρθρα 10 έως 18, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών καταγράφουν και παρακολουθούν, τουλάχιστον σε τριμηνιαία βάση, τα ακόλουθα δεδομένα για κάθε τύπο πράξεων πληρωμής, με ανάλυση για τις πράξεις πληρωμής εξ αποστάσεως και μη:

α) τη συνολική αξία των μη εγκεκριμένων ή δόλιων πράξεων πληρωμής, σύμφωνα με το άρθρο 64 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, τη συνολική αξία όλων των πράξεων πληρωμής και το προκύπτον ποσοστό απάτης, περιλαμβανομένης της ανάλυσης των πράξεων πληρωμής των οποίων η έναρξη διενεργείται μέσω αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη και δυνάμει καθεμιάς εκ των εξαιρέσεων·

β) τη μέση τιμή συναλλαγής, περιλαμβανομένης της ανάλυσης των πράξεων πληρωμής των οποίων η έναρξη διενεργείται μέσω αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη και δυνάμει καθεμιάς εκ των εξαιρέσεων·

γ) το πλήθος των πράξεων πληρωμής στις οποίες εφαρμόστηκε καθεμιά από τις εξαιρέσεις και το ποσοστό τους επί του συνολικού αριθμού των πράξεων πληρωμής.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών καθιστούν διαθέσιμα τα αποτελέσματα της παρακολούθησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 στις αρμόδιες αρχές και την ΕΑΤ, με προηγούμενη κοινοποίηση στην/στις αρμόδια/-ες αρχή/-ές, κατόπιν αιτήματός της/τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΞΑΤΟΜΙΚΕΥΜΕΝΩΝ ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΤΗΡΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΧΡΗΣΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

Άρθρο 22

Γενικές απαιτήσεις

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα και την ακεραιότητα των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, περιλαμβανομένων των αναγνωριστικών κωδικών, κατά τη διάρκεια όλων των σταδίων της εξακρίβωσης.

2.Για τον σκοπό της παραγράφου 1, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διασφαλίζουν ότι πληρούνται όλες ανεξαιρέτως οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α) τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας εμφανίζονται καλυμμένα στην οθόνη και δεν είναι αναγνώσιμα πλήρως κατά την πληκτρολόγησή τους από τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών στο πλαίσιο της εξακρίβωσης·

β) τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας σε μορφότυπο δεδομένων, καθώς και τα υλικά κρυπτογράφησης που σχετίζονται με την κρυπτογράφηση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας δεν αποθηκεύονται σε ακρυπτογράφητο κείμενο·

γ) τα απόρρητα υλικά κρυπτογράφησης προστατεύονται από μη εγκεκριμένη δημοσιοποίηση.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών τηρούν πλήρη τεκμηρίωση για τη διαδικασία διαχείρισης των υλικών κρυπτογράφησης που χρησιμοποιούνται για να κρυπτογραφηθούν ή να καταστούν με άλλον τρόπο μη αναγνώσιμα τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας.

4.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν ώστε η επεξεργασία και η δρομολόγηση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας και των αναγνωριστικών κωδικών, που δημιουργούνται σύμφωνα με το κεφάλαιο II, να λαμβάνουν χώρα σε ασφαλή περιβάλλοντα σύμφωνα με αξιόπιστα και ευρέως αναγνωρισμένα πρότυπα του συναφούς κλάδου.

Άρθρο 23

Δημιουργία και διαβίβαση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν ώστε η δημιουργία των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας να πραγματοποιείται σε ασφαλές περιβάλλον. Μεριμνούν για τη μείωση των κινδύνων μη εγκεκριμένης χρήσης των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, καθώς και των συσκευών και των λογισμικών εξακρίβωσης, σε περίπτωση απώλειας, κλοπής ή αντιγραφής τους, πριν από την παράδοσή τους στον πληρωτή.

Άρθρο 24

Συσχέτιση με τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν για την, με ασφαλή τρόπο, συσχέτιση μόνο του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών με τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας, τις συσκευές και τα λογισμικά εξακρίβωσης.

2.Για τον σκοπό της παραγράφου 1, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διασφαλίζουν ότι πληρούνται όλες ανεξαιρέτως οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α) η συσχέτιση της ταυτότητας του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών με τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας, τις συσκευές και τα λογισμικά εξακρίβωσης πραγματοποιείται υπό την ευθύνη του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών σε ασφαλή περιβάλλοντα, στα οποία περιλαμβάνονται τουλάχιστον οι εγκαταστάσεις του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, το διαδικτυακό περιβάλλον που παρέχεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή άλλοι παρεμφερείς ασφαλείς δικτυακοί τόποι, που χρησιμοποιούνται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και από τις υπηρεσίες που αυτός παρέχει μέσω των αυτόματων ταμειολογιστικών μηχανών, ενώ λαμβάνονται επιπλέον υπόψη οι κίνδυνοι που σχετίζονται με τις συσκευές και τα υποκείμενα συστατικά στοιχεία, που χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία συσχέτισης, και που δεν εμπίπτουν στην ευθύνη του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών·

β) η συσχέτιση, μέσω εξ αποστάσεως διαύλου, της ταυτότητας του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, με τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας και με τις συσκευές ή τα λογισμικά εξακρίβωσης, πραγματοποιείται με τη χρήση αυστηρής εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη.

Άρθρο 25

Παράδοση διαπιστευτηρίων, συσκευών και λογισμικών εξακρίβωσης

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν ώστε η παράδοση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, και των συσκευών και των λογισμικών εξακρίβωσης, στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών να πραγματοποιείται με ασφαλή τρόπο, ειδικά σχεδιασμένο για την αντιμετώπιση των κινδύνων που σχετίζονται με τη μη εγκεκριμένη χρήση τους λόγω απώλειας, κλοπής ή αντιγραφής τους.

2.Για τον σκοπό της παραγράφου 1, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζουν τουλάχιστον καθένα από τα ακόλουθα μέτρα:

α)αποτελεσματικούς και ασφαλείς μηχανισμούς παράδοσης, που διασφαλίζουν την παράδοση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, και των συσκευών και των λογισμικών εξακρίβωσης, στον νόμιμο χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

β) μηχανισμούς που επιτρέπουν στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να επαληθεύει την αυθεντικότητα του λογισμικού εξακρίβωσης που παραδίδεται στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών μέσω του διαδικτύου·

γ) ρυθμίσεις που διασφαλίζουν ότι, όταν η παράδοση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας πραγματοποιείται εκτός των εγκαταστάσεων του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ή μέσω εξ αποστάσεως διαύλου:

i)κανένα μη εξουσιοδοτημένο πρόσωπο δεν μπορεί να λάβει περισσότερα από ένα στοιχεία των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, των συσκευών ή των λογισμικών εξακρίβωσης, όταν η παράδοσή τους γίνεται μέσω του ίδιου διαύλου·

ii) απαιτείται ενεργοποίηση των παραδιδόμενων εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, και των συσκευών ή των λογισμικών εξακρίβωσης πριν από τη χρήση·

δ) ρυθμίσεις που διασφαλίζουν ότι, στις περιπτώσεις όπου απαιτείται ενεργοποίηση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, και των συσκευών ή των λογισμικών εξακρίβωσης πριν από την πρώτη χρήση τους, η ενεργοποίηση λαμβάνει χώρα σε ασφαλές περιβάλλον σύμφωνα με τις διαδικασίες συσχέτισης που αναφέρονται στο άρθρο 24.

Άρθρο 26

Ανανέωση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν ώστε η ανανέωση ή η επανενεργοποίηση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας να ακολουθεί πιστά τις διαδικασίες δημιουργίας, συσχέτισης και παράδοσης των διαπιστευτηρίων και των συσκευών εξακρίβωσης, σύμφωνα με τα άρθρα 23, 24 και 25.

Άρθρο 27

Καταστροφή, απενεργοποίηση και ανάκληση

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών φροντίζουν να διαθέτουν αποτελεσματικές διαδικασίες για την εφαρμογή καθενός από τα ακόλουθα μέτρα ασφαλείας:

α) ασφαλή καταστροφή, απενεργοποίηση ή ανάκληση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας, και των συσκευών και των λογισμικών εξακρίβωσης·

β) σε περίπτωση που ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών διανέμει επαναχρησιμοποιούμενες συσκευές και λογισμικά εξακρίβωσης, η ασφαλής επαναχρησιμοποίηση της συσκευής ή του λογισμικού διαπιστώνεται, τεκμηριώνεται και τίθεται σε εφαρμογή προτού η συσκευή ή το λογισμικό διατεθεί σε άλλον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

γ) απενεργοποίηση ή ανάκληση των πληροφοριών που σχετίζονται με τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας τα οποία είναι αποθηκευμένα στα συστήματα και τις βάσεις δεδομένων του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και, κατά περίπτωση, σε δημόσια αποθετήρια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΚΟΙΝΑ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΗ ΑΝΟΙΚΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Τμήμα 1

Γενικές απαιτήσεις επικοινωνίας

Άρθρο 28

Απαιτήσεις ταυτοποίησης

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν για την ασφαλή ταυτοποίηση, κατά την επικοινωνία ανάμεσα στη συσκευή του πληρωτή και τις συσκευές αποδοχής ηλεκτρονικών πληρωμών του δικαιούχου, περιλαμβανομένων, αλλά όχι αποκλειστικά, των τερματικών πληρωμής.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν για την αποτελεσματική μείωση των κινδύνων εσφαλμένης αποστολής της επικοινωνίας σε μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα, οι οποίοι ελλοχεύουν σε εφαρμογές για φορητές συσκευές και λοιπές διεπαφές χρηστών υπηρεσιών πληρωμών, που παρέχουν ηλεκτρονικές υπηρεσίες πληρωμών.

Άρθρο 29

Ιχνηλασιμότητα

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζουν διαδικασίες που εξασφαλίζουν την ιχνηλασιμότητα όλων των πράξεων πληρωμής και των λοιπών αλληλεπιδράσεων με τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, με λοιπούς παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και με άλλες οντότητες, όπως ενδεικτικά εμπόρους, στο πλαίσιο της παροχής της υπηρεσίας πληρωμής, διασφαλίζοντας την εκ των υστέρων γνώση όλων των γεγονότων που σχετίζονται με την ηλεκτρονική συναλλαγή σε όλα τα επιμέρους στάδια.

2.Για τον σκοπό της παραγράφου 1, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν ώστε κάθε κύκλος επικοινωνίας που δημιουργείται με τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, λοιπούς παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και άλλες οντότητες, όπως ενδεικτικά εμπόρους, να βασίζεται σε καθένα από τα ακόλουθα:

α) αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης του κύκλου·

β) μηχανισμούς ασφαλείας για την αναλυτική ημερολογιακή καταγραφή της συναλλαγής, περιλαμβανομένων του αριθμού της συναλλαγής, των χρονοσφραγίδων και όλων των συναφών δεδομένων της συναλλαγής·

γ) χρονοσφραγίδες που βασίζονται σε ενοποιημένο σύστημα χρονικής αναφοράς και είναι συγχρονισμένες με την επίσημη ώρα.

Τμήμα 2

Ειδικές απαιτήσεις για τα κοινά και ασφαλή ανοικτά πρότυπα επικοινωνίας

Άρθρο 30

Γενικές υποχρεώσεις για διεπαφές πρόσβασης

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, που παρέχουν σε πληρωτή λογαριασμό πληρωμών προσβάσιμο διαδικτυακά, διαθέτουν τουλάχιστον μία διεπαφή η οποία πληροί καθεμία από τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα δύνανται να ταυτοποιούνται στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού·

β) οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού δύνανται να επικοινωνούν με ασφάλεια, προκειμένου να ζητούν και να λαμβάνουν πληροφορίες για έναν ή περισσότερους καθορισμένους λογαριασμούς πληρωμών και τις συναφείς πράξεις πληρωμής·

γ) οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών δύνανται να επικοινωνούν με ασφάλεια, προκειμένου να διενεργούν την έναρξη εντολής πληρωμής από τον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή και να λαμβάνουν όλες τις πληροφορίες σχετικά με την έναρξη της πράξης πληρωμής και όλες τις πληροφορίες που είναι προσβάσιμες στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για την εκτέλεση της πράξης πληρωμής.

2.Για τους σκοπούς της εξακρίβωσης της ταυτότητας του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, η διεπαφή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 επιτρέπει στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και στους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών να επαφίενται σε όλες τις διαδικασίες εξακρίβωσης που παρέχει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού στον χρήστη της υπηρεσίας πληρωμών.

Η διεπαφή πληροί τουλάχιστον όλες τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) ο πάροχος υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή ο πάροχος υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού δύναται να ζητήσει από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού να διενεργήσει την έναρξη της εξακρίβωσης με βάση τη συγκατάθεση του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

β) καθ' όλη τη διάρκεια της εξακρίβωσης δημιουργούνται και διατηρούνται κύκλοι επικοινωνίας ανάμεσα στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, τον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, τον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και κάθε ενδιαφερόμενο χρήστη υπηρεσιών πληρωμών·

γ)διασφαλίζεται η ακεραιότητα και η εμπιστευτικότητα των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας και των αναγνωριστικών κωδικών, που διαβιβάζονται από τον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή τον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή μέσω αυτών.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού μεριμνούν ώστε οι διεπαφές τους να ακολουθούν πρότυπα επικοινωνίας που εκδίδονται από διεθνείς ή ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης.

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού μεριμνούν ακόμη ώστε οι τεχνικές προδιαγραφές όλων των διεπαφών να είναι τεκμηριωμένες και να ορίζουν μια δέσμη ρουτινών πρωτοκόλλων και εργαλείων που είναι αναγκαία για να μπορούν οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα να επιτρέπουν στα λογισμικά και τις εφαρμογές τους να διαλειτουργήσουν με τα συστήματα των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού.

Κατ' ελάχιστον, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού καθιστούν διαθέσιμη την τεκμηρίωση δωρεάν, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 2, ή πριν από την ημερομηνία-στόχο διάθεσης της διεπαφής πρόσβασης στην αγορά, όταν η διάθεση στην αγορά λαμβάνει χώρα μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 2, κατόπιν αιτήματος αδειοδοτημένων παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα ή παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που έχουν καταθέσει αίτηση στις αρμόδιες αρχές τους για να λάβουν τη σχετική άδεια, και παρέχουν περίληψη της τεκμηρίωσης που διατίθεται στο κοινό μέσω του δικτυακού τους τόπου.

4.Επιπροσθέτως της παραγράφου 3, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού μεριμνούν ώστε, με εξαίρεση τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, οποιαδήποτε αλλαγή των τεχνικών προδιαγραφών της διεπαφής τους να καθίσταται διαθέσιμη στους αδειοδοτημένους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα ή στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που έχουν καταθέσει αίτηση στις αρμόδιες αρχές τους για να λάβουν τη σχετική άδεια, εκ των προτέρων το ταχύτερο δυνατό και τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από την εφαρμογή της αλλαγής.

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών τηρούν τεκμηρίωση για τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης στις οποίες εφαρμόστηκαν αλλαγές και καθιστούν διαθέσιμη τη σχετική τεκμηρίωση στις αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήματος.

5.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού καθιστούν διαθέσιμη λειτουργική δυνατότητα δοκιμής, και μεταξύ άλλων παροχής υποστήριξης, για τη σύνδεση και δοκιμή λειτουργίας, προκειμένου να μπορούν οι αδειοδοτημένοι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα και πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού ή οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που έχουν καταθέσει αίτηση στις αρμόδιες αρχές τους για να λάβουν τη σχετική άδεια, να δοκιμάζουν τα λογισμικά και τις εφαρμογές που χρησιμοποιούν για την παροχή υπηρεσιών πληρωμών στους χρήστες. Η εν λόγω λειτουργική δυνατότητα δοκιμής θα πρέπει να καθίσταται διαθέσιμη τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 2, ή πριν από την ημερομηνία-στόχο διάθεσης της διεπαφής πρόσβασης στην αγορά, όταν η διάθεση στην αγορά λαμβάνει χώρα μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 2.

Μέσω της λειτουργικής δυνατότητας δοκιμής δεν πρέπει, πάντως, να ανταλλάσσονται ευαίσθητες πληροφορίες.

6.Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού να συμμορφώνονται ανά πάσα στιγμή με τις υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στα παρόντα πρότυπα σε σχέση με τη/-ις διεπαφή/-ές που θέτουν σε εφαρμογή. Σε περίπτωση που κάποιος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις για τις διεπαφές που προβλέπονται στα παρόντα πρότυπα, οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε η παροχή υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού να μην παρεμποδίζεται ούτε να διακόπτεται, εφόσον οι αντίστοιχοι πάροχοι των εν λόγω υπηρεσιών συμμορφώνονται με τις προϋποθέσεις του άρθρου 33 παράγραφος 5.

Άρθρο 31

Εναλλακτικές επιλογές ως προς τη διεπαφή πρόσβασης

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού εγκαθιστούν τη/-ις διεπαφή/-ές που αναφέρεται/-ονται στο άρθρο 30 μέσω ειδικής διεπαφής ή επιτρέποντας τη χρήση, από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1, των διεπαφών που χρησιμοποιούνται για την εξακρίβωση της γνησιότητας και την επικοινωνία με τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού.

Άρθρο 32

Υποχρεώσεις σε σχέση με την ειδική διεπαφή

1.Υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις των άρθρων 30 και 31, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού που έχουν θέσει σε εφαρμογή ειδική διεπαφή μεριμνούν ώστε η τελευταία να παρέχει ανά πάσα στιγμή το ίδιο επίπεδο διαθεσιμότητας και επίδοσης, και μεταξύ άλλων υποστήριξης, με τις διεπαφές που διατίθενται στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών για απευθείας πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών του διαδικτυακά.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού που έχουν θέσει σε εφαρμογή ειδική διεπαφή ορίζουν διαφανείς κύριους δείκτες επίδοσης και στόχους παροχής υπηρεσιών, οι οποίοι είναι τουλάχιστον εξίσου αυστηροί με τους προβλεπόμενους για τη διεπαφή που χρησιμοποιείται από τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών τους, τόσο ως προς τη διαθεσιμότητα όσο και ως προς τα παρεχόμενα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 36. Οι εν λόγω διεπαφές, δείκτες και στόχοι παρακολουθούνται από τις αρμόδιες αρχές και υποβάλλονται σε προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού που έχουν θέσει σε εφαρμογή ειδική διεπαφή μεριμνούν ώστε η τελευταία να μην παρεμποδίζει την παροχή υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και πληροφοριών λογαριασμού. Τέτοια εμπόδια μπορεί να είναι, μεταξύ άλλων, η παρεμπόδιση της χρήσης από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 των διαπιστευτηρίων που εκδίδουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού στους πελάτες τους, η επιβολή ανακατεύθυνσης στη λειτουργία εξακρίβωσης ή σε άλλες λειτουργίες του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, η απαίτηση για πρόσθετες άδειες και καταχωρίσεις πέραν των προβλεπόμενων στα άρθρα 11, 14 και 15 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, ή η απαίτηση για διενέργεια πρόσθετων ελέγχων όσον αφορά τη συγκατάθεση που δίδουν οι χρήστες υπηρεσιών πληρωμών στους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και πληροφοριών λογαριασμού.

4.Για τον σκοπό των παραγράφων 1 και 2, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού παρακολουθούν τη διαθεσιμότητα και την επίδοση της ειδικής διεπαφής. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού δημοσιεύουν στον δικτυακό τους τόπο τριμηνιαίες στατιστικές για τη διαθεσιμότητα και την επίδοση της ειδικής διεπαφής και της διεπαφής που χρησιμοποιείται από τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών τους.

Άρθρο 33

Μέτρα έκτακτης ανάγκης σε σχέση με την ειδική διεπαφή

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού περιλαμβάνουν, στον σχεδιασμό της ειδικής διεπαφής, στρατηγική και σχέδια για μέτρα έκτακτης ανάγκης για τις περιπτώσεις μη λειτουργίας της διεπαφής σύμφωνα με το άρθρο 32, μη προγραμματισμένης έλλειψης διαθεσιμότητας της διεπαφής και κατάρρευσης των συστημάτων. Μη προγραμματισμένη έλλειψη διαθεσιμότητας ή κατάρρευση των συστημάτων είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι υφίσταται όταν δεν δίδεται απάντηση εντός 30 δευτερολέπτων σε πέντε διαδοχικά αιτήματα για πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με την παροχή υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού.

2.Στα μέτρα έκτακτης ανάγκης περιλαμβάνονται σχέδια επικοινωνίας τα οποία αποσκοπούν στην ενημέρωση των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που κάνουν χρήση της ειδικής διεπαφής για την ύπαρξη μέτρων αποκατάστασης του συστήματος, καθώς και περιγραφή των άμεσα διαθέσιμων εναλλακτικών επιλογών που έχουν ενδεχομένως στη διάθεσή τους οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

3.Τόσο ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού όσο και οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 γνωστοποιούν αμελλητί στις αντίστοιχες αρμόδιες εθνικές αρχές τους τυχόν προβλήματα με τις ειδικές διεπαφές κατά τα περιγραφόμενα στην παράγραφο 1.

4.Στο πλαίσιο του μηχανισμού έκτακτης ανάγκης, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 επιτρέπεται να κάνουν χρήση των διεπαφών που διατίθενται στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών για την εξακρίβωση της γνησιότητας και την επικοινωνία με τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού τους, έως ότου αποκατασταθεί το επίπεδο διαθεσιμότητας και επίδοσης της ειδικής διεπαφής σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 32.

5.Για τον σκοπό αυτόν, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού μεριμνούν ώστε οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 να μπορούν να ταυτοποιηθούν και να μπορούν να βασιστούν στις διαδικασίες εξακρίβωσης που παρέχονται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών. Όταν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 κάνουν χρήση της διεπαφής που αναφέρεται στην παράγραφο 4:

α)λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι δεν έχουν πρόσβαση σε, δεν αποθηκεύουν ούτε επεξεργάζονται δεδομένα για σκοπούς άλλους πέραν της παροχής της υπηρεσίας που έχει ζητήσει ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών·

β) συμμορφώνονται αδιαλείπτως με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 66 παράγραφος 3 και από το άρθρο 67 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 αντίστοιχα·

γ) προβαίνουν σε ημερολογιακή καταγραφή των δεδομένων στα οποία παρέχεται πρόσβαση μέσω της διεπαφής που ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού θέτει στη διάθεση των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών του, και παρέχουν, κατόπιν αιτήματος και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τα αρχεία ημερολογιακής καταγραφής στην αρμόδια εθνική αρχή τους·

δ) αιτιολογούν δεόντως στην αρμόδια εθνική αρχή τους, κατόπιν αιτήματος και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τη χρήση της διεπαφής που τίθεται στη διάθεση των χρηστών υπηρεσιών πληρωμών για απευθείας πρόσβαση στον λογαριασμό πληρωμών τους διαδικτυακά·

ε) ενημερώνουν σχετικά τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού.

6.Οι αρμόδιες αρχές, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΤ για τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής των ακόλουθων προϋποθέσεων, εξαιρούν τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού που έχουν επιλέξει τη λύση της ειδικής διεπαφής από την υποχρέωση ανάπτυξης του μηχανισμού έκτακτης ανάγκης που περιγράφεται στην παράγραφο 4 όταν η ειδική διεπαφή πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) συμμορφώνεται με όλες τις υποχρεώσεις για τις ειδικές διεπαφές κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 32·

β) έχει σχεδιαστεί και υποβληθεί σε δοκιμές σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 5 κατά τρόπο ικανοποιητικό για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που αναφέρονται σε αυτό·

γ) έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως για διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών για την παροχή υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και για την παροχή επιβεβαίωσης σχετικά με τη διαθεσιμότητα των κεφαλαίων για πληρωμές με κάρτα·

δ) τυχόν πρόβλημα σχετικό με την ειδική διεπαφή έχει επιλυθεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

7.Οι αρμόδιες αρχές ανακαλούν την εξαίρεση που αναφέρεται στην παράγραφο 6 όταν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού δεν πληρούν τις προϋποθέσεις α) και δ) για περισσότερες από δύο διαδοχικές ημερολογιακές εβδομάδες. Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την ΕΑΤ για την εν λόγω ανάκληση και μεριμνούν ώστε ο πάροχος να εγκαθιδρύσει, το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός διμήνου, τον μηχανισμό έκτακτης ανάγκης που αναφέρεται στην παράγραφο 4.

Άρθρο 34

Πιστοποιητικά

1.Για τον σκοπό της ταυτοποίησης, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 30 παράγραφος 1 στοιχείο α), οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών βασίζονται σε εγκεκριμένα πιστοποιητικά ηλεκτρονικών σφραγίδων κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 3 σημείο 30 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 ή σε εγκεκριμένα πιστοποιητικά για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστότοπου κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 3 σημείο 39 του προαναφερόμενου κανονισμού.

2.Για τον σκοπό του παρόντος κανονισμού, ο αριθμός μητρώου όπως αναφέρεται στα επίσημα αρχεία σύμφωνα με το παράρτημα III στοιχείο γ) ή το παράρτημα IV στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 είναι ο αριθμός άδειας του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδει μέσα πληρωμής με κάρτα, των παρόχων υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και των παρόχων υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών, περιλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού που παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες, που είναι καταχωρισμένος στο δημόσιο μητρώο του κράτους μέλους προέλευσης δυνάμει του άρθρου 14 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 ή που προκύπτει από τις κοινοποιήσεις κάθε χορηγούμενης άδειας λειτουργίας δυνάμει του άρθρου 8 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(4) σύμφωνα με το άρθρο 20 της προαναφερόμενης οδηγίας.

3.Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά ηλεκτρονικών σφραγίδων ή τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστότοπου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν, σε γλώσσα που συνηθίζεται στον διεθνή χρηματοπιστωτικό τομέα, πρόσθετα ειδικά χαρακτηριστικά σε σχέση με καθένα από τα ακόλουθα:

α) τον ρόλο του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, ο οποίος μπορεί να συνίσταται σε ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

i) εξυπηρέτηση λογαριασμού·

ii) εκκίνηση πληρωμής·

iii) πληροφορίες λογαριασμού·

iv) έκδοση μέσων πληρωμών με κάρτα·

β) την ονομασία των αρμόδιων αρχών στις οποίες είναι καταχωρισμένος ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών.

4.Τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται στην παράγραφο 3 δεν επηρεάζουν τη διαλειτουργικότητα και την αναγνώριση των εγκεκριμένων πιστοποιητικών ηλεκτρονικών σφραγίδων ή των εγκεκριμένων πιστοποιητικών για την επαλήθευση της γνησιότητας δικτυακού τόπου.

Άρθρο 35

Ασφάλεια κύκλου επικοινωνίας

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών μεριμνούν ώστε, κατά την ανταλλαγή δεδομένων μέσω του διαδικτύου, να εφαρμόζεται ασφαλής κρυπτογράφηση ανάμεσα στα επικοινωνούντα μέρη καθ' όλη τη διάρκεια του αντίστοιχου κύκλου επικοινωνίας ώστε να προστατεύεται η εμπιστευτικότητα και η ακεραιότητα των δεδομένων, με τη χρήση αξιόπιστων και ευρέως αναγνωρισμένων τεχνικών κρυπτογράφησης.

2.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών διατηρούν όσο το δυνατόν συντομότερους τους κύκλους πρόσβασης που παρέχονται από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού και τερματίζουν οι ίδιοι κάθε τέτοιον κύκλο αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ζητηθείσας ενέργειας.

3.Σε περίπτωση διενέργειας ταυτόχρονων διαδικτυακών κύκλων με τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών μεριμνούν ώστε οι εν λόγω κύκλοι να συνδέονται με ασφαλή τρόπο με τους συναφείς κύκλους που δημιουργούνται με τον/-ους χρήστη/-ες υπηρεσιών πληρωμών, ώστε να αποτρέπεται το ενδεχόμενο εσφαλμένης δρομολόγησης των μηνυμάτων ή πληροφοριών που ανταλλάσσονται μεταξύ τους.

4.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα με τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού μεριμνούν για την ύπαρξη απολύτως σαφών αναφορών σε καθένα από τα ακόλουθα στοιχεία:

α) τον χρήστη ή τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών και τον αντίστοιχο κύκλο επικοινωνίας με σκοπό τη διάκριση των διαφόρων αιτημάτων από τον ίδιο ή τους ίδιους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών·

β) για υπηρεσίες εκκίνησης πληρωμών, τη φέρουσα αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης πράξη πληρωμής της οποίας διενεργήθηκε η έναρξη·

γ) για επιβεβαίωση σχετικά με τη διαθεσιμότητα των κεφαλαίων, το φέρον αποκλειστικό μέσο ταυτοποίησης αίτημα που σχετίζεται με το απαιτούμενο ποσό για την εκτέλεση της πράξης πληρωμής με κάρτα.

5.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού, οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών και οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδουν μέσα πληρωμής με κάρτα μεριμνούν ώστε, κατά την κοινοποίησή τους, τα εξατομικευμένα διαπιστευτήρια ασφαλείας και οι αναγνωριστικοί κωδικοί να μην μπορούν να αναγνωστούν, άμεσα ή έμμεσα, από κανένα μέλος του προσωπικού σε καμία στιγμή.

Σε περίπτωση απώλειας της εμπιστευτικότητας των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας στο πλαίσιο των οικείων αρμοδιοτήτων τους, οι εν λόγω πάροχοι ενημερώνουν αμελλητί τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών που συνδέεται με αυτά, καθώς και τον εκδότη των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας.

Άρθρο 36

Ανταλλαγές δεδομένων

1.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού συμμορφώνονται με καθεμία από τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) παρέχουν στους παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού τις ίδιες ακριβώς πληροφορίες από καθορισμένους λογαριασμούς πληρωμών και τις συναφείς πράξεις πληρωμής που διατίθενται στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών όταν ζητά απευθείας πρόσβαση στις πληροφορίες λογαριασμού, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πληροφορίες δεν περιλαμβάνουν ευαίσθητα δεδομένα πληρωμών·

β) παρέχουν, αμέσως μετά τη λήψη της εντολής πληρωμής, στους παρόχους υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών τις ίδιες ακριβώς πληροφορίες για την εκκίνηση και την εκτέλεση της πράξης πληρωμής που παρέχονται ή τίθενται στη διάθεση του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών όταν ο τελευταίος διενεργεί απευθείας την έναρξη της πράξης πληρωμής·

γ) επιβεβαιώνουν αμέσως, κατόπιν αιτήματος, στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, με ένα απλό «ναι» ή «όχι», αν το απαιτούμενο ποσό για την εκτέλεση μιας πράξης πληρωμής είναι διαθέσιμο ή όχι στον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή.

2.Σε περίπτωση απροσδόκητου συμβάντος ή σφάλματος κατά τη διαδικασία ταυτοποίησης, εξακρίβωσης, ή κατά την ανταλλαγή των στοιχείων δεδομένων, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού αποστέλλει μήνυμα κοινοποίησης στον πάροχο υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών ή στον πάροχο υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που εκδίδει μέσα πληρωμής με κάρτα στο οποίο επεξηγείται ο λόγος για το απροσδόκητο συμβάν ή σφάλμα.

Στις περιπτώσεις όπου ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού παρέχει ειδική διεπαφή σύμφωνα με το άρθρο 32, η εν λόγω διεπαφή προβλέπει την έκδοση μηνυμάτων κοινοποίησης για τη γνωστοποίηση απροσδόκητων συμβάντων ή σφαλμάτων από οποιονδήποτε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ανιχνεύει το συμβάν ή το σφάλμα στους λοιπούς παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που συμμετέχουν στον κύκλο επικοινωνίας.

3.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού εφαρμόζουν κατάλληλους και αποτελεσματικούς μηχανισμούς που αποτρέπουν την πρόσβαση σε άλλες πληροφορίες πλην εκείνων που προέρχονται από καθορισμένους λογαριασμούς πληρωμών και τις συναφείς πράξεις πληρωμής, σύμφωνα με τη ρητή συγκατάθεση του χρήστη.

4.Οι πάροχοι υπηρεσιών εκκίνησης πληρωμών παρέχουν στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού τις ίδιες ακριβώς πληροφορίες που ζητούνται από τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμών όταν διενεργεί απευθείας την έναρξη της πράξης πληρωμής.

5.Οι πάροχοι υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού δύνανται να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες από καθορισμένους λογαριασμούς πληρωμών και τις συναφείς πράξεις πληρωμής τις οποίες διαθέτουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού για τους σκοπούς της παροχής της υπηρεσίας πληροφοριών λογαριασμού σε καθεμία από τις ακόλουθες περιστάσεις:

α) οσάκις ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών ζητά ο ίδιος τις εν λόγω πληροφορίες·

β) όταν ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών δεν ζητά ο ίδιος τις εν λόγω πληροφορίες, όχι περισσότερες από τέσσερις φορές εντός 24 ωρών, εκτός εάν έχει συμφωνηθεί μεγαλύτερη συχνότητα μεταξύ του παρόχου υπηρεσιών πληροφοριών λογαριασμού και του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών εξυπηρέτησης λογαριασμού, με τη συγκατάθεση του χρήστη υπηρεσιών πληρωμών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 37

Επανεξέταση

Με την επιφύλαξη του άρθρου 98 παράγραφος 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, η ΕΑΤ επανεξετάζει, μέχρι τις 14 Μαρτίου 2021, τα ποσοστά απάτης που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, καθώς και τις εξαιρέσεις που χορηγούνται δυνάμει του άρθρου 33 παράγραφος 6 σε σχέση με τις ειδικές διεπαφές, και, εφόσον απαιτείται, υποβάλλει επικαιροποιημένα σχέδια αυτών στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

Άρθρο 38

Έναρξη ισχύος

1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από τις 14 Σεπτεμβρίου 2019.

3.Ωστόσο, οι παράγραφοι 3 και 5 του άρθρου 30 εφαρμόζονται τις 14 Μαρτίου 2019.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 27 Νοεμβρίου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος Jean-Claude JUNCKER

 

 

------------------------

(1)ΕΕ L 337 της 23.12.2015, σ. 35.

(2)Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(3)Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 53).

(4)Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

 

 

Ποσοστό αναφοράς περιπτώσεων απάτης (%) για:

ETV (Exemption Threshold Value — Οριακή Τιμή Εξαίρεσης)

Ηλεκτρονικές πληρωμές εξ αποστάσεως με κάρτα

Ηλεκτρονικές μεταφορές πιστώσεων εξ αποστάσεως

500 EUR

0,01

0,005

250 EUR

0,06

0,01

100 EUR

0,13

0,015

 

The post KΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/389 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 27ης Νοεμβρίου 2017 για τη συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αυστηρή εξακρίβωση ταυτότητας πελάτη και τα κοινά και ασφαλή ανοικτά πρότυπα επικοινωνίας appeared first on HELLAS TAX.

]]>
https://hellastax.gr/archives/23677/feed 0
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2395 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 2017 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά το μεταβατικό καθεστώς για τον μετριασμό των επιπτώσεων από την εισαγωγή του ΔΠΧΑ 9 στα ίδια κεφάλαια και για τις επιπτώσεις της αντιμετώπισης μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων ορισμένων ανοιγμάτων του δημοσίου τομέα εκπεφρασμένων στο εθνικό νόμισμα οποιουδήποτε κράτους μέλους (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) https://hellastax.gr/archives/23405 https://hellastax.gr/archives/23405#respond Thu, 04 Jan 2018 12:00:00 +0000   ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2395 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 2017 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά το μεταβατικό καθεστώς για τον μετριασμό των επιπτώσεων από την εισαγωγή του ΔΠΧΑ 9 στα ίδια κεφάλαια και για τις επιπτώσεις της αντιμετώπισης μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων ορισμένων ανοιγμάτων του δημοσίου τομέα εκπεφρασμένων στο εθνικό νόμισμα οποιουδήποτε Continue Reading

The post ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2395 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 2017 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά το μεταβατικό καθεστώς για τον μετριασμό των επιπτώσεων από την εισαγωγή του ΔΠΧΑ 9 στα ίδια κεφάλαια και για τις επιπτώσεις της αντιμετώπισης μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων ορισμένων ανοιγμάτων του δημοσίου τομέα εκπεφρασμένων στο εθνικό νόμισμα οποιουδήποτε κράτους μέλους (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) appeared first on HELLAS TAX.

]]>
 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2395 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 12ης Δεκεμβρίου 2017

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά το μεταβατικό καθεστώς για τον μετριασμό των επιπτώσεων από την εισαγωγή του ΔΠΧΑ 9 στα ίδια κεφάλαια και για τις επιπτώσεις της αντιμετώπισης μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων ορισμένων ανοιγμάτων του δημοσίου τομέα εκπεφρασμένων στο εθνικό νόμισμα οποιουδήποτε κράτους μέλους

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας(1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία(3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Στις 24 Ιουλίου 2014 το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων δημοσίευσε το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) 9 Χρηματοοικονομικά Μέσα (ΔΠΧΑ 9). Το ΔΠΧΑ 9 έχει ως στόχο να βελτιώσει τη χρηματοοικονομική αναφορά για τα χρηματοοικονομικά μέσα, αντιμετωπίζοντας τις ανησυχίες που προέκυψαν σε αυτόν τον τομέα κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Ειδικότερα, το ΔΠΧΑ 9 ανταποκρίνεται στην έκκληση της G20 για μετάβαση σε ένα πιο προορατικό μοντέλο για την αναγνώριση των αναμενομένων πιστωτικών ζημιών σε χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. Όσον αφορά την αναγνώριση των αναμενομένων πιστωτικών ζημιών σε χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, αντικαθιστά το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο (ΔΛΠ) 39.

(2) Η Επιτροπή ενέκρινε το ΔΠΧΑ 9 μέσω του κανονισμού (ΕΕ) 2016/2067 της Επιτροπής(4). Σύμφωνα με τον κανονισμό αυτόν, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι επενδυτικές εταιρείες ιδρύματα») που χρησιμοποιούν τα ΔΠΧΑ για να προετοιμάσουν τις οικονομικές καταστάσεις τους καλούνται να εφαρμόσουν το ΔΠΧΑ 9 από την ημερομηνία έναρξης του πρώτου οικονομικού έτους τους που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μεταγενέστερα.

(3) Η εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 μπορεί να οδηγήσει σε ξαφνική σημαντική αύξηση προβλέψεων για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες και, κατά συνέπεια, σε απότομη μείωση του κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 των ιδρυμάτων. Αν και η Επιτροπή της Βασιλείας για την τραπεζική εποπτεία εξετάζει επί του παρόντος την πιο μακροπρόθεσμη εποπτική αντιμετώπιση των προβλέψεων για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες, θα πρέπει να εισαχθούν στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(5) μεταβατικές ρυθμίσεις που να μετριάζουν την εν λόγω πιθανή σημαντική αρνητική επίπτωση στα κεφάλαια κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που μπορεί να προκύψει από τη λογιστική μεταχείριση των αναμενόμενων πιστωτικών ζημιών.

(4) Στο ψήφισμά του της 6ης Οκτωβρίου 2016 για το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς: ΔΠΧΑ 9(6), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε να θεσπιστεί ένα καθεστώς σταδιακής εφαρμογής που θα μετριάζει την επίπτωση του νέου μοντέλου απομείωσης του ΔΠΧΑ 9.

(5) Όταν ο ισολογισμός ανοίγματος ενός ιδρύματος κατά την ημέρα πρώτης εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9 αντανακλά μείωση στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ως αποτέλεσμα αυξημένων προβλέψεων για αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες, συμπεριλαμβανομένων των προβλέψεων για αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής για χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία απομειωμένης πιστωτικής αξίας όπως ορίζονται στο προσάρτημα Α στο ΔΠΧΑ 9 όπως προβλέπεται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής(7) («Παράρτημα σχετικά με το ΔΠΧΑ 9»), σε σύγκριση με τον ισολογισμό κλεισίματος της προηγούμενης ημέρας, θα πρέπει να δίνεται η δυνατότητα στο ίδρυμα να συμπεριλάβει στο κεφάλαιο κοινών μετοχών κατηγορίας 1 ένα τμήμα των αυξημένων προβλέψεων για αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες για μεταβατική περίοδο. Η εν λόγω μεταβατική περίοδος θα πρέπει να έχει μέγιστη διάρκεια πέντε χρόνια και θα πρέπει να ξεκινά το 2018. Το τμήμα των προβλέψεων για αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες που δύναται να περιληφθεί στο κεφάλαιο κοινών μετοχών κατηγορίας 1 θα πρέπει να βαίνει μειούμενο ώσπου να μηδενιστεί, προκειμένου να διασφαλισθεί η πλήρης εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 από την αμέσως επόμενη ημέρα της ολοκλήρωσης της μεταβατικής περιόδου. Η επίπτωση των προβλέψεων για αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες στο κεφάλαιο κοινών μετοχών κατηγορίας 1 δεν θα πρέπει να εξουδετερώνεται πλήρως κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου.

(6) Τα ιδρύματα θα πρέπει να αποφασίσουν εάν θα εφαρμόσουν τις εν λόγω μεταβατικές ρυθμίσεις και να ενημερώσουν σχετικά την αρμόδια αρχή. Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, ένα ίδρυμα θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αντιστρέψει άπαξ την αρχική του απόφαση, υπό την προϋπόθεση προηγούμενης έγκρισης από την αρμόδια αρχή, έγκρισης που θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι κίνητρο μιας τέτοιας απόφασης δεν είναι τυχόν σκέψεις περί καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας.

(7) Δεδομένου ότι οι προβλέψεις για αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες που θα προκύψουν μετά την ημέρα κατά την οποία το ίδρυμα εφαρμόζει για πρώτη φορά το ΔΠΧΑ 9 θα μπορούσαν να αυξηθούν απροσδόκητα λόγω επιδείνωσης των μακροοικονομικών προοπτικών, θα πρέπει να χορηγούνται επιπρόσθετες ελαφρύνσεις στα ιδρύματα σε τέτοιες περιπτώσεις.

(8) Ιδρύματα που αποφασίζουν να εφαρμόσουν μεταβατικές ρυθμίσεις θα πρέπει να καλούνται να προσαρμόσουν τον υπολογισμό των εποπτικών στοιχείων που επηρεάζονται άμεσα από τις προβλέψεις για αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν λαμβάνουν μη αρμόζουσα κεφαλαιακή ελάφρυνση. Για παράδειγμα, οι ειδικές προσαρμογές πιστωτικού κινδύνου με τις οποίες μειώνεται η αξία ανοίγματος βάσει της τυποποιημένης προσέγγισης για τον πιστωτικό κίνδυνο θα πρέπει να μειωθούν κατά ένα συντελεστή που συνεπάγεται αύξηση της αξίας ανοίγματος. Το ανωτέρω θα διασφαλίζει ότι το ίδρυμα δεν επωφελείται και από την αύξηση στο κεφάλαιο κοινών μετοχών κατηγορίας 1 λόγω μεταβατικών ρυθμίσεων, αλλά και από τη μειωμένη αξία ανοίγματος.

(9) Τα ιδρύματα που αποφασίζουν να εφαρμόσουν τις μεταβατικές ρυθμίσεις του ΔΠΧΑ 9 που προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να δημοσιοποιούν τα ίδια κεφάλαιά τους, τους δείκτες κεφαλαίου τους και τους δείκτες μόχλευσης τόσο πριν όσο και μετά την εφαρμογή των εν λόγω ρυθμίσεων ώστε να καταστεί δυνατό για το κοινό να προσδιορίσει την επίπτωση των εν λόγω ρυθμίσεων.

(10) Είναι επίσης σκόπιμο να προβλέπονται μεταβατικές ρυθμίσεις για την εξαίρεση από το όριο μεγάλου χρηματοδοτικού ανοίγματος που ισχύει για ανοίγματα προς ορισμένα είδη χρέους του δημόσιου τομέα κρατών μελών εκπεφρασμένου στο εθνικό νόμισμα οποιουδήποτε κράτους μέλους. Η μεταβατική περίοδος θα πρέπει να είναι τριετούς διάρκειας αρχής γενομένης από 1ης Ιανουαρίου 2018 για ανοίγματα αυτού του είδους που προκύπτουν την 12η Δεκεμβρίου 2017 ή μεταγενέστερα, ενώ ανοίγματα αυτού του είδους που προκύπτουν πριν από αυτή την ημερομηνία θα πρέπει να υπόκεινται σε προϋφιστάμενο καθεστώς και θα πρέπει να εξακολουθούν να επωφελούνται από την εξαίρεση περί μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων.

(11) Με σκοπό να καταστεί δυνατόν οι μεταβατικές ρυθμίσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό να εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2018, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(12) Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 τροποποιείται ως εξής:

1) παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 473α

Εισαγωγή του ΔΠΧΑ 9

1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 50, και ως το τέλος της μεταβατικής περιόδου που ορίζεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου, τα ακόλουθα ιδρύματα μπορούν να περιλάβουν στο κεφάλαιο κοινών μετοχών κατηγορίας 1 το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο:

α) τα ιδρύματα που καταρτίζουν τους λογαριασμούς τους σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα που θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002·

β) τα ιδρύματα που, δυνάμει του άρθρου 24 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, πραγματοποιούν την αποτίμηση των στοιχείων ενεργητικού και των στοιχείων εκτός ισολογισμού και τον προσδιορισμό των ιδίων κεφαλαίων σε συμμόρφωση προς τα διεθνή λογιστικά πρότυπα που θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002·

γ) τα ιδρύματα που πραγματοποιούν την αποτίμηση των στοιχείων ενεργητικού και των στοιχείων εκτός ισολογισμού σύμφωνα με λογιστικά πρότυπα δυνάμει της οδηγίας 86/635/ΕΟΚ και που χρησιμοποιούν ένα μοντέλο αναμενόμενων πιστωτικών ζημιών ίδιο με εκείνο που χρησιμοποιείται στα διεθνή λογιστικά πρότυπα που θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.

Το ποσό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο υπολογίζεται ως το άθροισμα των ακολούθων:

α) για ανοίγματα που υπόκεινται σε στάθμιση κινδύνου σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 2, του ποσού (AB SA ) που υπολογίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

 

http://hellastax.gr/Docs/2017-EE/KANONISMOS-EE-2017-2395-image1.JPG

όπου:

A2,SA = το ποσό που υπολογίσθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 2,

A4,SA = το ποσό που υπολογίσθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 4 βάσει των ποσών που υπολογίσθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 3,

f = ο εφαρμοστέος συντελεστής της παραγράφου 6,

t = η αύξηση του κεφαλαίου κοινών μετοχών κατηγορίας 1 που οφείλεται στην έκπτωση φόρου των ποσών A 2,SA και A 4,SA ·

β) για ανοίγματα που υπόκεινται σε στάθμιση κινδύνου σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 3, του ποσού (AB IRB ) που υπολογίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

http://hellastax.gr/Docs/2017-EE/KANONISMOS-EE-2017-2395-image2.JPG

όπου:

A2,IRB = το ποσό που υπολογίσθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 2, προσαρμοσμένο σύμφωνα με την παράγραφο 5 στοιχείο α),

A4,IRB = το ποσό που υπολογίσθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 4, βάσει των ποσών που υπολογίσθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 3 προσαρμοσμένων σύμφωνα με την παράγραφο 5 στοιχεία β) και γ),

f = ο εφαρμοστέος συντελεστής της παραγράφου 6,

t = η αύξηση του κεφαλαίου κοινών μετοχών κατηγορίας 1 που οφείλεται στην έκπτωση φόρου των ποσών A 2,IRB και A 4,IRB .

2. Τα ιδρύματα υπολογίζουν τα ποσά A 2,SA και A 2,IRB που αναφέρονται, αντίστοιχα, στα στοιχεία α) και β) του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 ως το υψηλότερο από τα ποσά που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου ξεχωριστά, για τα ανοίγματά τους που υπόκεινται σε στάθμιση κινδύνου σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 2 και για τα ανοίγματά τους που υπόκεινται σε στάθμιση κινδύνου σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 3:

α) μηδέν·

β) το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το σημείο i) μειωμένο κατά το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το σημείο ii):

i) το άθροισμα των αναμενόμενων πιστωτικών ζημιών δωδεκαμήνου που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 5.5.5 του ΔΠΧΑ 9 όπως ορίζεται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής (“παράρτημα σχετικά με το ΔΠΧΑ 9”) και του ποσού της πρόβλεψης ζημίας για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες καθόλη τη διάρκεια ζωής που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 5.5.3 του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 κατά την 1η Ιανουαρίου 2018 ή κατά την ημερομηνία αρχικής εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9,

ii) το συνολικό ποσό των ζημιών απομείωσης επί χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που κατατάσσονται ως δάνεια και απαιτήσεις, ως διακρατούμενες μέχρι τη λήξη επενδύσεις και ως διαθέσιμα προς πώληση χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, όπως ορίζονται στην παράγραφο 9 του ΔΛΠ 39, εξαιρουμένων συμμετοχικών τίτλων και μεριδίων ή μετοχών σε οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων, που προσδιορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 63, 64, 65, 67, 68 και 70 του ΔΛΠ 39 όπως ορίζεται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 κατά την 31η Δεκεμβρίου 2017 ή την ημέρα πριν την ημερομηνία αρχικής εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9.

3. Τα ιδρύματα υπολογίζουν το ποσό κατά το οποίο το ποσό που αναφέρεται στο στοιχείο α) υπερβαίνει το ποσό που αναφέρεται στο στοιχείο β) ξεχωριστά για τα ανοίγματά τους που υπόκεινται σε στάθμιση κινδύνου σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 2 και για τα ανοίγματά τους που υπόκεινται σε στάθμιση κινδύνου σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 3:

α) το άθροισμα των αναμενόμενων πιστωτικών ζημιών δωδεκαμήνου που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 5.5.5 του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 και του ποσού της πρόβλεψης ζημίας για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες καθόλη τη διάρκεια ζωής που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 5.5.3 του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 εξαιρουμένης της πρόβλεψης ζημίας για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες καθόλη τη διάρκεια ζωής για χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία απομειωμένης πιστωτικής αξίας όπως ορίζονται στο προσάρτημα Α του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 κατά την ημερομηνία αναφοράς·

β) το άθροισμα των αναμενόμενων πιστωτικών ζημιών δωδεκαμήνου που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 5.5.5 του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 και του ποσού της πρόβλεψης ζημίας για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες καθόλη τη διάρκεια ζωής που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 5.5.3 του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 εξαιρουμένης της πρόβλεψης ζημίας για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες καθόλη τη διάρκεια ζωής για χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία απομειωμένης πιστωτικής αξίας όπως ορίζονται στο προσάρτημα Α του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 κατά την 1η Ιανουαρίου 2018 ή κατά την ημερομηνία αρχικής εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9.

4. Για ανοίγματα που υπόκεινται σε στάθμιση κινδύνου σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 2, όπου το ποσό που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο α) υπερβαίνει το ποσό που ορίζεται στην παράγραφο 3 στοιχείο β), τα ιδρύματα ορίζουν A 4,SA ίσο με τη διαφορά μεταξύ των εν λόγω ποσών, διαφορετικά ορίζουν A 4,SA ίσο με μηδέν.

Για ανοίγματα που υπόκεινται σε στάθμιση κινδύνου σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 3, όπου το ποσό που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο α), μετά την εφαρμογή της παραγράφου 5 στοιχείο β), υπερβαίνει το ποσό για τα εν λόγω ανοίγματα όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 στοιχείο β), κατόπιν εφαρμογής της παραγράφου 5 στοιχείο γ), τα ιδρύματα ορίζουν A 4,IRB ίσο τη διαφορά μεταξύ των εν λόγω ποσών, διαφορετικά ορίζουν A 4,IRB ίσο με μηδέν.

5. Για ανοίγματα που υπόκεινται σε στάθμιση κινδύνου σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 3, τα ιδρύματα εφαρμόζουν τις παραγράφους 2 έως 4 ως εξής:

α) για τον υπολογισμό του A 2,IRB τα ιδρύματα μειώνουν καθένα εκ των ποσών που υπολογίζονται σύμφωνα με το στοιχείο β) σημεία i) και ii) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου κατά το άθροισμα των ποσών των αναμενόμενων ζημιών που υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 158 παράγραφοι 5, 6 και 10 κατά την 31η Δεκεμβρίου 2017 ή την ημέρα πριν την ημερομηνία αρχικής εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9. Όταν, για το ποσό που αναφέρεται στο στοιχείο β) σημείο i) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, το αποτέλεσμα του υπολογισμού είναι αρνητικός αριθμός, το ίδρυμα ορίζει αξία του εν λόγω ποσού ίση με μηδέν. Όταν, για το ποσό που αναφέρεται στο στοιχείο β) σημείο ii) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, το αποτέλεσμα του υπολογισμού είναι αρνητικός αριθμός, το ίδρυμα ορίζει αξία του εν λόγω ποσού ίση με μηδέν·

β) τα ιδρύματα αντικαθιστούν το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου με το άθροισμα των αναμενόμενων πιστωτικών ζημιών δωδεκαμήνου που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 5.5.5 του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 και του ποσού της πρόβλεψης ζημίας για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 5.5.3 του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 εξαιρουμένης της πρόβλεψης ζημίας για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής για χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία απομειωμένης πιστωτικής αξίας, όπως ορίζονται στο προσάρτημα Α του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9, μειωμένου κατά το άθροισμα των σχετικών ποσών των αναμενόμενων ζημιών για τα ίδια ανοίγματα που υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 158 παράγραφοι 5, 6 και 10 κατά την ημερομηνία αναφοράς. Όταν το αποτέλεσμα του υπολογισμού είναι αρνητικός αριθμός, το ίδρυμα ορίζει την αξία του ποσού που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου ίση με μηδέν·

γ) τα ιδρύματα αντικαθιστούν το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο β) της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου με το άθροισμα των αναμενόμενων πιστωτικών ζημιών δωδεκαμήνου που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 5.5.5 του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 και του ποσού της πρόβλεψης ζημίας για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 5.5.3 του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 εξαιρουμένης της πρόβλεψης ζημίας για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής για χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία απομειωμένης πιστωτικής αξίας, όπως ορίζονται στο προσάρτημα Α του παραρτήματος σχετικά με το ΔΠΧΑ 9 κατά την 1η Ιανουαρίου 2018 ή την ημερομηνία αρχικής εφαρμογής του ΔΠΧΑ 9, μειωμένου κατά το άθροισμα των σχετικών ποσών των αναμενόμενων ζημιών για τα ίδια ανοίγματα που υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 158 παράγραφοι 5, 6 και 10. Όταν το αποτέλεσμα του υπολογισμού είναι αρνητικός αριθμός, το ίδρυμα ορίζει την αξία του ποσού που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου ίση με μηδέν.

6. Τα ιδρύματα εφαρμόζουν τους ακόλουθους συντελεστές για τον υπολογισμό των ποσών ABSA και ABIRB που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 αντίστοιχα:

α) 0,95 κατά τη διάρκεια της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 2018 έως την 31η Δεκεμβρίου 2018·

β) 0,85 κατά τη διάρκεια της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 2019 έως την 31η Δεκεμβρίου 2019·

γ) 0,7 κατά τη διάρκεια της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 2020 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020·

δ) 0,5 κατά τη διάρκεια της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2021·

ε) 0,25 κατά τη διάρκεια της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 2022 έως την 31η Δεκεμβρίου 2022.

Ιδρύματα των οποίων το οικονομικό έτος αρχίζει μετά την 1η Ιανουαρίου 2018 αλλά πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019 προσαρμόζουν τις ημερομηνίες των στοιχείων α) έως ε) του πρώτου εδαφίου έτσι ώστε να αντιστοιχούν στο οικονομικό τους έτος, αναφέρουν τις προσαρμοσθείσες ημερομηνίες στην αρμόδια αρχή τους και τις δημοσιοποιούν.

Ιδρύματα που ξεκινούν την εφαρμογή των λογιστικών προτύπων όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 την 1η Ιανουαρίου 2019 ή μεταγενέστερα εφαρμόζουν τους σχετικούς συντελεστές σύμφωνα με τα στοιχεία β) έως ε) του πρώτου εδαφίου ξεκινώντας με τον συντελεστή που αντιστοιχεί στο έτος πρώτης εφαρμογής των εν λόγω λογιστικών προτύπων.

7. Όταν ένα ίδρυμα περιλαμβάνει στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ποσό σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, επανυπολογίζει όλες τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στην οδηγία 2013/36/ΕΕ οι οποίες χρησιμοποιούν οποιοδήποτε εκ των ακόλουθων στοιχείων μη λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις που έχουν στα στοιχεία αυτά οι προβλέψεις για τις αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες που συμπεριέλαβε στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1:

α) το ποσό των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων που αφαιρείται από το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή που έχει σταθμιστεί ως προς τον κίνδυνο σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 4·

β) η αξία ανοίγματος όπως καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 111 παράγραφος 1 όπου οι ειδικές προσαρμογές πιστωτικού κινδύνου κατά τις οποίες μειώνεται η αξία ανοίγματος πολλαπλασιάζονται με τον ακόλουθο συντελεστή προσαύξησης (sf):

http://hellastax.gr/Docs/2017-EE/KANONISMOS-EE-2017-2395-image3.JPG

όπου:

ABSA = το ποσό που υπολογίσθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α),

RASA = το συνολικό ποσό ειδικών προσαρμογών πιστωτικού κινδύνου·

γ) το ποσό στοιχείων της κατηγορίας 2 που υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 62 στοιχείο δ).

8. Κατά τη διάρκεια της περιόδου που ορίζεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου, παράλληλα με τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών που απαιτούνται στο όγδοο μέρος, τα ιδρύματα που έχουν αποφασίσει να εφαρμόσουν τις μεταβατικές ρυθμίσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο δημοσιοποιούν τα ποσά των ιδίων κεφαλαίων, του κεφαλαίου κοινών μετοχών κατηγορίας 1 και του κεφαλαίου της κατηγορίας 1, του δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, του δείκτη κεφαλαίου της κατηγορίας 1, του συνολικού δείκτη κεφαλαίου και του δείκτη μόχλευσης που θα είχαν σε περίπτωση μη εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

9. Ένα ίδρυμα αποφασίζει εάν θα εφαρμόσει τις ρυθμίσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου και ενημερώνει την αρμόδια αρχή σχετικά με την απόφασή του ως την 1η Φεβρουαρίου 2018. Εφόσον το ίδρυμα έχει λάβει προηγούμενη έγκριση από την αρμόδια αρχή, δύναται να ανακαλέσει άπαξ, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, την αρχική απόφασή του. Τα ιδρύματα δημοσιοποιούν κάθε απόφαση έχουν λάβει σύμφωνα με το παρόν εδάφιο.

Ένα ίδρυμα που έχει αποφασίσει να εφαρμόσει τις μεταβατικές ρυθμίσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο δύναται να αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παράγραφο 4· στην περίπτωση αυτή ενημερώνει την αρμόδια αρχή σχετικά με την απόφασή του έως την 1η Φεβρουαρίου 2018. Σε τέτοια περίπτωση, το ίδρυμα ορίζει το ποσό A4 που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ίσο με μηδέν. Εφόσον το ίδρυμα έχει λάβει προηγούμενη έγκριση της αρμόδιας αρχής δύναται να ανακαλέσει άπαξ, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, την αρχική του απόφαση. Τα ιδρύματα δημοσιοποιούν κάθε απόφαση που έχουν λάβει σύμφωνα με το παρόν εδάφιο.

10. Σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η ΕΑΤ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές έως την 30ή Ιουνίου 2018 σχετικά με τις απαιτήσεις δημοσιοποίησης που ορίζονται στο παρόν άρθρο·

2) στο άρθρο 493 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 395 παράγραφος 1, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιτρέψουν στα ιδρύματα να διατηρούν οποιοδήποτε εκ των ανοιγμάτων που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου και πληρούν τους όρους της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, ως τα ακόλουθα ανώτατα όρια:

α) το 100 % του κεφαλαίου της κατηγορίας 1 του ιδρύματος έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018,

β) το 75 % του κεφαλαίου της κατηγορίας 1 του ιδρύματος έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019,

γ) το 50 % του κεφαλαίου της κατηγορίας 1 του ιδρύματος έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020.

Τα όρια που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) του πρώτου εδαφίου ισχύουν για αξίες ανοίγματος αφού έχουν ληφθεί υπόψη τα αποτελέσματα του μετριασμού του πιστωτικού κινδύνου σύμφωνα με τα άρθρα 399 ως 403.

5. Οι μεταβατικές ρυθμίσεις που ορίζονται στην παράγραφο 4 εφαρμόζονται στις ακόλουθες περιπτώσεις ανοιγμάτων:

α) για στοιχεία ενεργητικού που αντιπροσωπεύουν απαιτήσεις έναντι κεντρικών κυβερνήσεων, κεντρικών τραπεζών ή οντοτήτων του δημόσιου τομέα των κρατών μελών·

β) για στοιχεία ενεργητικού που αντιπροσωπεύουν απαιτήσεις ρητώς καλυπτόμενες από την εγγύηση κεντρικών κυβερνήσεων, κεντρικών τραπεζών ή οντοτήτων του δημόσιου τομέα κρατών μελών·

γ) άλλα ανοίγματα έναντι ή ανοίγματα καλυπτόμενα από την εγγύηση κεντρικών κυβερνήσεων, κεντρικών τραπεζών ή οντοτήτων του δημόσιου τομέα κρατών μελών·

δ) για στοιχεία ενεργητικού που αντιπροσωπεύουν απαιτήσεις έναντι περιφερειακών κυβερνήσεων ή τοπικών αρχών των κρατών μελών που αντιμετωπίζονται ως ανοίγματα έναντι κεντρικής κυβέρνησης σύμφωνα με το άρθρο 115 παράγραφος 2·

ε) άλλα ανοίγματα έναντι ή ανοίγματα καλυπτόμενα από την εγγύηση περιφερειακών κυβερνήσεων ή τοπικών αρχών των κρατών μελών που αντιμετωπίζονται ως ανοίγματα έναντι κεντρικής κυβέρνησης σύμφωνα με το άρθρο 115 παράγραφος 2.

Για τους σκοπούς των στοιχείων α), β) και γ) του πρώτου εδαφίου, οι μεταβατικές ρυθμίσεις που ορίζονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται μόνο για στοιχεία ενεργητικού και άλλα ανοίγματα έναντι ή ανοίγματα καλυπτόμενα από την εγγύηση οντοτήτων του δημοσίου τομέα που αντιμετωπίζονται ως ανοίγματα έναντι κεντρικής κυβέρνησης, περιφερειακής κυβέρνησης ή τοπικής αρχής σύμφωνα με το άρθρο 116 παράγραφος 4. Όταν στοιχεία ενεργητικού και άλλα ανοίγματα έναντι, ή ανοίγματα καλυπτόμενα από την εγγύηση οντοτήτων του δημοσίου τομέα αντιμετωπίζονται ως ανοίγματα έναντι περιφερειακής κυβέρνησης ή τοπικής αρχής σύμφωνα με το άρθρο 116 παράγραφος 4, οι μεταβατικές ρυθμίσεις που ορίζονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται μόνο όταν τα ανοίγματα έναντι της εν λόγω περιφερειακής κυβέρνησης ή τοπικής αρχής αντιμετωπίζονται ως ανοίγματα έναντι κεντρικής κυβέρνησης σύμφωνα με το άρθρο 115 παράγραφος 2.

6. Οι μεταβατικές ρυθμίσεις που ορίζονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται μόνο όταν άνοιγμα που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) στο άνοιγμα εφαρμόζεται συντελεστής στάθμισης κινδύνου 0 % σύμφωνα με την εκδοχή του άρθρου 495 παράγραφος 2 όπως ισχύει την 31η Δεκεμβρίου 2017·

β) το άνοιγμα προέκυψε την 12η Δεκεμβρίου 2017 ή μεταγενέστερα.

7. Άνοιγμα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου το οποίο προέκυψε πριν από την 12η Δεκεμβρίου 2017 και στο οποίο εφαρμόζεται συντελεστής στάθμισης κινδύνου 0 % την 31η Δεκεμβρίου 2017 σύμφωνα με το άρθρο 495 παράγραφος 2, εξαιρείται από την εφαρμογή του άρθρου 395 παράγραφος 1.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2018.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 12 Δεκεμβρίου 2017.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. MAASIKAS

-------------------------------------

(1 ) Γνώμη της 8ης Νοεμβρίου 2017 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

( 2 ) ΕΕ C 209 της 30.6.2017, σ. 36.

( 3 ) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2017 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 7ης Δεκεμβρίου 2017.

( 4 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/2067 της Επιτροπής, της 22ας Νοεμβρίου 2016, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 (ΕΕ L 323 της 29.11.2016, σ. 1).

( 5 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

( 6 ) Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

( 7 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2008, για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 320 της 29.11.2008, σ. 1).

The post ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2395 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 2017 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά το μεταβατικό καθεστώς για τον μετριασμό των επιπτώσεων από την εισαγωγή του ΔΠΧΑ 9 στα ίδια κεφάλαια και για τις επιπτώσεις της αντιμετώπισης μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων ορισμένων ανοιγμάτων του δημοσίου τομέα εκπεφρασμένων στο εθνικό νόμισμα οποιουδήποτε κράτους μέλους (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) appeared first on HELLAS TAX.

]]>
https://hellastax.gr/archives/23405/feed 0
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/1112 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Ιουνίου 2017 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3199/93 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των διαδικασιών για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης με σκοπό την απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης https://hellastax.gr/archives/22754 https://hellastax.gr/archives/22754#respond Fri, 23 Jun 2017 12:00:00 +0000   ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/1112 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Ιουνίου 2017 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3199/93 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των διαδικασιών για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης με σκοπό την απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης   Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Έχοντας υπόψη την οδηγία 92/83/ΕΟΚ Continue Reading

The post ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/1112 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Ιουνίου 2017 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3199/93 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των διαδικασιών για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης με σκοπό την απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης appeared first on HELLAS TAX.

]]>
 

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/1112 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 22ας Ιουνίου 2017

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3199/93 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των διαδικασιών για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης με σκοπό την απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης

 

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 92/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στην αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά(1), και ιδίως το άρθρο 27 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 92/83/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη οφείλουν να απαλλάσσουν από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης την αλκοόλη η οποία έχει υποστεί πλήρη μετουσίωση σύμφωνα με τις απαιτήσεις κάθε κράτους μέλους, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις έχουν δεόντως κοινοποιηθεί και γίνει δεκτές σύμφωνα με τους όρους των παραγράφων 3 και 4 του εν λόγω άρθρου.

(2) Οι μετουσιωτικές ουσίες που χρησιμοποιούνται σε κάθε κράτος μέλος για τους σκοπούς της πλήρους μετουσίωσης της αλκοόλης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 92/83/ΕΟΚ, περιγράφονται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3199/93 της Επιτροπής(2).

(3) Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1867 της Επιτροπής(3) τροποποίησε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3199/93 εισάγοντας ενιαία κοινή διαδικασία για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης. Η εν λόγω κοινή διαδικασία περιλαμβάνει τη χρήση ενός λίτρου ισοπροπυλικής αλκοόλης (IPA), ενός λίτρου μεθυλαιθυλοκετόνης (ΜΕΚ) και ενός γραμμαρίου βενζοϊκού δενατονίου ανά εκατόλιτρο απόλυτης αιθανόλης. Σκοπός ήταν επίσης η αντικατάσταση όλων των διαφόρων εθνικών διαδικασιών μετουσίωσης, ώστε να αποτρέπεται η φοροδιαφυγή, η φοροαποφυγή και η κατάχρηση.

(4) Η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έκδοση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1867 δεν ήταν σύμφωνη με τις διατάξεις του άρθρου 27 παράγραφοι 3 και 4 της οδηγίας 92/83/ΕΟΚ. Συνεπώς, ο εν λόγω εκτελεστικός κανονισμός θα πρέπει να καταργηθεί.

(5) Στις 15 Μαρτίου 2017 ή ενωρίτερα, ορισμένα κράτη μέλη κοινοποίησαν στην Επιτροπή τις μετουσιωτικές ουσίες για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης τις οποίες προτίθενται να χρησιμοποιήσουν για τους σκοπούς του άρθρου 27 παράγραφος 1 στοιχείο α), από την 1η Αυγούστου 2017.

(6) Η Επιτροπή διαβίβασε τις κοινοποιήσεις που έλαβε στα άλλα κράτη μέλη το αργότερο στις 15 Μαρτίου 2017.

(7) Ένα κράτος μέλος διατύπωσε αντιρρήσεις, όπως προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 4 της οδηγίας 92/83/ΕΟΚ, για τον λόγο ότι η διαδικασία για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης που περιέχει ένα λίτρο ισοπροπυλικής αλκοόλης (IPA), ένα λίτρο μεθυλαιθυλοκετόνης (ΜΕΚ) και ένα γραμμάριο βενζοϊκού δενατονίου ανά εκατόλιτρο απόλυτης αιθανόλης μπορεί να οδηγήσει σε καταχρήσεις και, ως εκ τούτου, δεν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/83/ΕΟΚ όσον αφορά την πρόληψη της φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής ή κατάχρησης.

(8) Όσον αφορά τα κράτη μέλη που δεν κοινοποίησαν την πρόθεσή τους να χρησιμοποιήσουν νέες μετουσιωτικές ουσίες, οι διαδικασίες που περιλαμβάνονται ήδη στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3199/93 πριν από την τροποποίησή του από τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1867 θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν.

(9) Οι διαδικασίες που δεν περιλαμβάνονται πλέον στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3199/93 μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε κράτος μέλος στο οποίο έχουν επιτραπεί, για την παραγωγή μετουσιωμένης αλκοόλης που χρησιμοποιείται στην παρασκευή οποιουδήποτε προϊόντος μη προοριζομένου για κατανάλωση από τον άνθρωπο, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 92/83/ΕΟΚ.

(10) Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3199/93 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(11) Προκειμένου να αποφευχθούν οιεσδήποτε αμφιβολίες σχετικά με τις εφαρμοστέες διατάξεις στις εν λόγω ειδικές περιστάσεις, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1867 θα πρέπει να καταργηθεί ρητά.

(12) Για λόγους ασφάλειας δικαίου, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται από την ίδια ημερομηνία με αυτήν που ισχύει για τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1867 και, συνεπώς, θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει επειγόντως.

(13) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής ειδικών φόρων κατανάλωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3199/93 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1867 καταργείται.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1 εφαρμόζεται από την 1η Αυγούστου 2017.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

Βρυξέλλες, 22 Ιουνίου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER

 

-------------------

(1)ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 21.

(2)Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3199/93 της Επιτροπής, της 22ας Νοεμβρίου 1993, σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των διαδικασιών για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης με σκοπό την απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης (ΕΕ L 288 της 23.11.1993, σ. 12).

(3)Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1867 της Επιτροπής, της 20ής Οκτωβρίου 2016, για την τροποποίηση του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3199/93 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των διαδικασιών για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης με σκοπό την απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης (ΕΕ L 286 της 21.10.2016, σ. 32).

The post ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/1112 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Ιουνίου 2017 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3199/93 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των διαδικασιών για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης με σκοπό την απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης appeared first on HELLAS TAX.

]]>
https://hellastax.gr/archives/22754/feed 0
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/989 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 8ης Ιουνίου 2017 για τη διόρθωση και τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα https://hellastax.gr/archives/22332 https://hellastax.gr/archives/22332#respond Tue, 13 Jun 2017 12:00:00 +0000   ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/989 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 8ης Ιουνίου 2017 για τη διόρθωση και τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα     Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Continue Reading

The post ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/989 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 8ης Ιουνίου 2017 για τη διόρθωση και τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα appeared first on HELLAS TAX.

]]>
 

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/989 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 8ης Ιουνίου 2017

για τη διόρθωση και τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα

 

 

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα(1) (ο κώδικας), και ιδίως τα άρθρα 8, 11, 17, 25, 58, 63, 66, 76, 100, 132, 152, 157, 161, 165, 169, 181, 232, 236, 266, 268, 273 και 276,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Μετά τη δημοσίευση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447(2) της Επιτροπής, διαπιστώθηκαν σφάλματα διαφόρων ειδών, τα οποία πρέπει να διορθωθούν. Η διόρθωση ορισμένων από τα σφάλματα αυτά προϋποθέτει την τροποποίηση διαφόρων άλλων σχετικών διατάξεων του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού.

(2) Η αιτιολογική σκέψη 61 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να αντικατοπτρίζει με ορθό τρόπο το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας σχετικά με τον εν λόγω εκτελεστικό κανονισμό στο πλαίσιο της επιτροπής τελωνειακού κώδικα, η οποία δεν διατύπωσε γνώμη εντός της προθεσμίας που όρισε ο πρόεδρός της.

(3) Η διατύπωση των διατάξεων του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 που παρατίθενται κατωτέρω θα πρέπει να διορθωθεί, ώστε οι διατάξεις να καταστούν σαφέστερες, χωρίς ωστόσο να εισαχθούν νέα στοιχεία: άρθρο 67 παράγραφος 4, άρθρο 87 (τίτλος), άρθρα 102, 137 και 138, άρθρο 143 παράγραφος 2, άρθρα 214 και 220, άρθρο 230 παράγραφος 2 και παράρτημα 21-01.

(4) Σε διάφορες διατάξεις και παραρτήματα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, οι παραπομπές σε άλλες νομοθετικές διατάξεις, συμπεριλαμβανομένης της παραπομπής στις διατάξεις του εφαρμοζόμενου κώδικα, θα πρέπει να διορθωθούν ή να διατυπωθούν με μεγαλύτερη ακρίβεια.

(5) Το άρθρο 67 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να διορθωθεί, ώστε να συμπεριληφθούν οι επαναποστολείς ως οικονομικοί φορείς που μπορούν να λάβουν το καθεστώς εγκεκριμένου εξαγωγέα, σύμφωνα με το άρθρο 69 του εκτελεστικού κανονισμού, το οποίο επιτρέπει στους επαναποστολείς να αντικαθιστούν τις δηλώσεις καταγωγής που έχουν συνταχθεί από εγκεκριμένους εξαγωγείς με αποδεικτικά καταγωγής αντικατάστασης.

(6) Για λόγους συνέπειας με το άρθρο 55 παράγραφοι 4 και 6 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής(3), το άρθρο 92 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να απαλειφθεί.

(7) Στο άρθρο 110 παράγραφος 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, σχετικά με την εκ των υστέρων επαλήθευση των πιστοποιητικών καταγωγής τύπου Α και των δηλώσεων τιμολογίου, η Τουρκία αναφέρεται, μαζί με τη Νορβηγία και την Ελβετία, ως μία από τις χώρες στις οποίες μπορούν να αποστέλλονται αιτήσεις για εκ των υστέρων επαλήθευση. Ωστόσο, δεδομένου ότι μεταξύ της Ένωσης και της Τουρκίας δεν προβλέπεται η χρήση αποδεικτικών καταγωγής αντικατάστασης, δεν θα αποστέλλεται στην Τουρκία καμία αίτηση για εκ των υστέρων επαλήθευση αποδεικτικών καταγωγής αντικατάστασης που εκδίδονται ή συντάσσονται στη συγκεκριμένη χώρα. Ως εκ τούτου, η αναφορά στην Τουρκία θα πρέπει να διαγραφεί.

(8) Το άρθρο 199 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να διορθωθεί ώστε να συμπληρωθεί ο κατάλογος των αποδεκτών μέσων απόδειξης του ενωσιακού χαρακτήρα των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης εμπορευμάτων που διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης σύμφωνα με την οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου(4), με την προσθήκη αναφοράς στο ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο και στη διαδικασία συνέχειας των δραστηριοτήτων που προβλέπονται, αντιστοίχως, στα άρθρα 21 και 26 της εν λόγω οδηγίας. Οι εν λόγω αναφορές παραλείφθηκαν εκ παραδρομής.

(9) Το άρθρο 306 παράγραφος 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να διορθωθεί. Η διάταξη θα πρέπει να ορίζει ότι ο κύριος αριθμός αναφοράς (MRN) της διασάφησης διαμετακόμισης πρέπει να προσκομίζεται στο τελωνείο προορισμού, και όχι σε κάθε τελωνείο διέλευσης, όπως εσφαλμένα ορίζεται βάσει της τρέχουσας διατύπωσης του άρθρου. (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο) (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)

(10) Τα σφάλματα και οι παραλείψεις που διαπιστώθηκαν στα παραρτήματα Α και Β του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 μετά τη δημοσίευσή του θα πρέπει να διορθωθούν.

(11) Το παράρτημα 12-01 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να διορθωθεί, ώστε να εξασφαλιστεί η χρήση εναρμονισμένου μορφότυπου του ίδιου στοιχείου σε ολόκληρο το εν λόγω παράρτημα.

(12) Μεταξύ των παραρτημάτων του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να συμπεριληφθεί το παράρτημα 12-03 για τον καθορισμό του σχεδιασμού των ετικετών που τίθενται στις παραδιδόμενες αποσκευές οι οποίες καταγράφονται σε αερολιμένα της Ένωσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 44 του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού αλλά εκ παραδρομής παραλείφθηκε.

(13) Στο παράρτημα 22-13 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να διορθωθεί ένα γραμματικό σφάλμα στο ουγγρικό κείμενο της δήλωσης τιμολογίου.

(14) Επιπλέον των διορθώσεων, ορισμένες διατάξεις πρέπει να τροποποιηθούν λαμβανομένων υπόψη των αλλαγών που επήλθαν στο σχετικό νομοθετικό πλαίσιο μετά την έκδοση του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού. Επομένως, το άρθρο 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να εναρμονιστεί με το άρθρο 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, όπως τροποποιήθηκε με τον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2016/341 της Επιτροπής(5).

(15) Η διαδικασία που προβλέπεται επί του παρόντος στα άρθρα 57, 58 και 59 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 είχε δημιουργηθεί αρχικά το 1989 με σκοπό τη διασφάλιση της ομαλής και εναρμονισμένης εφαρμογής της μη προτιμησιακής δασμολογικής ποσόστωσης που κατανέμεται ανά χώρα. Τα εν λόγω άρθρα αντιστοιχούν ουσιαστικά στα άρθρα 55 έως 65 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής(6), ο οποίος εφαρμοζόταν έως τις 30 Απριλίου 2016. Διάφοροι κανονισμοί της Ένωσης βάσει των οποίων έχουν ανοιχτεί μη προτιμησιακές δασμολογικές ποσοστώσεις παραπέμπουν στα άρθρα 56 έως 65 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93. Κατά συνέπεια, στο άρθρο 57 θα πρέπει να εισαχθεί ένας κανόνας συσχέτισης για τις αναφορές στα πιστοποιητικά καταγωγής που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 55 έως 65 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 οι οποίες περιλαμβάνονται σε άλλους κανονισμούς, ώστε να αποφευχθεί η τροποποίηση καθενός από τους εν λόγω κανονισμούς χωριστά.

(16) Το κείμενο του άρθρου 62 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 επιτρέπει επί του παρόντος οι δηλώσεις τακτικού προμηθευτή να καλύπτουν μόνο προγενέστερη ή μεταγενέστερη περίοδο. Η διάταξη θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να συμπεριληφθεί η δυνατότητα μια ενιαία δήλωση τακτικού προμηθευτή να καλύπτει τόσο τα εμπορεύματα που έχουν ήδη παραδοθεί έως την ημερομηνία έκδοσης της δήλωσης όσο και τα εμπορεύματα που πρόκειται να παραδοθούν σε μεταγενέστερο χρόνο. Για λόγους μεγαλύτερης σαφήνειας και ευχερέστερης εφαρμογής του κανόνα, η πρώτη και η τελευταία ημερομηνία έναρξης της περιόδου την οποία καλύπτει η δήλωση τακτικού προμηθευτή θα πρέπει να ορίζονται με σημείο αναφοράς την ημερομηνία έκδοσης της εν λόγω δήλωσης. Συνεπώς, παρότι η μέγιστη περίοδος την οποία καλύπτει μια δήλωση θα πρέπει να ορίζεται στους 24 μήνες, η εν λόγω περίοδος δεν θα πρέπει να εκτείνεται πέραν των 12 προηγούμενων μηνών ούτε να ξεκινά σε ημερομηνία μεταγενέστερη των 6 μηνών από την ημερομηνία έκδοσης.

(17) Το άρθρο 68 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να τροποποιηθεί προκειμένου να καταστεί σαφές ότι, στο πλαίσιο προτιμησιακής συμφωνίας με τρίτη χώρα στην οποία εφαρμόζεται το σύστημα εγγεγραμμένων εξαγωγέων (σύστημα ΣΕΕ), οι εξαγωγείς που συμπληρώνουν έγγραφα σχετικά με την καταγωγή αποστολών αξίας άνω των 6 000 EUR θα πρέπει να είναι εγγεγραμμένοι εξαγωγείς, εκτός εάν η σχετική προτιμησιακή συμφωνία προσδιορίζει διαφορετικό κατώτατο όριο αξίας. Ωστόσο, έως ότου ο εξαγωγέας εγγραφεί στο σύστημα ΣΕΕ, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, ο εξαγωγέας μπορεί να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τον αριθμό εγκεκριμένου εξαγωγέα στα έγγραφα σχετικά με την καταγωγή, χωρίς να απαιτείται υπογραφή, για συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών με τρίτες χώρες στο πλαίσιο των οποίων ο εξαγωγέας διαφορετικά θα έπρεπε να είναι εγγεγραμμένος.

(18) Βάσει του ισχύοντος κειμένου του άρθρου 69 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, ο εγγεγραμμένος εξαγωγέας δεν έχει το δικαίωμα να αντικαθιστά με βεβαιώσεις καταγωγής αντικατάστασης άλλα αποδεικτικά καταγωγής πέραν των βεβαιώσεων καταγωγής. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος είναι να αντικατασταθεί το σύστημα εγκεκριμένων εξαγωγέων με το σύστημα εγγεγραμμένων εξαγωγέων (ΣΕΕ), οι εγγεγραμμένοι εξαγωγείς θα πρέπει να μπορούν να αντικαθιστούν με βεβαιώσεις καταγωγής αντικατάστασης τον ίδιο τύπο αποδεικτικών καταγωγής με τους εγκεκριμένους εξαγωγείς δυνάμει του άρθρου 69 παράγραφος 2 του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού.

(19) Στο άρθρο 73 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να προστεθεί παράγραφος 3, η οποία να ορίζει ότι η Επιτροπή υποχρεούται να αποστέλλει στις δικαιούχες χώρες, κατόπιν αιτήματός τους, δείγματα των αποτυπωμάτων των σφραγίδων που χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη. Η εν λόγω υποχρέωση είναι απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία των κανόνων σχετικά με την περιφερειακή σώρευση.

(20) Το άρθρο 80 παράγραφος 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να επιβάλλει στις αρμόδιες αρχές δικαιούχου χώρας ή στις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών την υποχρέωση να ενημερώνουν τον εγγεγραμμένο εξαγωγέα για τυχόν τροποποιήσεις των δεδομένων εγγραφής του σύμφωνα με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων.

(21) Προκειμένου να εξασφαλιστεί συνοχή μεταξύ των κανόνων που εφαρμόζονται στην Ένωση κατά τη μεταβατική περίοδο έως την εφαρμογή του συστήματος ΣΕΕ, στο άρθρο 85 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να προβλέπεται έως πότε οι εγκεκριμένοι εξαγωγείς που δεν έχουν εγγραφεί ακόμη στο σύστημα ΣΕΕ θα μπορούν να συντάσσουν δηλώσεις τιμολογίου για τους σκοπούς της διμερούς σώρευσης. Η σχετική ημερομηνία θα πρέπει να οριστεί στις 31 Δεκεμβρίου 2017, η οποία είναι η καταληκτική ημερομηνία έως την οποία οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών μπορούν να εκδίδουν πιστοποιητικά κυκλοφορίας EUR.1 και συνεπώς η ημερομηνία λήξης της εν λόγω μεταβατικής περιόδου.

(22) Σε αντίθεση με τη Νορβηγία και την Ελβετία, η Τουρκία δεν θα εφαρμόσει το σύστημα ΣΕΕ από την 1η Ιανουαρίου 2017. Για τον λόγο αυτό, το άρθρο 86 παράγραφος 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να προβλέπει ότι η εγγραφή για τους εξαγωγείς στις δικαιούχες χώρες θα ισχύει για το σύστημα γενικευμένων προτιμήσεων (ΣΓΠ) της Τουρκίας μόνον όταν η εν λόγω χώρα αρχίσει να εφαρμόζει το σύστημα ΣΕΕ. Προκειμένου να γίνει γνωστή στο ευρύ κοινό η ημερομηνία εφαρμογής του συστήματος ΣΕΕ από την Τουρκία, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την υποχρέωση να δημοσιεύσει την εν λόγω ημερομηνία στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(23) Το άρθρο 158 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 σχετικά με τον καθορισμό του επιπέδου συνολικής εγγύησης θα πρέπει να τροποποιηθεί προκειμένου να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη σαφήνεια όσον αφορά τη βάση για την εφαρμογή της μείωσης των συνολικών εγγυήσεων που καλύπτουν τους εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς και άλλες επιβαρύνσεις. Το άρθρο 158 θα πρέπει να κάνει σαφή διάκριση μεταξύ της μείωσης που προβλέπεται στο άρθρο 95 παράγραφος 3 του κώδικα για όλους τους εγκεκριμένους οικονομικούς φορείς όσον αφορά τους δασμούς και τις επιβαρύνσεις που έχουν γεννηθεί, και των μειώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 95 παράγραφος 2 του κώδικα. Οι τελευταίες εφαρμόζονται όσον αφορά τους δασμούς και τις επιβαρύνσεις που ενδέχεται να γεννηθούν, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 84 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446.

(24) Για να αποτραπεί η χρήση τίτλου μεμονωμένης εγγύησης μετά την ανάκληση της παρασχεθείσας δήλωσης τριτεγγύησης ή την παραίτηση του τριτεγγυητή από τις υποχρεώσεις του που απορρέουν απ' αυτήν, στην περίπτωση του εν λόγω τίτλου, στο άρθρο 161 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να προστεθεί διάταξη η οποία θα αναφέρει ότι οι τίτλοι που εκδίδονται πριν από την ημερομηνία εφαρμογής της ανάκλησης αυτής της δήλωσης τριτεγγύησης ή της παραίτησης του τριτεγγυητή από τις υποχρεώσεις του που απορρέουν απ' αυτήν, δεν επιτρέπεται πλέον να χρησιμοποιούνται για την υπαγωγή εμπορευμάτων στο καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης.

(25) Όπως απαιτείται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 3 της τελωνειακής σύμβασης περί των διεθνών μεταφορών εμπορευμάτων διά των δελτίων TIR(7), συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε επόμενων τροποποιήσεων αυτής (σύμβαση TIR), το άρθρο 163 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 καθορίζει το όριο έως το οποίο κάθε εγγυοδοτικός οργανισμός, εγκατεστημένος στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, μπορεί να καταστεί υπεύθυνος στο πλαίσιο συγκεκριμένης πράξης TIR. Το άρθρο 163 θα πρέπει να τροποποιηθεί λόγω της ανακοίνωσης της Διεθνούς Ένωσης Οδικών Μεταφορών (ΔΕΟΜ) ότι η διεθνής ασφαλιστική εταιρεία της έχει αυξήσει, για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης TIR, το ύψος της καλυπτόμενης εγγύησης από 60 000 EUR σε 100 000 EUR ανά δελτίο TIR.

(26) Το άρθρο 231 παράγραφος 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να αποσαφηνιστεί ότι μόνον οι συγκεκριμένες ανταλλαγές πληροφοριών για τους ελέγχους που προβλέπονται στις παραγράφους 5 και 6 του εν λόγω άρθρου αναστέλλονται έως ότου καταστούν διαθέσιμα τα σχετικά ηλεκτρονικά συστήματα. Παρότι τα σχετικά ηλεκτρονικά συστήματα δεν είναι διαθέσιμα, η υποχρέωση που προβλέπεται στο άρθρο 179 παράγραφοι 4 και 5 του κώδικα όσον αφορά τη διενέργεια των ελέγχων και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με αυτούς θα πρέπει να εκπληρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 18 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341.

(27) Το άρθρο 329 παράγραφος 8 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να απαλειφθεί. Το άρθρο αυτό προβλέπει ορισμένες εξαιρέσεις από τον γενικό κανόνα σχετικά με τον προσδιορισμό του τελωνείου εξόδου για την εξαγωγή εμπορευμάτων που υπάγονται στη συνέχεια σε καθεστώς διαμετακόμισης. Λόγω σφάλματος επαναρίθμησης, το άρθρο 329 παράγραφος 8 παραπέμπει εσφαλμένα στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου, ωστόσο δεν υπήρχε σε καμία περίπτωση πρόθεση να προβλεφθεί εξαίρεση για τα εμπορεύματα που φορτώνονται σε πλοίο το οποίο δεν εξυπηρετεί τακτική γραμμή θαλάσσιων μεταφορών. Στον βαθμό που η οδηγία 2008/118/ΕΚ εφαρμόζεται όταν εμπορεύματα τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τελούν υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης πρόκειται να εξέλθουν από το έδαφος της Ένωσης, το άρθρο 329 παράγραφος 8 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 δεν θα πρέπει να αναφέρεται ούτε σε τέτοιου είδους εμπορεύματα. Τέλος, δεν απαιτείται ειδικός κανόνας για τον προσδιορισμό του τελωνείου εξόδου όταν τα εμπορεύματα που υπόκεινται σε διατυπώσεις εξαγωγής, με σκοπό τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής, παραδίδονται για εξαγωγή και υπάγονται στη συνέχεια σε καθεστώς διαμετακόμισης. Ο λόγος είναι ότι, σύμφωνα με το άρθρο 189 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, τα εν λόγω εμπορεύματα μπορούν να υπαχθούν μόνο σε καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης, γεγονός που σημαίνει ότι χάνουν τον τελωνειακό τους χαρακτήρα ως ενωσιακών εμπορευμάτων και υπόκεινται πλέον σε αυστηρή τελωνειακή επιτήρηση.

(28) Επί του παρόντος, διαπιστώνονται διαφορές ως προς τον τρόπο με τον οποίο τα επιμέρους κράτη μέλη αντιμετωπίζουν τις εξαγωγές που ακολουθούνται από διαμετακόμιση. Σε ορισμένα κράτη μέλη, η επιβεβαίωση εξόδου παρέχεται άμεσα, κατά την υπαγωγή των εμπορευμάτων στο καθεστώς διαμετακόμισης, ενώ σε άλλα κράτη μέλη η επιβεβαίωση αυτή παρέχεται μόνο μετά την εκκαθάριση του καθεστώτος διαμετακόμισης. Η διαφορά αυτή εντοπίζεται τόσο στις περιπτώσεις εξωτερικής διαμετακόμισης όσο και σε άλλες περιπτώσεις εκτός της εξωτερικής διαμετακόμισης. Σύμφωνα με το άρθρο 333 παράγραφος 7 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, κατά τη μεταβατική περίοδο, έως την έναρξη λειτουργίας του ΕΤΚ — Αυτοματοποιημένο Σύστημα Εξαγωγών (ΑΣΕ), το τελωνείο εξόδου μπορεί να ενημερώσει το τελωνείο εξαγωγής για την έξοδο των εμπορευμάτων, όταν τα εν λόγω εμπορεύματα υπάγονται σε καθεστώς διαμετακόμισης εκτός της εξωτερικής διαμετακόμισης, έως την επομένη της ημέρας εκκαθάρισης του καθεστώτος διαμετακόμισης. Η δυνατότητα αυτή θα πρέπει να επεκταθεί επίσης στα εμπορεύματα που υπάγονται σε καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης, ώστε κατά τη μεταβατική περίοδο να επιτρέπεται στα κράτη μέλη στα οποία έχουν αυτοματοποιηθεί οι διαδικασίες να συνεχίζουν την πρακτική τους με την έκδοση επιβεβαίωσης εξόδου είτε κατά την υπαγωγή σε καθεστώς διαμετακόμισης είτε κατά την εκκαθάριση του καθεστώτος διαμετακόμισης.

(29) Για να διευκολυνθεί η εφαρμογή στα αντίστοιχα ηλεκτρονικά συστήματα των μορφότυπων και των κωδικών ορισμένων απαιτήσεων περί δεδομένων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο διασαφήσεων και γνωστοποιήσεων του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, θα πρέπει να τροποποιηθεί το παράρτημα Β του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού.

(30) Οι οδηγίες εκτύπωσης του παραρτήματος 22-02 και οι εισαγωγικές σημειώσεις του παραρτήματος 22-14 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να διευκρινιστεί έως πότε είναι επίσης δυνατή η χρήση των παλαιότερων εκδόσεων των εντύπων. Η χρήση των εν λόγω εκδόσεων θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να διακοπεί μετά την 1η Μαΐου 2019.

(31) Στο παράρτημα 22-06 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, τα πρόσθετα στοιχεία επικοινωνίας που πρέπει να συμπληρώνονται από τους οικονομικούς φορείς οι οποίοι υποβάλλουν αίτηση εγγραφής στο σύστημα εγγεγραμμένων εξαγωγέων στη θέση 2 του εντύπου της αίτησης, θα πρέπει να καταστούν προαιρετικά, διότι στη θέση 1 του εντύπου της αίτησης ζητείται ήδη η υποβολή των βασικών στοιχείων επικοινωνίας. Πέραν τούτου, θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα απαλλαγής από την υποχρέωση επικύρωσης του εντύπου της αίτησης με υπογραφή ή σφραγίδα σε περίπτωση που ο εξαγωγέας και οι τελωνειακές αρχές διαθέτουν ηλεκτρονικά την επαλήθευση της γνησιότητας της ταυτότητας.

(32) Στα παραρτήματα 32-01, 32-02 και 32-03 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, στο κείμενο της δήλωσης εγγύησης τριτεγγυητή θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η προσχώρηση της Σερβίας στη σύμβαση περί κοινού καθεστώτος διαμετακόμισης(8) την 1η Φεβρουαρίου 2016. Η Σερβία θα πρέπει επίσης να προστεθεί στον κατάλογο των οικείων χωρών στις αντίστοιχες θέσεις του πιστοποιητικού συνολικής εγγύησης και του πιστοποιητικού απαλλαγής από την εγγύηση στο παράρτημα 72-04 του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού.

(33) Στο παράρτημα 72-04 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, προκειμένου να διασφαλίζεται η συνέχεια των δραστηριοτήτων κατά την εφαρμογή του καθεστώτος ενωσιακής διαμετακόμισης, θα πρέπει να εισαχθούν διάφορες διατάξεις σχετικά με την ισχύ των εγγυήσεων: διάταξη σχετικά με την ισχύ του πιστοποιητικού συνολικής εγγύησης και του πιστοποιητικού απαλλαγής από την εγγύηση· διάταξη που απαγορεύει τη χρήση πιστοποιητικών σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας χρήσης συνολικής εγγύησης ή ανάκλησης και υπαναχώρησης από ανάληψη υποχρέωσης που παρέχεται στην περίπτωση της συνολικής εγγύησης· και διάταξη σχετικά με την κοινοποίηση των μέσων αναγνώρισης των έγκυρων πιστοποιητικών από τα κράτη μέλη.

(34) Οι διορθώσεις και οι τροποποιήσεις του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να αρχίσουν να ισχύουν το συντομότερο δυνατό προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν νομική αβεβαιότητα όσον αφορά την ορθή εκδοχή των ισχυουσών διατάξεων.

(35) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής τελωνειακού κώδικα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Διορθώσεις στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/2447

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2447 διορθώνεται ως εξής:

1) Η αιτιολογική σκέψη 61 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(61) Η επιτροπή τελωνειακού κώδικα δεν διατύπωσε γνώμη εντός της προθεσμίας που όρισε ο πρόεδρός της.».

2) Στο άρθρο 7 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής για τη θέσπιση μεταβατικών κανόνων για ορισμένες διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα, στην περίπτωση που τα σχετικά ηλεκτρονικά συστήματα δεν έχουν ακόμη αρχίσει να λειτουργούν» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341».

3) Στο άρθρο 12 παράγραφος 1, οι λέξεις «άρθρο 22» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 22 παράγραφος 2».

4) Το άρθρο 67 διορθώνεται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1, οι λέξεις «οι εξαγωγείς που είναι εγκατεστημένοι στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οι εξαγωγείς και οι επαναποστολείς που είναι εγκατεστημένοι στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης»·

β) στην παράγραφο 4, οι λέξεις «Πριν από τον αριθμό αδείας του τελωνείου αναγράφεται ο κωδικός» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Ο αριθμός αδείας του τελωνείου αρχίζει με τον κωδικό»·

γ) στην παράγραφο 6, οι λέξεις «παράρτημα 22-09» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παράρτημα 22-13».

5) Το άρθρο 70 διορθώνεται ως εξής:

α) (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)·

β) η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.Σε περίπτωση που χώρα ή έδαφος έχει διαγραφεί από το παράρτημα II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 978/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(*), οι κανόνες και διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 55 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 και οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 72, 80 και 108 του παρόντος κανονισμού εξακολουθούν να ισχύουν για την εν λόγω χώρα ή έδαφος για χρονικό διάστημα τριών ετών από την ημερομηνία διαγραφής από το εν λόγω παράρτημα.

-------------

(*)Κανονισμός (EE) αριθ. 978/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 732/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ L 303 της 31.10.2012, σ. 1).».

6) Στο άρθρο 75 παράγραφος 1, οι λέξεις «άρθρο 67 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 71 παράγραφος 2».

7) Στο άρθρο 77 παράγραφος 1 στοιχείο β), οι λέξεις «του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446» διαγράφονται.

8) Το άρθρο 87 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 87

Σύστημα εγγεγραμμένων εξαγωγέων: απαίτηση δημοσίευσης (άρθρο 64 παράγραφος 1 του κώδικα)

Η Επιτροπή δημοσιεύει στον δικτυακό τόπο της την ημερομηνία κατά την οποία οι δικαιούχες χώρες αρχίζουν να εφαρμόζουν το σύστημα ΣΕΕ. Η Επιτροπή επικαιροποιεί τις πληροφορίες αυτές.».

9) Στο άρθρο 89, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ανάκληση της εγγραφής».

10) Στο άρθρο 90, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αυτόματη ανάκληση των εγγραφών όταν μια χώρα διαγράφεται από τον κατάλογο των δικαιούχων χωρών».

11) Στο άρθρο 92 παράγραφος 1, το τρίτο εδάφιο απαλείφεται.

12) Το άρθρο 102 διορθώνεται ως εξής:

α) στην παράγραφο 2, η λέξη «ελλιπής» αντικαθίσταται από τη λέξη «απλουστευμένη»·

β) στην παράγραφο 3 στοιχείο β), οι λέξεις «του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446» διαγράφονται.

13) Το άρθρο 110 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.Όταν υποβάλλεται αίτηση για εκ των υστέρων επαλήθευση, η επαλήθευση διενεργείται και τα πορίσματά της γνωστοποιούνται στις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών το αργότερο εντός έξι μηνών ή, για τις αιτήσεις που αποστέλλονται στη Νορβηγία ή την Ελβετία για την επαλήθευση αποδεικτικών καταγωγής αντικατάστασης που συντάσσονται στα εδάφη τους βάσει πιστοποιητικού καταγωγής τύπου Α ή δήλωσης τιμολογίου που έχει συνταχθεί σε δικαιούχο χώρα, το αργότερο εντός οκτώ μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία εστάλη η αίτηση. Τα αποτελέσματα αυτά επιτρέπουν να διαπιστωθεί αν το αμφισβητούμενο αποδεικτικό καταγωγής αφορά τα πράγματι εξαχθέντα προϊόντα και αν τα προϊόντα αυτά μπορούν να θεωρηθούν προϊόντα καταγωγής της δικαιούχου χώρας.».

14) Στο άρθρο 119 παράγραφος 4, οι λέξεις «του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446» διαγράφονται.

15) Το άρθρο 126 διορθώνεται ως εξής:

α) στην παράγραφο 1, οι λέξεις «Το παρόν υποτμήμα εφαρμόζεται» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Τα υποτμήματα 10 και 11 εφαρμόζονται»·

β) στην παράγραφο 3, οι λέξεις «του παρόντος τμήματος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των υποτμημάτων 10 και 11».

16) Στο άρθρο 137 παράγραφος 4 στοιχείο β), οι λέξεις «άλλο μέσο μεταφοράς» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άλλους τρόπους μεταφοράς».

17) Στο άρθρο 138 παράγραφος 1, οι λέξεις «το ίδιο μεταφορικό μέσο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τον ίδιο τρόπο μεταφοράς».

18) Στο άρθρο 143 παράγραφος 2, οι λέξεις «το επιμερισμένο κόστος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «την επιμερισμένη αξία».

19) Στο άρθρο 164, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«[άρθρο 226 παράγραφος 3 στοιχεία β) και γ) και άρθρο 227 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) του κώδικα]».

20) Στο άρθρο 186, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(άρθρο 128 του κώδικα)».

21) Το άρθρο 187 διορθώνεται ως εξής:

α) ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(άρθρο 128 του κώδικα)»·

β) στην παράγραφο 4, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α) υποβάλλεται συνοπτική διασάφηση εισόδου στον πρώτο ενωσιακό λιμένα ή αερολιμένα για το σύνολο των εμπορευμάτων που μεταφέρονται με το εκάστοτε πλοίο ή αεροσκάφος. Οι τελωνειακές αρχές στον εν λόγω λιμένα ή αερολιμένα διενεργούν την ανάλυση κινδύνων για λόγους ασφάλειας και προστασίας για το σύνολο των εμπορευμάτων που μεταφέρονται με το εκάστοτε πλοίο ή αεροσκάφος. Πρόσθετες αναλύσεις κινδύνου είναι δυνατό να διενεργηθούν για τα εν λόγω εμπορεύματα στον λιμένα ή αερολιμένα εκφόρτωσης·».

22) Στο άρθρο 192 παρεμβάλλεται ο ακόλουθος υπότιτλος:

«(άρθρο 145 του κώδικα)».

23) Στο άρθρο 199 παράγραφος 1, το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ) τα στοιχεία της δήλωσης ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναφέρονται στα άρθρα 21, 26 και 34 της οδηγίας 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου(*)·

----------------

(*)Οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (ΕΕ L 9 της 14.1.2009, σ. 12).».

24) Το άρθρο 214 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 214

Προϊόντα θαλάσσιας αλιείας και εμπορεύματα που παράγονται από τα προϊόντα αυτά τα οποία μεταφορτώνονται και μεταφέρονται διαμέσου χώρας ή εδάφους που δεν αποτελεί μέρος του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης

(άρθρο 153 παράγραφος 2 του κώδικα)

1. Εάν, πριν εισέλθουν στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, τα προϊόντα ή εμπορεύματα που αναφέρονται στο άρθρο 119 παράγραφος 1 στοιχεία δ) και ε) του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 έχουν μεταφορτωθεί και μεταφερθεί μέσω χώρας ή εδάφους που δεν αποτελεί μέρος του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης, προσκομίζεται, για αυτά τα προϊόντα και εμπορεύματα κατά την είσοδό τους στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, πιστοποίηση της τελωνειακής αρχής της εν λόγω χώρας ή εδάφους ότι τα προϊόντα ή τα εμπορεύματα τελούσαν υπό τελωνειακή επιτήρηση ενόσω βρίσκονταν στην εν λόγω χώρα ή έδαφος και ότι δεν υποβλήθηκαν σε άλλες εργασίες εκτός από εκείνες οι οποίες ήταν αναγκαίες για τη συντήρησή τους.

2. Η πιστοποίηση που απαιτείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 υποβάλλεται επί εκτυπωμένου αντιγράφου του ημερολογίου αλιείας που αναφέρεται στο άρθρο 133 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, το οποίο συνοδεύεται από εκτυπωμένο αντίγραφο της δήλωσης μεταφόρτωσης, κατά περίπτωση.».

25) Ο τίτλος του άρθρου 220 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αντικείμενα αλληλογραφίας και ταχυδρομική αποστολή εμπορευμάτων».

26) Στο άρθρο 229 παράγραφος 1, οι λέξεις «άρθρο 15» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 14».

27) Το άρθρο 230 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.Η τελωνειακή αρχή που είναι αρμόδια να λάβει απόφαση καθιστά διαθέσιμες όλες τις σχετικές πληροφορίες που διαθέτει στις τελωνειακές αρχές των λοιπών κρατών μελών, όσον αφορά τις δραστηριότητες σχετικά με τελωνειακές συναλλαγές τις οποίες ασκεί ο κάτοχος της άδειας κεντρικού τελωνισμού.».

28) Στο άρθρο 251 παράγραφος 3, οι λέξεις «άρθρο 166 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 166 του κώδικα».

29) Στο άρθρο 277 παράγραφος 1 στοιχείο α), οι λέξεις «άρθρο 268» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 275».

30) Στο άρθρο 280 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «άρθρο 267» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 274».

31) Στο άρθρο 291, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«[άρθρο 6 παράγραφος 3 στοιχείο β), άρθρο 226 παράγραφος 3 στοιχείο α) και άρθρο 227 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κώδικα]».

32) Στο άρθρο 294, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«[άρθρο 226 παράγραφος 3 στοιχείο α) και άρθρο 227 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κώδικα]».

33) Στο άρθρο 295, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«[άρθρο 226 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κώδικα]».

34) Το άρθρο 306 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.Όσον αφορά την προσκόμιση του MRN της διασάφησης διαμετακόμισης στο τελωνείο προορισμού, εφαρμόζεται το άρθρο 184 δεύτερο εδάφιο του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446.».

35) Στο άρθρο 308 παράγραφος 2, οι λέξεις «άρθρο 305» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 312».

36) Στο άρθρο 312 παράγραφος 3, οι λέξεις «άρθρο 300» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 307».

37) Στο άρθρο 313, ο υπότιτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«[άρθρο 233 παράγραφος 4 στοιχεία α), β), γ) και ε) του κώδικα]».

38) Στο άρθρο 314 παράγραφος 2 στοιχείο α), οι λέξεις «άρθρο 291» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 298».

39) Στο άρθρο 319 δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «άρθρο 15» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 14».

40) Στο άρθρο 331, η παράγραφος 3 γίνεται παράγραφος 2.

41) Το άρθρο 345 παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, ενιαίες άδειες απλουστευμένων διαδικασιών (SASP) που εκδόθηκαν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93, και των οποίων η ισχύς δεν έχει λήξει ακόμη την 1η Μαΐου 2016, παραμένουν σε ισχύ έως τις αντίστοιχες ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας των συστημάτων ΚΤΕ και ΑΣΕ που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578.».

42) Στο παράρτημα Α, ο τίτλος I «Μορφότυποι των κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων για αιτήσεις και αποφάσεις» διορθώνεται ως εξής:

α) στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «2/4 Συνημμένα έγγραφα», η διατύπωση στις στήλες «Μορφότυπος στοιχείου (Είδος/μήκος)» και «Πληθάριθμος» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Συνολικός αριθμός εγγράφων: n..3 +

1x

Τύπος εγγράφου: an..70 +

Αναγνωριστικό εγγράφου: an..35 +

Ημερομηνία εγγράφου: n8 (εεεεμμηη)

999x»

 

β)στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «5/3 Ποσότητα εμπορευμάτων», το κείμενο στη στήλη «Πληθάριθμος» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «999x

Για τις αποφάσεις που αφορούν δεσμευτικές πληροφορίες: 1x»·

γ) στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «7/2 Είδος τελωνειακών καθεστώτων», στη στήλη «Σημειώσεις», προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Σε περίπτωση που η άδεια προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την εκμετάλλευση αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης, χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι κωδικοί:

κωδικός “XR” για δημόσια αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης τύπου I,

κωδικός “XS” για δημόσια αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης τύπου II,

κωδικός “XU” για ιδιωτική αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης.».

43) Στο παράρτημα Β, ο τίτλος I «Μορφότυποι και πληθάριθμος των κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων για διασαφήσεις και γνωστοποιήσεις» διορθώνεται ως εξής:

α) στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «5/30 Τόπος αποδοχής», το κείμενο στη στήλη «Σημειώσεις» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εάν ο τόπος αποδοχής κωδικοποιείται σύμφωνα με τους κωδικούς UN/LOCODE, η πληροφορία έχει τη μορφή του κωδικού UN/LOCODE που ορίζεται στον τίτλο II για το στοιχείο 5/6 Τελωνείο προορισμού (και χώρα). Εάν ο τόπος αποδοχής δεν κωδικοποιείται σύμφωνα με τους κωδικούς UN/LOCODE, η χώρα στην οποία βρίσκεται ο τόπος αποδοχής προσδιορίζεται με τον κωδικό που ορίζεται στον τίτλο II για το στοιχείο 3/1 Εξαγωγέας.»·

β) στις σειρές που αντιστοιχούν στα στοιχεία «7/9 Ταυτότητα μεταφορικού μέσου κατά την άφιξη», «7/14 Ταυτότητα του ενεργού μεταφορικού μέσου που διέρχεται τα σύνορα» και «7/16 Ταυτότητα του παθητικού μεταφορικού μέσου που διέρχεται τα σύνορα», το κείμενο στη στήλη «Σημειώσεις» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για το είδος ταυτοποίησης χρησιμοποιούνται οι κωδικοί οι οποίοι ορίζονται στον τίτλο II για το στοιχείο 7/7 Ταυτότητα μεταφορικού μέσου κατά την αναχώρηση.»·

γ) στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «8/3 Αναφορά εγγύησης», το κείμενο στη στήλη «Μορφότυπος στοιχείου (Είδος/ μήκος)» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«GRN: an..24 +

Κωδικός πρόσβασης: an..4 +

Κωδικός νομίσματος: a3 +

Ποσό εξαγωγικού ή εισαγωγικού δασμού και, εάν εφαρμόζεται το άρθρο 89 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κώδικα, λοιπές επιβαρύνσεις: n..16,2 +

Τελωνείο εγγύησης: an8

Ή

Άλλη αναφορά εγγύησης: an..35+

Κωδικός πρόσβασης: an..4 + Κωδικός νομίσματος: a3 +

Ποσό εξαγωγικού ή εισαγωγικού δασμού και, εάν εφαρμόζεται το άρθρο 89 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κώδικα, λοιπές επιβαρύνσεις: n..16,2 +

Τελωνείο εγγύησης: an8».

44)Στο παράρτημα Β, ο τίτλος II «Κωδικοί που αφορούν τις κοινές απαιτήσεις περί δεδομένων για διασαφήσεις και γνωστοποιήσεις» διορθώνεται ως εξής:

α) στο στοιχείο «1/1 Είδος διασάφησης», στους κωδικούς «EX» και «IM», η πρώτη πρόταση της περιγραφής αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στο πλαίσιο των συναλλαγών με τις χώρες και τα εδάφη που βρίσκονται εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης.»·

β) το στοιχείο «1/10. Καθεστώς» διορθώνεται ως εξής:

i) στην περιγραφή του κωδικού «68», προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Επεξήγηση: Ο συγκεκριμένος κωδικός πρέπει να χρησιμοποιείται για εμπορεύματα τα οποία υπόκεινται τόσο σε ΦΠΑ όσο και σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και στην περίπτωση όπου μόνον μία από τις εν λόγω κατηγορίες φόρων καταβάλλεται όταν τα εμπορεύματα τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία.»·

ii) η περιγραφή του κωδικού «78» αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«Θέση των εμπορευμάτων σε ελεύθερη ζώνη. α)»·

γ) το στοιχείο «1/11. Πρόσθετο καθεστώς» διορθώνεται ως εξής:

i) στο τμήμα «Προσωρινή εισαγωγή», η περιγραφή του κωδικού «D18» στη στήλη «Καθεστώς» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εμπορεύματα που υποβάλλονται σε δοκιμές, πειράματα ή επιδείξεις.»·

ii) στο τμήμα «Προσωρινή εισαγωγή», η περιγραφή του κωδικού «D20» στη στήλη «Καθεστώς» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εμπορεύματα που χρησιμοποιούνται για τη διενέργεια δοκιμών, πειραμάτων και επιδείξεων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (έξι μήνες).»·

iii) στο τμήμα «Διάφορα», ο κωδικός «F42» στη στήλη «Κωδικός» αντικαθίσταται από τον κωδικό «F44»·

iv) στο τμήμα «Διάφορα», παρεμβάλλονται οι ακόλουθες σειρές μετά τη σειρά που αφορά τον κωδικό «F45»:

«Χρήση της αρχικής δασμολογικής κατάταξης των εμπορευμάτων στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 86 παράγραφος 2 του κώδικα

F46

Απλούστευση της κατάρτισης των τελωνειακών διασαφήσεων για εμπορεύματα που υπάγονται σε διαφορετικές δασμολογικές διακρίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 177 του κώδικα

F47»

 

v) στο τμήμα «Διάφορα», παρεμβάλλεται η ακόλουθη σειρά μετά τη σειρά που αφορά τον κωδικό «F61»:

 

«Απλούστευση της κατάρτισης των τελωνειακών διασαφήσεων για εμπορεύματα που υπάγονται σε διαφορετικές δασμολογικές διακρίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 177 του κώδικα

F65»

 

δ) το στοιχείο «4/3. Υπολογισμός επιβαρύνσεων» διορθώνεται ως εξής:

i) το όνομα του στοιχείου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4/3. Υπολογισμός επιβαρύνσεων — Είδος επιβάρυνσης»·

ii) η περιγραφή του κωδικού «A00» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εισαγωγικός δασμός»·

iii) η περιγραφή του κωδικού «C00» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εξαγωγικός δασμός»·

iv) η σειρά που αφορά τον κωδικό «C10» απαλείφεται·

ε) το όνομα του στοιχείου «4/8. Υπολογισμός επιβαρύνσεων» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4/8. Υπολογισμός επιβαρύνσεων — Τρόπος πληρωμής».

45) Στο παράρτημα 12-01, στον τίτλο I «Μορφότυποι των κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων για την καταχώριση οικονομικών φορέων και άλλων προσώπων», στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «11 Ημερομηνία σύστασης», στη στήλη «Μορφότυπος στοιχείου (Είδος/μήκος)», προστίθεται το κείμενο «(εεεεμμηη)».

46) Το παράρτημα 12-03 παρεμβάλλεται όπως ορίζεται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού.

47) (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)

α) (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)·

β) (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)·

γ) (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)·

δ) (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο)·

ε) (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο).

48) Το παράρτημα 22-02 διορθώνεται ως εξής:

α) προστίθεται η ακόλουθη οδηγία εκτύπωσης:

«4. Επιτρέπεται επίσης η χρήση παλαιότερων εκδόσεων των εντύπων μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων ή έως την 1η Μαΐου 2019, αν αυτή προηγηθεί χρονικά.»·

β) (δεν αφορά το ελληνικό κείμενο).

49) Το παράρτημα 22-06 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος II του παρόντος κανονισμού.

50) Στο παράρτημα 22-07, το πρώτο εδάφιο κάτω από τον τίτλο «Βεβαίωση καταγωγής» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Συντάσσεται πάνω σε κάθε είδους εμπορικό έγγραφο που περιέχει το ονοματεπώνυμο και την πλήρη διεύθυνση του εξαγωγέα και του παραλήπτη, καθώς και περιγραφή των προϊόντων και ημερομηνία έκδοσης(1).

---------------------

(1)Όταν η βεβαίωση καταγωγής αντικαθιστά άλλη βεβαίωση, σύμφωνα με το άρθρο 101 παράγραφοι 2 και 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, η βεβαίωση καταγωγής αντικατάστασης φέρει την ένδειξη “Replacement statement” ή “Attestation de remplacement” ή “Comunicación de sustitución”. Το έγγραφο αντικατάστασης φέρει επίσης την ημερομηνία έκδοσης της αρχικής βεβαίωσης και όλα τα άλλα αναγκαία δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 101 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447.».

51) Το παράρτημα 22-09 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος III του παρόντος κανονισμού.

52) Στο παράρτημα 22-13, το ουγγρικό κείμενο της δήλωσης τιμολογίου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«A jelen okmányban szereplő áruk exportőre (vámfelhatalmazási szám: … (1)) kijelentem, hogy eltérő egyértelmű jelzés hiányában az áruk preferenciális … (2) származásúak.».

53) Στο παράρτημα 23-02, ο τίτλος του πίνακα μετά το σημείο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 142 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6».

54) Στο παράρτημα 32-06, μεταξύ του τίτλου «Ενωσιακή/κοινή διαμετακόμιση» και της πρώτης θέσης παρεμβάλλονται οι λέξεις «Πρόσθια όψη».

55) Στο παράρτημα 61-03, το πρώτο εδάφιο και η εισαγωγική περίοδος του δεύτερου εδαφίου αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για την εφαρμογή του άρθρου 252, το καθαρό βάρος μιας αποστολής νωπών μπανανών προσδιορίζεται από εγκεκριμένους ζυγιστές σε κάθε τόπο εκφόρτωσης σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται κατωτέρω.

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος και του άρθρου 252, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:».

56) Στο παράρτημα 62-02, η πρώτη σελίδα του πρωτότυπου και του αντιγράφου του εγγράφου «Έντυπο INF 3 — Δελτίο πληροφοριών επανεισαγόμενων εμπορευμάτων» αντικαθίσταται από το έντυπο που ορίζεται στο παράρτημα IV.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2447 τροποποιείται ως εξής:

1) Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Μορφότυποι και κωδικοί κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων

(άρθρο 6 παράγραφος 2 του κώδικα)

1. Οι μορφότυποι και οι κωδικοί για τις κοινές απαιτήσεις περί δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 του κώδικα και στο άρθρο 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 για την ανταλλαγή και αποθήκευση πληροφοριών που απαιτούνται για τις αιτήσεις και τις αποφάσεις, ορίζονται στο παράρτημα Α του παρόντος κανονισμού.

2. Οι μορφότυποι και οι κωδικοί για τις κοινές απαιτήσεις περί δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 του κώδικα και στο άρθρο 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 για την ανταλλαγή και αποθήκευση πληροφοριών που απαιτούνται για διασαφήσεις, γνωστοποιήσεις και αποδεικτικά τελωνειακού χαρακτήρα, ορίζονται στο παράρτημα Β του παρόντος κανονισμού.

3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, έως την ημερομηνία έναρξης της πρώτης φάσης της αναβάθμισης του συστήματος δεσμευτικών δασμολογικών πληροφοριών (“ΔΔΠ”) και του συστήματος Επιτήρηση 2 που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578 της Επιτροπής(*),

δεν εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί που προβλέπονται στο παράρτημα Α του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τις αιτήσεις και αποφάσεις ΔΔΠ, και εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί που ορίζονται στα παραρτήματα 2 έως 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341 της Επιτροπής(**).

Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, έως την ημερομηνία της αναβάθμισης του συστήματος εγκεκριμένου οικονομικού φορέα (AEO) που αναφέρεται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, δεν εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί που προβλέπονται στο παράρτημα Α του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τις αιτήσεις και άδειες AEO, και εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί που ορίζονται στα παραρτήματα 6 και 7 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341.

-----------------

(*)Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/578 της Επιτροπής, της 11ης Απριλίου 2016, για την εκπόνηση του προγράμματος εργασιών σχετικά με την ανάπτυξη και εγκατάσταση των ηλεκτρονικών συστημάτων που προβλέπεται στον ενωσιακό τελωνειακό κώδικα (ΕΕ L 99 της 15.4.2016, σ. 6)."

(**)Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/341 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 2015, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μεταβατικούς κανόνες για ορισμένες διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα για τις περιπτώσεις που τα σχετικά ηλεκτρονικά συστήματα δεν έχουν τεθεί ακόμη σε λειτουργία, και την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής (ΕΕ L 69 της 15.3.2016, σ. 1).»."

4. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και αναφορικά με τα συστήματα ΤΠ που απαριθμούνται στο παράρτημα 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341, έως τις αντίστοιχες ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας ή αναβάθμισης των σχετικών συστημάτων ΤΠ που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, δεν εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί των κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων που ορίζονται στο παράρτημα Β του παρόντος κανονισμού.

Αναφορικά με τα συστήματα ΤΠ που απαριθμούνται στο παράρτημα 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341, έως τις αντίστοιχες ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας ή αναβάθμισης των σχετικών συστημάτων ΤΠ που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, η ανταλλαγή και αποθήκευση των πληροφοριών που απαιτούνται για διασαφήσεις, γνωστοποιήσεις και αποδεικτικά τελωνειακού χαρακτήρα υπόκεινται στους μορφότυπους και τους κωδικούς που ορίζονται στο παράρτημα 9 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341.

5. Έως την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του συστήματος ΕΤΚ — Τελωνειακές Αποφάσεις που αναφέρεται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να αποφασίζουν ότι σχετικά με τις ακόλουθες αιτήσεις και άδειες ισχύουν μορφότυποι και κωδικοί εναλλακτικοί εκείνων που παρατίθενται στο παράρτημα Α του παρόντος κανονισμού:

α) αιτήσεις και άδειες που αφορούν την απλούστευση για τον καθορισμό των ποσών που αποτελούν μέρος της δασμολογητέας αξίας των εμπορευμάτων·

β) αιτήσεις και άδειες που αφορούν συνολικές εγγυήσεις·

γ) αιτήσεις και άδειες για αναβολή πληρωμής·

δ) αιτήσεις και άδειες για τη λειτουργία εγκαταστάσεων προσωρινής εναπόθεσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 148 του κώδικα·

ε) αιτήσεις και άδειες για τακτικές γραμμές θαλάσσιων μεταφορών·

στ) αιτήσεις και άδειες για εγκεκριμένο εκδότη·

ζ) αιτήσεις και άδειες για την ιδιότητα εγκεκριμένου ζυγιστή μπανανών·

η) αιτήσεις και άδειες για αυτοαξιολόγηση·

θ) αιτήσεις και άδειες για την ιδιότητα εγκεκριμένου παραλήπτη για πράξεις μεταφοράς με δελτίο TIR·

ι) αιτήσεις και άδειες για την ιδιότητα εγκεκριμένου αποστολέα για το καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης·

ια) αιτήσεις και άδειες για την ιδιότητα εγκεκριμένου παραλήπτη για το καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης·

ιβ) αιτήσεις και άδειες για τη χρήση τελωνειακών σφραγίδων ειδικού τύπου·

ιγ) αιτήσεις και άδειες για τη χρήση διασάφησης διαμετακόμισης με μειωμένο σύνολο δεδομένων·

ιδ) αιτήσεις και άδειες για τη χρήση ηλεκτρονικού εγγράφου μεταφοράς ως τελωνειακής διασάφησης.

6. Έως την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του συστήματος ΕΤΚ — Τελωνειακές Αποφάσεις, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να επιτρέπουν τη χρήση των μορφότυπων και των κωδικών των απαιτήσεων περί δεδομένων για αιτήσεις και άδειες που προβλέπονται στο παράρτημα 12 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341 αντί των απαιτήσεων περί δεδομένων που προβλέπονται στο παράρτημα Α του παρόντος κανονισμού για τις ακόλουθες αιτήσεις και άδειες:

α) αιτήσεις και άδειες για τη χρήση απλουστευμένης διασάφησης·

β) αιτήσεις και άδειες για κεντρικό τελωνισμό·

γ) αιτήσεις και άδειες για εγγραφή δεδομένων στις λογιστικές καταχωρίσεις του διασαφιστή·

δ) αιτήσεις και άδειες για τη χρήση τελειοποίησης προς επανεξαγωγή·

ε) αιτήσεις και άδειες για τη χρήση τελειοποίησης προς επανεισαγωγή·

στ) αιτήσεις και άδειες για τη χρήση ειδικού προορισμού·

ζ) αιτήσεις και άδειες για τη χρήση προσωρινής εισαγωγής·

η) αιτήσεις και άδειες για τη λειτουργία εγκαταστάσεων αποθήκευσης για τελωνειακή αποταμίευση.

7. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, έως τις ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας του συστήματος ΕΤΚ — Αυτοματοποιημένο Σύστημα Εξαγωγών (ΑΣΕ) ή αναβάθμισης των εθνικών συστημάτων εισαγωγής που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, στις περιπτώσεις που αίτηση για χορήγηση άδειας βασίζεται σε τελωνειακή διασάφηση σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 163 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, εφαρμόζονται οι μορφότυποι και οι κωδικοί που ορίζονται στο παράρτημα 12 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/341, όσον αφορά τα πρόσθετα στοιχεία που απαιτούνται για την υποβολή της εν λόγω αίτησης.

2) Στο άρθρο 57 παράγραφος 1 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Αναφορές, στο πλαίσιο ειδικού μη προτιμησιακού καθεστώτος εισαγωγής, σε πιστοποιητικά καταγωγής που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τα άρθρα 55 έως 65 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 θεωρούνται αναφορές στα πιστοποιητικών καταγωγής που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.».

3) Το άρθρο 62 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 62

Δήλωση τακτικού προμηθευτή

(άρθρο 64 παράγραφος 1 του κώδικα)

1. Όταν ένας προμηθευτής προμηθεύει τακτικά έναν εξαγωγέα ή συναλλασσόμενο με αποστολές εμπορευμάτων, και ο χαρακτήρας καταγωγής όλων αυτών των εμπορευμάτων αναμένεται να είναι ο ίδιος, μπορεί να προσκομίζει ενιαία δήλωση προμηθευτή η οποία καλύπτει πολλαπλές αποστολές των εν λόγω εμπορευμάτων (δήλωση τακτικού προμηθευτή).

2. Η δήλωση τακτικού προμηθευτή συντάσσεται για αποστολές εμπορευμάτων που εκτελούνται κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης χρονικής περιόδου και αναγράφει τρεις ημερομηνίες:

α) την ημερομηνία σύνταξης της δήλωσης (ημερομηνία έκδοσης)·

β) την εναρκτήρια ημερομηνία της περιόδου (ημερομηνία έναρξης), η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 12 μήνες πριν από την ημερομηνία έκδοσης ή τους 6 μήνες έπειτα από αυτήν·

γ) την καταληκτική ημερομηνία της περιόδου (ημερομηνία λήξης), η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 24 μήνες έπειτα από την ημερομηνία έναρξης.

3. Ο προμηθευτής ενημερώνει αμέσως τον εξαγωγέα ή τον συναλλασσόμενο σε περίπτωση που η δήλωση τακτικού προμηθευτή δεν ισχύει σε σχέση με ορισμένες ή όλες τις παρτίδες των εμπορευμάτων που παραδόθηκαν ή πρόκειται να παραδοθούν.».

4) Το άρθρο 68 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 68

Εγγραφή των εξαγωγέων εκτός του πλαισίου του συστήματος ΣΓΠ της Ένωσης

(άρθρο 64 παράγραφος 1 του κώδικα)

1. Στις περιπτώσεις στις οποίες η Ένωση έχει συνάψει προτιμησιακή συμφωνία, βάσει της οποίας ο εξαγωγέας υποχρεούται να συμπληρώσει έγγραφο σχετικά με την καταγωγή σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης, το εν λόγω έγγραφο μπορεί να συμπληρωθεί μόνον από εξαγωγέα εγγεγραμμένο προς τον σκοπό αυτό από τις τελωνειακές αρχές κράτους μέλους. Τα στοιχεία των εν λόγω εξαγωγέων καταχωρίζονται στο σύστημα εγγεγραμμένων εξαγωγέων (σύστημα ΣΕΕ) που αναφέρεται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578. Τα υποτμήματα 2 έως 9 του παρόντος τμήματος εφαρμόζονται κατ' αναλογία.

2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, το άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και τα άρθρα 16, 17 και 18 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 σχετικά με τους όρους για την παραλαβή αιτήσεων και την αναστολή αποφάσεων και τα άρθρα 10 και 15 του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται. Οι αιτήσεις και οι αποφάσεις που σχετίζονται με το παρόν άρθρο δεν ανταλλάσσονται ούτε αποθηκεύονται στο ηλεκτρονικό σύστημα πληροφοριών και επικοινωνίας που καθορίζεται στο άρθρο 10 του παρόντος κανονισμού.

3. Η Επιτροπή παρέχει στην τρίτη χώρα με την οποία η Ένωση έχει συνάψει προτιμησιακή συμφωνία τις διευθύνσεις των τελωνειακών αρχών που είναι αρμόδιες για την επαλήθευση εγγράφου σχετικά με την καταγωγή, το οποίο έχει συμπληρωθεί από εγγεγραμμένο εξαγωγέα στην Ένωση σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

4. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, στις περιπτώσεις στις οποίες το ισχύον προτιμησιακό καθεστώς δεν προσδιορίζει το κατώτατο όριο αξίας μέχρι το οποίο ο εξαγωγέας ο οποίος δεν είναι εγγεγραμμένος εξαγωγέας μπορεί να συμπληρώνει έγγραφο σχετικά με την καταγωγή, το εν λόγω όριο ανέρχεται σε 6 000 EUR για κάθε αποστολή.

5.Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, έγγραφο σχετικά με την καταγωγή επιτρέπεται να συμπληρώνεται από μη εγγεγραμμένο εξαγωγέα, ο οποίος είναι ωστόσο εγκεκριμένος εξαγωγέας στην Ένωση. Το άρθρο 77 παράγραφος 7 εφαρμόζεται αναλόγως.».

5) Το άρθρο 69 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.Στην περίπτωση που το αποδεικτικό καταγωγής που απαιτείται για τους σκοπούς του προτιμησιακού δασμολογικού μέτρου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι πιστοποιητικό κυκλοφορίας εμπορευμάτων EUR.1, άλλο κυβερνητικό πιστοποιητικό καταγωγής, δήλωση καταγωγής ή δήλωση τιμολογίου, το αποδεικτικό καταγωγής που το αντικαθιστά εκδίδεται ή συντάσσεται με τη μορφή ενός από τα ακόλουθα έγγραφα:

α) δήλωση καταγωγής αντικατάστασης ή δήλωση τιμολογίου αντικατάστασης που συντάσσεται από εγκεκριμένο εξαγωγέα ο οποίος αποστέλλει εκ νέου τα εμπορεύματα·

β) δήλωση καταγωγής αντικατάστασης ή δήλωση τιμολογίου αντικατάστασης ή βεβαίωση καταγωγής αντικατάστασης που συντάσσεται από οποιονδήποτε επαναποστολέα των εμπορευμάτων, όταν η συνολική αξία των καταγόμενων προϊόντων της αρχικής αποστολής που πρόκειται να κατατμηθεί δεν υπερβαίνει το εφαρμοστέο κατώτατο όριο αξίας·

γ) δήλωση καταγωγής αντικατάστασης ή δήλωση τιμολογίου αντικατάστασης ή βεβαίωση καταγωγής αντικατάστασης που συντάσσεται από οποιονδήποτε επαναποστολέα των εμπορευμάτων, όταν η συνολική αξία των καταγόμενων προϊόντων της αρχικής αποστολής που πρόκειται να κατατμηθεί υπερβαίνει το εφαρμοστέο κατώτατο όριο αξίας, και ο επαναποστολέας επισυνάπτει αντίγραφο του αρχικού αποδεικτικού καταγωγής στη δήλωση καταγωγής αντικατάστασης ή δήλωση τιμολογίου αντικατάστασης ή βεβαίωση καταγωγής αντικατάστασης·

δ) πιστοποιητικό κυκλοφορίας εμπορευμάτων EUR.1 που εκδίδεται από το τελωνείο υπό τον έλεγχο του οποίου τίθενται τα εμπορεύματα, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i) ο επαναποστολέας δεν είναι εγκεκριμένος εξαγωγέας ούτε εγγεγραμμένος εξαγωγέας και δεν συναινεί να επισυναφθεί αντίγραφο του αρχικού αποδεικτικού καταγωγής στο αποδεικτικό αντικατάστασης·

ii) η συνολική αξία των καταγόμενων προϊόντων κατά την αρχική αποστολή υπερβαίνει το εφαρμοστέο κατώτατο όριο αξίας άνω του οποίου ο εξαγωγέας πρέπει να είναι εγκεκριμένος εξαγωγέας ή εγγεγραμμένος εξαγωγέας προκειμένου να εκδώσει αποδεικτικό αντικατάστασης·

ε) βεβαίωση καταγωγής αντικατάστασης που συντάσσεται από εγκεκριμένο εξαγωγέα ο οποίος αποστέλλει εκ νέου τα εμπορεύματα.».

6) Στο άρθρο 73, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.Κατόπιν αιτήματος δικαιούχου χώρας, η Επιτροπή αποστέλλει στην εν λόγω δικαιούχο χώρα τα δείγματα των αποτυπωμάτων των σφραγίδων που χρησιμοποιούνται από τις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών για την έκδοση των πιστοποιητικών κυκλοφορίας εμπορευμάτων EUR.1.».

7) Στο άρθρο 80 παράγραφος 4, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:

«Οι αρμόδιες αρχές δικαιούχου χώρας ή οι τελωνειακές αρχές κράτους μέλους τηρούν ενήμερο τον εγγεγραμμένο εξαγωγέα για τις τροποποιήσεις των οικείων δεδομένων εγγραφής.».

8) Το άρθρο 85 τροποποιείται ως εξής:

α) η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.Από την 1η Ιανουαρίου 2018, οι τελωνειακές αρχές όλων των κρατών μελών παύουν να εκδίδουν πιστοποιητικά κυκλοφορίας εμπορευμάτων EUR.1 και οι εγκεκριμένοι εξαγωγείς παύουν να συντάσσουν δηλώσεις τιμολογίου για τους σκοπούς της σώρευσης βάσει του άρθρου 53 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446.»·

β) στην παράγραφο 3, προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

«Έως την 31η Δεκεμβρίου 2017, οι εγκεκριμένοι εξαγωγείς κρατών μελών οι οποίοι δεν έχουν εγγραφεί ακόμη στο σύστημα μπορούν να συντάσσουν δηλώσεις τιμολογίου για τους σκοπούς της σώρευσης βάσει του άρθρου 53 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446.».

9) Το άρθρο 86 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.Για τους σκοπούς της πραγματοποίησης εξαγωγών βάσει των συστημάτων ΣΓΠ της Ένωσης, της Νορβηγίας ή της Ελβετίας, οι εξαγωγείς υποχρεούνται να εγγράφονται μία μόνον φορά.

Στον εξαγωγέα χορηγείται αριθμός εγγεγραμμένου εξαγωγέα από τις αρμόδιες αρχές της δικαιούχου χώρας με σκοπό την εξαγωγή στο πλαίσιο των συστημάτων ΣΓΠ της Ένωσης, της Νορβηγίας και της Ελβετίας, στον βαθμό που οι εν λόγω χώρες έχουν αναγνωρίσει τη χώρα στην οποία πραγματοποιήθηκε η εγγραφή ως δικαιούχο χώρα.

Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο εφαρμόζονται κατ' αναλογία για τους σκοπούς της πραγματοποίησης εξαγωγών στο πλαίσιο του συστήματος ΣΓΠ της Τουρκίας, αμέσως μετά την έναρξη εφαρμογής του συστήματος ΣΕΕ στην εν λόγω χώρα. Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σειρά C) την ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής του εν λόγω συστήματος στην Τουρκία.».

10) Το άρθρο 158 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 158

Επίπεδο συνολικής εγγύησης

(άρθρο 95 παράγραφοι 2 και 3 του κώδικα)

1. Υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 84 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446, το ποσό της συνολικής εγγύησης που αναφέρεται στο άρθρο 95 παράγραφος 2 του κώδικα μειώνεται στο 50 %, στο 30 % ή στο 0 % του μέρους του ποσού αναφοράς που έχει καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 155 παράγραφος 3 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού.

2. Το ποσό της συνολικής εγγύησης που αναφέρεται στο άρθρο 95 παράγραφος 3 του κώδικα μειώνεται στο 30 % των μερών του ποσού αναφοράς που έχει καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 155 παράγραφος 2 και το άρθρο 155 παράγραφος 3 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού.».

11) Στο άρθρο 161 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: «Από την ημερομηνία εφαρμογής της ανάκλησης της δήλωσης τριτεγγύησης ή της παραίτησης του τριτεγγυητή από τις υποχρεώσεις του που απορρέουν απ' αυτήν, δεν επιτρέπεται η χρήση καμίας μεμονωμένης εγγύησης με τη μορφή τίτλων που έχει εκδοθεί σε προγενέστερο χρόνο για την υπαγωγή εμπορευμάτων σε καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης.».

12) Το άρθρο 163 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 163

Ευθύνη των εγγυοδοτικών οργανισμών για τις πράξεις μεταφοράς με δελτίο TIR

[άρθρο 226 παράγραφος 3 στοιχείο β) και άρθρο 227 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κώδικα]

Για την εφαρμογή του άρθρου 8 παράγραφοι 3 και 4 της τελωνειακής σύμβασης περί της διεθνούς μεταφοράς εμπορευμάτων διά των δελτίων TIR, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε επόμενων τροποποιήσεων αυτής (σύμβαση TIR), όταν μία πράξη TIR λαμβάνει χώρα στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, κάθε εγγυοδοτικός οργανισμός, εγκατεστημένος στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, μπορεί να καταστεί υπεύθυνος για την πληρωμή του εγγυημένου ποσού που αναλογεί στα εμπορεύματα που αποτελούν το αντικείμενο αυτής της πράξης TIR, μέχρι του ποσού των 100 000 EUR, ή ισότιμου ποσού εκφρασμένου σε εθνικό νόμισμα, ανά δελτίο TIR.».

13) Το άρθρο 231 παράγραφος 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «11.Έως τις αντίστοιχες ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας των συστημάτων ΑΣΕ και ΕΤΚ — Κεντρικός Τελωνισμός για Εισαγωγή (ΚΤΕ) που αναφέρονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, δεν εφαρμόζονται οι παράγραφοι 5 και 6 του παρόντος άρθρου.».

14) Στο άρθρο 329, η παράγραφος 8 απαλείφεται.

15) Το άρθρο 333 παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 στοιχεία β) και γ), έως τις ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας του ΑΣΕ που αναφέρεται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/578, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 329 παράγραφοι 5 και 6, η προθεσμία εντός της οποίας το τελωνείο εξόδου ενημερώνει το τελωνείο εξαγωγής για την έξοδο των εμπορευμάτων είναι η πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά την ημέρα που τα εμπορεύματα υπάγονται στο καθεστώς διαμετακόμισης ή εγκαταλείπουν το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης ή εκκαθαρίζεται το καθεστώς διαμετακόμισης.».

16) Στο παράρτημα Β, ο τίτλος I «Μορφότυποι και πληθάριθμος των κοινών απαιτήσεων περί δεδομένων για διασαφήσεις και γνωστοποιήσεις» τροποποιείται ως εξής:

α) στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «2/1 Απλουστευμένη διασάφηση/Προηγούμενα έγγραφα», στη στήλη «Μορφότυπος στοιχείου (Είδος/μήκος)», το κείμενο «Κατηγορία εγγράφου: a1+» διαγράφεται·

β) στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «4/4 Υπολογισμός των επιβαρύνσεων — Βάση επιβάρυνσης», στη στήλη «Μορφότυπος στοιχείου (Είδος/μήκος)», προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Ή

Ποσό: n..16,2»·

γ) στη σειρά που αντιστοιχεί στο στοιχείο «5/8 Κωδικός χώρας προορισμού», στη στήλη «Σημειώσεις» προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Στο πλαίσιο των πράξεων διαμετακόμισης, χρησιμοποιείται ο κωδικός χώρας ISO 3166 alpha-2.».

17) Στο παράρτημα Β, ο τίτλος II «Κωδικοί που αφορούν τις κοινές απαιτήσεις περί δεδομένων για διασαφήσεις και γνωστοποιήσεις» τροποποιείται ως εξής:

α) το στοιχείο «2/1. Απλουστευμένη διασάφηση/Προηγούμενο έγγραφο» τροποποιείται ως εξής:

i) το πρώτο, δεύτερο και τρίτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το συγκεκριμένο στοιχείο αποτελείται από αλφαριθμητικούς κωδικούς.

Κάθε κωδικός περιλαμβάνει τρία στοιχεία. Το πρώτο στοιχείο (an..3) το οποίο αποτελείται από συνδυασμό αριθμών και/ή γραμμάτων, χρησιμεύει για τον καθορισμό του τύπου του εγγράφου. Το δεύτερο στοιχείο (an..35) υποδηλώνει τα στοιχεία του εν λόγω εγγράφου που είναι απαραίτητα για την αναγνώρισή του, δηλαδή τον αριθμό αναγνώρισης αυτού ή άλλο αναγνωρίσιμο στοιχείο αναφοράς. Το τρίτο στοιχείο (an..5) χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του είδους του προηγούμενου εγγράφου στο οποίο γίνεται αναφορά.

Όταν κατατίθεται έντυπη τελωνειακή διασάφηση, τα τρία στοιχεία χωρίζονται με παύλες (-).»·

ii) το τμήμα που ξεκινά με τη διατύπωση «1. Το πρώτο στοιχείο (α1):» απαλείφεται·

iii) η επικεφαλίδα «2. Το δεύτερο στοιχείο (an..3):» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Το πρώτο στοιχείο (an..3)»·

iv) η επικεφαλίδα «3. Το τρίτο στοιχείο (an..35):» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Το δεύτερο στοιχείο (an..35)»·

v) η επικεφαλίδα «4. Το τέταρτο στοιχείο (an..5):» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «3. Το τρίτο στοιχείο (n..5)»·

vi)οι δύο περιπτώσεις του τμήματος «Παραδείγματα» υπό την επικεφαλίδα «4. Το τέταρτο στοιχείο (an..5)» αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«— Το σχετικό είδος της διασάφησης ήταν το πέμπτο είδος στο έγγραφο διαμετακόμισης T1 (προηγούμενο έγγραφο), στο οποίο το τελωνείο απέδωσε τον αριθμό “238 544”. Ο κωδικός συνεπώς θα είναι “821- 238544-5”. [“821” για το καθεστώς διαμετακόμισης, “238544” για τον αριθμό καταχώρισης του παραστατικού (ή ο MRN για τις πράξεις στο πλαίσιο του ΝΜΣΔ) και “5” για τον αριθμό είδους].

Τα εμπορεύματα δηλώθηκαν με απλουστευμένη διασάφηση. Αποδόθηκε ο MRN “16DE9876AB889012R1”. Στη συμπληρωματική διασάφηση, συνεπώς, ο κωδικός θα είναι “SDE-16DE9876AB889012R1”. (“SDE” για την απλουστευμένη διασάφηση, “16DE9876AB889012R1” για τον MRN του εγγράφου).»·

β) το στοιχείο «2/2. Ειδική μνεία» τροποποιείται ως εξής:

i) στον πίνακα του τμήματος «Γενική κατηγορία — Κωδικός 0xxxx», η τελευταία σειρά απαλείφεται·

ii) στον πίνακα του τμήματος «Κατά την εισαγωγή: Κωδικός 1xxxx», η τελευταία σειρά απαλείφεται·

iii) στον πίνακα του τμήματος «Κατά την εξαγωγή: Κωδικός 3xxxx», στην τρίτη σειρά, η νομική βάση που αφορά τον κωδικό «30 500» αντικαθίσταται από το κείμενο «Άρθρο 329 παράγραφος 7».

18) Στο παράρτημα 22-14, προστίθεται η ακόλουθη εισαγωγική σημείωση:

«7. Επιτρέπεται επίσης η χρήση πιστοποιητικών που φέρουν τυπωμένο στην άνω δεξιά θέση το κείμενο της παλαιότερης έκδοσης “ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ για την εισαγωγή γεωργικών προϊόντων στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα” και στη θέση “Σημειώσεις” το κείμενο της παλαιότερης έκδοσης, μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων ή έως την 1η Μαΐου 2019, αν αυτή προηγηθεί χρονικά.».

19) Το παράρτημα 22-16 τροποποιείται ως εξής:

α) το κείμενο της υποσημείωσης 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(7) Αναγράφονται οι ημερομηνίες έναρξης και λήξης. Το χρονικό διάστημα δεν υπερβαίνει τους 24 μήνες.»·

β) το κείμενο της υποσημείωσης 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(8) Τόπος και ημερομηνία έκδοσης.».

20) Το παράρτημα 22-18 τροποποιείται ως εξής:

α) το κείμενο της υποσημείωσης 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(8) Αναγράφονται οι ημερομηνίες έναρξης και λήξης. Το χρονικό διάστημα δεν υπερβαίνει τους 24 μήνες.»·

β) το κείμενο της υποσημείωσης 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(9) Τόπος και ημερομηνία έκδοσης.».

21) Το παράρτημα 32-01 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος VII του παρόντος κανονισμού.

22) Το παράρτημα 32-02 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος VIII του παρόντος κανονισμού.

23) Το παράρτημα 32-03 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος IX του παρόντος κανονισμού.

24) Το παράρτημα 72-04 τροποποιείται ως εξής:

α) το μέρος I τροποποιείται ως εξής:

i) στα σημεία 2.1. και 2.2. του κεφαλαίου I «Γενικές διατάξεις», οι λέξεις «παράρτημα B-01» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παράρτημα B-01 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446»·

ii) στο σημείο 3.1. του κεφαλαίου II «Κανόνες εφαρμογής», οι λέξεις «παράρτημα B-01» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παράρτημα B-01 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446»·

iii) στο σημείο 9 του κεφαλαίου III «Τρόπος εφαρμογής της διαδικασίας», οι λέξεις «άρθρου 300» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρου 302»·

iv) στο κεφάλαιο III «Τρόπος εφαρμογής της διαδικασίας», μετά το σημείο 19.2. παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«19.3. Η διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού συνολικής εγγύησης ή του πιστοποιητικού απαλλαγής από την υποχρέωση σύστασης εγγύησης περιορίζεται σε δύο έτη. Ωστόσο, το τελωνείο εγγύησης έχει τη δυνατότητα να παρατείνει το διάστημα αυτό άπαξ κατά δύο έτη το πολύ.

19.4. Από την πραγματική ημερομηνία εφαρμογής της ανάκλησης άδειας για τη χρήση συνολικής εγγύησης ή της ανάκλησης και υπαναχώρησης από ανάληψη υποχρέωσης που παρέχεται στην περίπτωση συνολικής εγγύησης, κανένα εκδοθέν πιστοποιητικό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την υπαγωγή εμπορευμάτων στο καθεστώς ενωσιακής διαμετακόμισης και επιστρέφεται χωρίς καθυστέρηση στο τελωνείο εγγύησης από τον δικαιούχο του καθεστώτος.

Κάθε κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους είναι δυνατή η αναγνώριση των ισχυόντων πιστοποιητικών που δεν έχουν ακόμη επιστραφεί ή που έχουν δηλωθεί ως κλαπέντα, απολεσθέντα ή παραποιηθέντα. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα λοιπά κράτη μέλη.»·

β) το μέρος II τροποποιείται ως εξής:

i) στο κεφάλαιο VI «Πιστοποιητικό συνολικής εγγύησης», το έντυπο TC 31 — ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΝΟΛΙΚΗΣ ΕΓΓΥΗΣΗΣ αντικαθίσταται από το έντυπο που ορίζεται στο παράρτημα V του παρόντος κανονισμού·

ii) στο κεφάλαιο VII «Πιστοποιητικό απαλλαγής από την εγγύηση», το έντυπο TC 33 — ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΓΥΗΣΗ αντικαθίσταται από το έντυπο που ορίζεται στο παράρτημα VI του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

Βρυξέλλες, 8 Ιουνίου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER

---------------------------------

(1)ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1.

(2)Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής, της 24ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 343 της 29.12.2015, σ. 558).

(3)Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2015, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά λεπτομερείς κανόνες σχετικούς με ορισμένες από τις διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 343 της 29.12.2015, σ. 1)

(4)Οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (ΕΕ L 9 της 14.1.2009, σ. 12).

(5)Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/341 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 2015, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μεταβατικούς κανόνες για ορισμένες διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα για τις περιπτώσεις που τα σχετικά ηλεκτρονικά συστήματα δεν έχουν τεθεί ακόμη σε λειτουργία, και την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής (ΕΕ L 69 της 15.3.2016, σ. 1).

(6)Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1).

(7)ΕΕ L 252 της 14.9.1978, σ. 2.

(8)Σύμβαση περί κοινού καθεστώτος διαμετακόμισης (ΕΕ L 226 της 13.8.1987, σ. 2).

The post ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/989 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 8ης Ιουνίου 2017 για τη διόρθωση και τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα appeared first on HELLAS TAX.

]]>
https://hellastax.gr/archives/22332/feed 0
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2016/2067 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Νοεμβρίου 2016 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 https://hellastax.gr/archives/20831 https://hellastax.gr/archives/20831#respond Tue, 29 Nov 2016 12:00:00 +0000     ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2016/2067 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Νοεμβρίου 2016 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)   Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, Έχοντας υπόψη Continue Reading

The post ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2016/2067 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Νοεμβρίου 2016 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 appeared first on HELLAS TAX.

]]>
 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2016/2067 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 22ας Νοεμβρίου 2016

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

 

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων(1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

 

ΒΛΕΠΕ ΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ

 

 

 

The post ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2016/2067 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Νοεμβρίου 2016 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 appeared first on HELLAS TAX.

]]>
https://hellastax.gr/archives/20831/feed 0